Ιστορία του εορτασμού των Χριστουγέννων

Η γέννηση του Ιησού ως ανθρώπου παρουσιάζεται ως ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην ιστορία όλης την ανθρωπότητας (Ματθ. 1:18-23· Λουκ.2:1-7· Φιλιπ. 2:6–7). Παρόμοια εκφράζονται και οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς κατά τους πρώτους μετά Χριστόν αιώνες.

Η σημαντική Δεσποτική γιορτή της κατά σάρκα γεννήσεως του Χριστού, είναι μια ιδιαίτερη γιορτή, η οποία σύμφωνα με τον Γρηγόριο Ναζιανζηνό δεν θα πρέπει να συγχέεται με τα γενέθλια οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου, αφού στα Γενέθλια αυτά[1] εορτάζουμε το μοναδικό και ανεπανάληπτο γεγονός ότι “εφάνη γαρ Θεός ανθρώποις δια γεννήσεως”[2]. Τα Γενέθλια του Σωτήρα, με την έννοια που δίνει ο Γρηγόριος δηλ. ως Θεοφάνια, είναι γιορτή “αρχαιότατη” που “συνεωρτάζετο μέχρι της Δ’ εκατονταετίας, υπό την καθολικωτέραν επίκλησιν Επιφάνεια, την στ’ Ιανουαρίου…μετά της μεγάλης…εορτής του Βαπτίσματος…ο συνεορτασμός των δύο αυτών…εορτών εστηρίζετο εις την, ευθύς μετά την ιστόρησιν του Βαπτίσματος του Ιησού παρά του Ιωάννου, ρήσιν του Ευαγγελιστού Λουκά ‘και αυτός ην ο Ιησούς ωσεί ετών τριάκοντα αρχόμενος’…Πρώτος ποιείται μνείαν της εορτής Κλήμης ο Αλεξανδρεύς…”[3] Η “αρχαιότητα” αφορά τον 3ο αιώνα και έπειτα καθώς είναι σαφές ότι η Εκκλησία των δύο πρώτων αιώνων δεν τηρούσε οποιονδήποτε εορτασμό της γέννησης του Χριστού[4].

Σύμφωνα με τις αφηγήσεις της Καινής Διαθήκης, τόσο ο Ιησούς Χριστός όσο και οι μαθητές του δεν γιόρταζαν γενέθλια ανθρώπων, και ο ίδιος ζήτησε ρητά από τους ακολούθους του να τηρούν την ανάμνηση του θυσιαστικού θανάτου του. (Λουκ. 22:19, 20). Επίσης, οι Ιουδαίοι απέρριπταν τον εορτασμό των γενεθλίων καθώς θεωρούνταν παγανιστική συνήθεια και αυτή τη στάση ακολούθησαν και οι Χριστιανοί κατά τους δύο πρώτους αιώνες της χριστιανικής εκκλησίας[5]. Μάλιστα, κατά τον 3ο αιώνα, ο Ωριγένης πίστευε ότι «ὁ φαῦλος τὰ γενέσεως ἀγαπῶν πράγματα ἑορτάζει γενέθλιον» και ότι «ἐπ΄ οὐδεμιᾶς γραφῆς εὕρομεν ὑπὸ δικαίου γενέθλιον ἀγομένην»[6]. Στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται ότι η ημέρα της γέννησης του Ιησού ήταν ένα εξαιρετικά χαρμόσυνο γεγονός τόσο για ανθρώπους όσο και για τα αγγελικά πλάσματα καθώς γεννήθηκε ως άνθρωπος ο Σωτήρας της υπάκουης ανθρωπότητας[7], χαρά που στα ιερά κείμενα εκδηλώνεται με ύμνους[8]. Έτσι, για πολλές χριστιανικές ομολογίες ο εορτασμός των Χριστουγέννων αποτελεί κατεξοχήν την ανάμνηση του σωτηριώδους γεγονότος της ενσάρκωσης του Χριστού[9]. Άλλωστε, σε ότι αφορά την Ορθόδοξη εκκλησία, κάθε θεσμός ή συνήθειά της θεωρείται ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει και να εξελιχθεί μέσα στον οργανισμό της αν δεν έχει καινοδιαθηκική κατοχύρωση[10].

Κοντά στην χρονική περίοδο που γεννήθηκε «ο Σωτήρας» της ανθρωπότητας, δεν υπήρχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον ακριβή προσδιορισμό της άγνωστης[11] ημερομηνίας στην οποία γεννήθηκε ο Ιησούς αφού θεωρούσαν σημαντικότερο το γεγονός της σάρκωσης του Μεσσία και της σωτηρίας της ανθρωπότητας, γεγονός που εορτάζεται και κατά την γιορτή των Χριστουγέννων στις περισσότερες χριστιανικές εκκλησίες.

Ο χρονικός προσδιορισμός της έναρξης εορτασμού των γενεθλίων του Ιησού δεν μπορεί γίνει με με βεβαιότητα. Για μερικούς ερευνητές, τις πρώτες αναφορές περί εορτασμού της γέννησης του Χριστού (στις 6 Ιανουαρίου), τις συναντάμε στα κείμενα του Πάπα Τελεσφόρου (125-136 μ.Χ.)[12], στοιχεία που από άλλους δεν θεωρούνται αυθεντικά, αλλά μεταγενέστερες παρεμβολές[13]. Σε άλλες περιπτώσεις, έναρξη εορτασμού της γέννησης του Χριστού πιθανολογείται γενικά ο δεύτερος[14] ή και ο τρίτος αιώνας[15]. Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, ο εορτασμός των Χριστουγέννων έγινε για πρώτη φορά στην Αντιόχεια κατά τον 4ο αιώνα από τους Ευσταθιανούς, ένα χριστιανικό κίνημα που είχε άμεση σχέση με την Εκκλησία της Ρώμης[16].

Σύμφωνα με παράδοση του 8ου αιώνα[17], στο έργο Περί της Γεννήσεως του Χριστού προς Ζαχαρίαν τον Καθολικόν της Μεγάλης Αρμενίας του αρχιεπισκόπου Νικαίας Ιωάννη[18], στα αρχεία της Εκκλησίας της Ρώμης φέρεται να υπήρχε έγγραφο του Ιωσήπου το οποίο καταδείκνυε ότι ο Ιησούς γεννήθηκε την 9η του μηνός Σαπέτ, που αντιστοιχεί στην 25η Δεκεμβρίου[19]. Σύμφωνα με τη νεώτερη έρευνα, το έργο αυτό ανάγεται στα τέλη του 9ου αιώνα και θεωρείται αμφιλεγόμενο και νόθο[20].

Το 386 ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος παρότρυνε την εκκλησία της Αντιόχειας να συμφωνήσει στην 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα εορτασμού της Γέννησης, και στην Ρώμη το καλεντάρι των Φιλοκαλίων (354 μ.Χ.) περιλαμβάνει στην ημερομηνία της 25ης Δεκεμβρίου, απέναντι από την παγανιστική Natalis invicti, δηλ. “γέννηση του ακατανίκητου (ήλιου)”, την φράση “VIII kaalitan nattis Christus in Bethleem Iudea“. Τον καιρό του Αγ. Αυγουστίνου η ημερομηνία της εορτής της Γέννησης είχε καθοριστεί, πάντως ο Αυγουστίνος την παραλείπει από τον κατάλογό του με τις σημαντικές χριστιανικές επετείους (PL 33.200). Θεωρείται ότι θεμελιώδη σχέση με την επικράτηση αυτής της ημερομηνίας δεν είχε μόνο το χειρόγραφο του Ιωσήπου, αλλά και η ανταγωνίστρια του Χριστιανισμού λατρεία του ήλιου, με την γιορτή του Dies Natalis Solis Invicti, όπως ήταν ο πλήρης τίτλος της (ημέρα γέννησης του ακατανίκητου Ήλιου).

Όπως ειπώθηκε, οι πρώτοι Χριστιανοί, δεν γιόρταζαν γενέθλια ανθρώπων, πιθανώς λόγω της σχέσης των γενεθλίων με την αστρολογία και τη μαντεία [21], παγανιστικές συνήθειες της εποχής[22] και ίσως για λόγους αποστασιοποίησης από τις γενέθλιες εορτές των Ρωμαίων αυτοκρατόρων[23] αλλά και άλλων θεοτήτων που συνηθιζόταν επί αιώνες να γιορτάζονται τα γενέθλιά τους[24]. Τον 3ο αιώνα, με τις ριζικές αλλαγές που επήλθαν στην Εκκλησία από τον ηλιολάτρη αυτοκράτορα Κωνσταντίνο, φαίνεται πως παραμερίστηκαν οι αντιρρήσεις όσον αφορά τον εορτασμό των γενεθλίων του Χριστού-Θεού, κατά το πρότυπο του εορτασμού των γενεθλίων του θεού Ήλιου στις 25 Δεκεμβρίου[25]. Μερικοί πιστεύουν ότι αυτό έγινε καθώς η πλειονότητα των Χριστιανών ήταν πλέον Εθνικοί (μη Ιουδαίοι), οι οποίοι θεωρούσαν τους εαυτούς τους νομοταγείς Ρωμαίους για τους οποίους τα γενέθλια ήταν απλά μέρος της κουλτούρας τους[26]. Εντούτοις, ακόμη και στις αρχές του 5ου αιώνα κάποιοι Χριστιανοί αρνούνταν να αποδεχτούν τον εορτασμό των Χριστουγέννων, χωρίς όμως αυτό να αποτελεί ουσιαστικό πρόβλημα με βάση τη διδασκαλία της Καινής Διαθήκης[27].

Θα πρέπει πάντως να ληφθεί υπόψη ότι με βάση τα βιβλικά κείμενα[28] και τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς, σε καμμία περίπτωση η γέννηση του Χριστού δεν γινόταν αντιληπτή με τον ίδιο τρόπο όπως η γέννηση οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου. Εξάλλου, οι περισσότεροι κατανοούσαν τον χριστιανισμό ως κατά βάση ιστορικό και άρα δυναμικό και όχι κάτι στατικό[29] ή αδρανές. Εφόσον οι δομές είχαν μεταβληθεί δραματικά, ήταν δύσκολο οι αντιρρήσεις που επικρατούσαν επί κυριαρχίας της ειδωλολατρίας να εξακολουθούν[30] να εμποδίζουν τον εορτασμό μιας τόσο σημαντικής στιγμής[31] στην ιστορία του χριστιανισμού. Πόσο μάλλον όταν η έναρξη εορτασμού των Χριστουγέννων θεωρήθηκε ότι δεν ήταν αντίθετη προς την Κ.Δ.[32]. Όταν πλέον ο Χριστιανισμός βγήκε από την εποχή των διωγμών και κλήθηκε να συμβάλει ως αναμορφωτικός και ενοποιητικός παράγοντας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, προσπάθησε να ακυρώσει το περιεχόμενο των ειδωλολατρικών εθίμων που ήταν δημοφιλή τότε μετατρέποντας το περιεχόμενό τους σε χριστιανικό[33].

Η Προσκύνηση των Ποιμένων, του Γκέραρντ φον Χόνθορστ (17ος αιώνας).

Τρεις αιώνες μετά τη γέννηση του Χριστού ορίσθηκαν χρονολογικά ο ευαγγελισμός της Θεοτόκου και η γέννηση του Χριστού. Οι ιστορικές πηγές υποδεικνύουν ότι ο εορτασμός των Χριστουγέννων άρχισε να τηρείται στη Ρώμη γύρω στο 335[34], αν και κάποιοι ερευνητές βασιζόμενοι σε αρχαίους ύμνους με χριστουγεννιάτικη θεματολογία[35] θεωρούν ότι τα πρώτα βήματα που οδήγησαν στον εορτασμό αυτό έγιναν μέσα στον 3ο αιώνα. Η παράδοση θεωρεί ότι η αρχαιότερη ομιλία για τη γιορτή των Χριστουγέννων εκφωνήθηκε από τον Μέγα Βασίλειο στην Καισάρεια της Καππαδοκίας το έτος 376 μ.Χ.[36].

Επί Πάπα Ιουλίου Α’ (336-332) τα Χριστούγεννα σταμάτησαν να γιορτάζονται μαζί με τα Θεοφάνεια και θεσπίσθηκε ως επέτειος η 25 Δεκεμβρίου κατόπιν έρευνας των αρχείων της Ρώμης, όπως πιστεύεται, επί της απογραφής που έγινε επί αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου, σε συνδυασμό με υπολογισμό ρήσης του Ευαγγελίου (το οποίο και συνέτεινε) του Προδρόμου λεχθείσα περί τον Χριστόν:”Εκείνος δει αυξάνειν, εμέ δε ελατούσθαι” (Ιωάνν. γ’30). Με βάση αυτή την υποθετική πηγή, η Γέννηση του Χριστού ορίσθηκε κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο όπου και αρχίζει η αύξηση των ημερών.

Μία από τις πολλές ερμηνείες για τον καθορισμό της 25ης Δεκεμβρίου ως ημερομηνίας εορτασμού, αναφέρεται στην επιθυμία του Χριστιανισμού να εκχριστιανίσει σκόπιμα τις αρχαίες ειδωλολατρικές γιορτές[37] όπως τη μεγάλη εθνική εορτή του “ακατανίκητου” θεού Ήλιου (Dies Invictis Solis) και τον εορτασμό των γενεθλίων του Μίθρα που ήταν διαδεδομένα σε όλη την επικράτεια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας[38]. Ο εορτασμός αυτής της ημέρας ως ημέρας γέννησης του Χριστού έπρεπε να συντελέσει στον εξοβελισμό σημαντικών παγανιστικών (μη χριστιανικές) γιορτές που τηρούνταν εκείνον τον καιρό[39], όπως τα Σατουρνάλια και τα Μπρουμάλια[40]. Με τον τρόπο αυτό οι Χριστιανοί επιβεβαίωσαν την επικράτηση της πίστης τους ενάντια στις ειδωλολατρικές θεότητες, δίνοντας ένα εντελώς νέο, χριστιανικό περιεχόμενο[41] στις γιορτές αυτές: ο Ήλιος της Δικαιοσύνης ήταν ο Χριστός της Παλαιάς Διαθήκης[42], το “φως του κόσμου” (Ιωάν. 8:12) και όχι ο θεός Ήλιος των Ρωμαίων, ενώ ο χριστιανικός κόσμος γιόρταζε με δοξολογία (“σύν τώ αγγέλω πλήθος στρατιάς ουρανίου αινούντων…δόξα εν υψίστοις Θεώ καί επί γής ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία” Λουκ. 2:13-14) αυτό το χαρμόσυνο για όλους γεγονός (“ιδού γάρ ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγάλην, ήτις έσται παντί τώ λαώ” (Λουκ. 2:10).

Ένας πρακτικός λόγος που θέτει υπό αμφισβήτηση ότι ο Χριστός γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου, είναι το γεγονός ότι σύμφωνα με τις Γραφές οι βοσκοί στη Βηθλεέμ είχαν τα κοπάδια τους στην ύπαιθρο, όταν ο άγγελος Κυρίου τους ανήγγειλε τη γέννηση του Σωτήρα. Στα εύκρατα κλίματα, οι χειμερινοί μήνες είναι παγεροί, κάνει πολύ κρύο και πέφτουν πολλές βροχές. Γι’ αυτόν τον λόγο οι βοσκοί με τα κοπάδια τους δεν βρίσκονται στην ύπαιθρο, αλλά στα χειμαδιά τους.

Από τη Δύση ο εορτασμός της Γεννήσεως στις 25 Δεκεμβρίου πέρασε και στην Ανατολή γύρω στο 376. Με τον χρόνο επεκράτησε σε όλο τον χριστιανικό κόσμο εκτός της Αρμενικής Ορθόδοξης Εκκλησίας που συνεχίζει τον συνεορτασμό με τα Θεοφάνια.

Το 529 ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός απαγόρευσε την εργασία και τα δημόσια έργα κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων και τα ανακήρυξε δημόσια αργία. Ως το 1100, καθώς είχε επεκταθεί η δράση των ιεραποστολών στις παγανιστικές ευρωπαϊκές φυλές, όλα τα έθνη της Ευρώπης γιόρταζαν τα Χριστούγεννα. Εντούτοις, αργότερα, εξαιτίας της Μεταρρύθμισης απαγορεύτηκε ή περιορίστηκε κατά περιόδους η τήρησή του εορτασμού τους σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και στην Αμερική, καθώς θεωρούνταν ότι περιλάμβανε σε μεγάλο βαθμό ειδωλολατρικά στοιχεία[43].

Βιβλικές αναφορές για τον εορτασμό γενεθλίων

Οι ευσεβείς Ιουδαίοι δεν τηρούσαν τον εορτασμό γενεθλίων, ενώ οι αναφορές στον εορτασμό τους στα βιβλικά κείμενα αφορούν μόνο ειδωλολάτρες. Η πρώτη αναφορά εορτασμού γενεθλίων περιγράφεται στο βιβλίο της Γένεσης και αφορά τα γενέθλια του Φαραώ της Αιγύπτου (15ος/13ος αιώνας ΠΚΧ), περίσταση κατά την οποία ο Φαραώ εκτέλεσε έναν αυλικό του. (Γέν. 40:19, 20) Στο βιβλίο 2 Μακκαβαίων (απόκρυφο για τους Προτεστάντες) (2ος αιώνας π.Χ.) καταγράφεται η βεβήλωση του Ναού στην Ιερουσαλήμ και η πίεση που ασκήθηκε στους Ιουδαίους να συμμετάσχουν σε παράνομες για εκείνους πρακτικές, όπως η συμμετοχή στον εορτασμό των μηνιαίων γενεθλίων του Αντιόχου Δ’ του Επιφανή. (2 Μακ. 6:7)

Στα βιβλία της Καινής Διαθήκης, υπάρχει μία μόνο αναφορά σε εορτασμό γενεθλίων. Αφορά τα γενέθλια του βασιλιά Ηρώδη Αντύπα, ο οποίος κατά το εορταστικό δείπνο των γενεθλίων του και κατόπιν αιτήματος της κόρης του Σαλώμης έδωσε εντολή για τον αποκεφαλισμό του Ιωάννη του Βαφτιστή. (Μάρκ. 6:21)

Αρκετοί υπομνηματιστές, σχολιάζοντας το εδάφιο Ιώβ 1:4, θεωρούν ότι ο θεοσεβής μη Ισραηλίτης Ιώβ γιόρταζε τα γενέθλια του κάθε γιου του ξεχωριστά, μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια αλλά αυτή η άποψη αμφισβητείται από πολλούς λογίους[44] . Γεγονός παραμένει ότι δεν γιορτάζονταν τα γενέθλια στον αρχαίο Ισραήλ σε όλη τη διάρκεια της βιβλικής περιόδου[45].

Ετυμολογία: Τα Χριστούγεννα (πληθυντικός)

Για την προέλευση του πληθυντικού υποστηρίζονται δύο απόψεις. Η μία τον συνδέει με την άποψη πως ο πληθυντικός προέρχεται κατ’ αντιστοιχία προς την ονομασία των αρχαίων ελληνικών και ρωμαϊκών εορτών, όπως τα Κρόνια και τα Σατουρνάλια[46]. Κατά τη δεύτερη με μια άλλη αρχαία συνήθεια που είχε εφαρμοστεί από τον 5ο, περίπου, π.Χ. αιώνα στην ιουδαϊκή εορτή των Πουρείμ[47] (“Γι’ αυτό, ονόμασαν τις ημέρες αυτές Πουρείμ, από το όνομα Πουρ”, Εσθ. 9:26).

Υποσημειώσεις

  1. Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός αναφέρεται στα «γενέθλια τοῦ Σωτῆρος» και σχολιάζει: «Τὰ δὲ νῦν Θεοφάνια, ἡ πανήγυρις͵ εἴτουν Γενέθλια· λέγεται γὰρ ἀμφότερα, δύο κειμένων προσηγοριῶν ἑνὶ πράγματι. Ἐφάνη γὰρ Θεὸς ἀνθρώποις διὰ γεννήσεως· τὸ μὲν ὢν, καὶ ἀεὶ ὢν ἐκ τοῦ ἀεὶ ὄντος, ὑπὲρ αἰτίαν καὶ λόγον (οὐδὲ γὰρ ἦν τοῦ Λόγου λόγος ἀνώτερος)· τὸ δὲ, δι΄ ἡμᾶς γενόμενος ὕστερον, ἵν΄ ὁ τὸ εἶναι δοὺς, καὶ τὸ εὖ εἶναι χαρίσηται· μᾶλλον δὲ, ῥεύσαντας ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ εὖ εἶναι διὰ κακίαν, πρὸς αὐτὸ πάλιν ἐπαναγάγῃ διὰ σαρκώσεως. Όνομα δὲ, τῷ φανῆναι μὲν, “Θεοφάνια”· τῷ δὲ γεννᾶσθαι, “Γενέθλια”. Τοῦτό ἐστιν ἡμῖν ἡ πανήγυρις, τοῦτο ἑορτάζομεν σήμερον, ἐπιδημίαν Θεοῦ πρὸς ἀνθρώπους […] Τοιγαροῦν ἑορτάζωμεν, μὴ πανηγυρικῶς, ἀλλὰ θεϊκῶς· μὴ κοσμικῶς, ἀλλ΄ ὑπερκοσμίως». (Γρηγορίου Ναζιανζηνού, Λόγος ΛΗ’)
  2. PG 36, 313
  3. “Χριστούγεννα”, ΘΗΕ, τόμ. 12, στ. 351.
  4. New Schaff-Herzog Encyclopedia of Religious Knowledge, Τόμ. XII, σ. 490, λήμμα «Yuletide» (Αγγλικά).
    • Cyclopœdia, M’Clintock και Strong, λήμμα “Christmas”: «Η τήρηση των Χριστουγέννων δεν αποτελεί θεϊκή διευθέτηση, ούτε προέρχεται από την Καινή Διαθήκη. Η ημέρα της γέννησης του Χριστού δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί ούτε από την Καινή Διαθήκη ούτε, στην πραγματικότητα, από οποιοδήποτε άλλη πηγή».
    • David L. Jeffrey, A Dictionary of Biblical Tradition in English Literature, Grand Rapids, Mich.: W.B. Eerdmans, 1992, λήμμα: Χριστούγεννα: «Όσο κι αν προκαλεί έκπληξη σήμερα, τα Χριστούγεννα δεν γιορτάζονταν στην πρώτη Εκκλησία. […] Ο Ωριγένης θεωρεί ότι στην Βίβλο μόνο εκείνοι που δεν αναγεννήθηκαν [ενν. δεν έγιναν Χριστιανοί] τηρούν τέτοιους εορτασμούς (Ομιλ. στο Λευιτικό, 8). Ο Άγιος Ειρηναίος και ο Τερτυλλιανός δεν εμφανίζουν την Γιορτή της Γέννησης στους καταλόγους τους με τους χριστιανικούς εορτασμούς».leme tr….
    • Sacred Origins of Profound Things: The Stories Behind the Rites and Rituals of the World’s Religions, Charles Panati, 1996, Penguin publications, σελ. 216: «Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι για δύο αιώνες μετά τον θάνατο του Χριστού, κανένας δεν γνώριζε —και λίγοι νοιάζονταν— για το πότε ακριβώς γεννήθηκε. Τα γενέθλια θεωρούνταν ασήμαντα· η ημέρα του θανάτου ήταν η σημαντική. Εκτός αυτού, ο Χριστός ήταν θεϊκός και η σημασία της σαρκικής του γέννησης σκόπιμα υποβιβαζόταν. Στην πραγματικότητα, η Εκκλησία έφτασε έως του σημείου να διακηρύξει ότι ήταν αμαρτία το να σκοπεύει κάποιος να τηρήσει τα γενέθλια του Χριστού “σαν να ήταν Εκείνος ο Βασιλιάς Φαραώ”».
    • The Making of the Modern Christmas, J.M. Golby, 2000: «Οι πρώτοι Χριστιανοί δεν γιόρταζαν τη γέννηση του Χριστού. Τα ίδια τα γενέθλια σχετίζονταν με παγανιστικές συνήθειες· τα Ευαγγέλια δεν αναφέρουν τίποτα σχετικά με την πραγματική ημερομηνία της γέννησης του Χριστού».
    • The Christian Book of Why, John C. Mccollister, 2000, σελ. 205: «Οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα δεν τηρούσαν την γιορτή προς τιμήν της γέννησης του Ιησού —για τον ίδιο λόγο που δεν απέδιδαν τιμή σε οποιαδήποτε άλλη επέτειο γενεθλίων. Υπήρχε τότε η άποψη από όλους τους Χριστιανούς ότι ο εορτασμός όλων των γενεθλίων (ακόμη και του Κυρίου) ήταν έθιμο των παγανιστών. Προσπαθώντας να διαχωριστούν από όλες τις παγανιστικές συνήθειες, οι πρώτοι Χριστιανοί αρνούνταν να ξεχωρίσουν κάποια ημερομηνία για την γέννηση του Ιησού. Ως αποτέλεσμα, ο πρώτος εορτασμός των Χριστουγέννων από τους Χριστιανούς έλαβε τελικά χώρα τον τέταρτο αιώνα».
    • Για το ότι για την πρώτη χριστιανική εκκλησία η αναμνηστική επέτειος ενός ατόμου αφορούσε τον θάνατό του και όχι την γέννηση του βλέπε Καθολική Εγκυκλοπαίδεια, λήμμα “Natal Day” (Ημέρα Γέννησης), στο ίντερνετ εδώ.
    • «Τους πρώτους αιώνες μ.Χ. είναι γνωστό ότι οι χριστιανοί δεν γιόρταζαν τα γενέθλια των αγίων και μαρτύρων της πίστεως (ούτε οι Ιουδαίοι γιόρταζαν τα γενέθλιά τους), παρά μόνο την ημέρα του θανάτου τους, την οποία ημέρα του μαρτυρίου τους θεωρούσαν και κατ’ εξοχήν γενέθλια ημέρα, εφόσον έτσι γεννιόντουσαν οι για τον Χριστό σφαγέντες στον νέο κόσμο της Βασιλείας του Θεού. Γι’ αυτό και η πρώτη Εκκλησία δεν εόρταζε τα Χριστούγεννα, αφού σημαντική εορτή ήταν ο θάνατος και η ανάσταση του Θεανθρώπου. Άλλωστε δεν υπήρχε συμφωνία καθορισμού του έτους ελεύσεως του Κυρίου στη γη για πολλά χρόνια. Για τέσσερις αιώνες τα Χριστούγεννα γιορτάζονταν μαζί με την Βάπτιση του Χριστού, στις 6 Ιανουαρίου. Επειδή θεωρήθηκε ότι 6 Ιανουαρίου πλάσθηκε ο Αδάμ, ο πρώτος άνθρωπος. Από τον 4ο αιώνα και μετά, ως ημερομηνία εορτασμού των Χριστουγέννων καθιερώθηκε η 25η Δεκεμβρίου, ημερομηνία που είχε αναφορά και στην γιορτή του αήττητου ήλιου (την οποία είτε η Εκκλησία ήθελε να επικαλύψει είτε να τελεί τις ιερές συνάξεις της σε περίοδο που οι ειδωλολάτρες ήσαν απασχολημένοι με τις δικές τους συνάξεις) και στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου». («Ιησούς Χριστός», Έκδοσις Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, Οκτώβριος 2005, Μητροπολίτης Σύρου Δωρόθεος ο Β’)
  5. «Ο μὲν Ἡρώδης, κρατήσας τὸν Ἰωάννην, δήσας ἀπέθετο ἐν τῇ φυλακῇ, μὴ τολμῶν πάντη ἀποκτεῖναι τὸν προφητικὸν λόγον καὶ ἀνελεῖν ἀπὸ τοῦ λαοῦ· ἡ δὲ τοῦ βασιλέως τῆς Τραχωνίτιδος γυνή, πονηρά τις οὖσα δόξα καὶ μοχθηρὰ διδασκαλία, θυγατέρα ἐγέννησεν ὁμώνυμον, ἧς τὰ δοκοῦντα εὔρυθμα κινήματα ἀρέσαντα τῷ Ἡρώδῃ τὰ γενέσεως ἀγαπῶντι πράγματα, αἴτια γεγένηται τοῦ μηκέτι εἶναι ἐν τῷ λαῷ κεφαλὴν προφητικήν. Μέχρι δὲ τοῦ δεῦρο νομίζω τὰ δοκοῦντα κατὰ τὸν νόμον εἶναι κινήματα τοῦ λαοῦ τῶν Ἰουδαίων μὴ ἄλλο τι τυγχάνειν ἢ τῆς Ἡρωδιάδος, θυγατρός. Ἀλλ΄ ἡ Ἡρωδιάδος ὄρχησις ἐναντία ἦν ὀρχήσει ἁγίᾳ, ἣν οἱ μὴ ὀρχησάμενοι ὀνειδισθήσονται ἀκούοντες· Ηὐλήσαμεν ὑμῖν καὶ οὐκ ὠρχήσασθε. Καὶ ἐν γενεθλίοις δὲ παρανόμου βασιλεύοντος αὐτῶν λόγου ὀρχοῦνται, ὡς ἀρέσκειν ἐκείνῳ τῷ λόγῳ τὰς κινήσεις αὐτῶν. Ἐτήρησε μὲν οὖν τις τῶν πρὸ ἡμῶν τὴν ἀναγεγραμμένην ἐν Γενέσει τοῦ Φαραὼ γενέθλιον καὶ διηγήσατο ὅτι ὁ φαῦλος τὰ γενέσεως ἀγαπῶν πράγματα ἑορτάζει γενέθλιον. Ἡμεῖς δὲ ἀπ΄ ἐκείνου ταύτην εὑρόντες ἀφορμὴν ἐπ΄ οὐδεμιᾶς γραφῆς εὕρομεν ὑπὸ δικαίου γενέθλιον ἀγομένην. Άδικος γὰρ μᾶλλον ἐκείνου τοῦ Φαραὼ ὁ Ἡρώδης· καὶ γὰρ ὑπ΄ ἐκείνου μὲν ἐν γενεθλίῳ ἀρχισιτοποιὸς ἀναιρεῖται, ὑπὸ δὲ τούτου Ἰωάννης, οὗ μείζων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν οὐδεὶς ἐγήγερται». (Ωριγένη, Εις το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον Εξηγητικών 10.22)
  6. Λόγω της γέννησης του Σωτήρα: “ιδού γάρ ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγάλην, ήτις έσται παντί τώ λαώ, ότι ετέχθη υμίν σήμερον σωτήρ” (Λουκ. 2: 10-11), “αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών” (Ματθ. 1:21)
  7. “καί εξαίφνης εγένετο σύν τώ αγγέλω πλήθος στρατιάς ουρανίου αινούντων τόν Θεόν καί λεγόντων· δόξα εν υψίστοις Θεώ καί επί γής ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία.” (Λουκ. 2:13-14)
  8. Απολυτίκιο Θείας Λειτουργίας των Χριστουγέννων «Σήμερον τής σωτηρίας ημών τό Κεφάλαιον, καί τού απ’ αιώνος Μυστηρίου η φανέρωσις, ο Υιός τού Θεού, Υιός τής Παρθένου γίνεται, καί Γαβριήλ τήν χάριν ευαγγελίζεται, Διό σύν αυτώ τή Θεοτόκω βοήσωμεν, Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σού.
  9. Ι. Παναγιωτόπουλος, Συνείσακτοι, Αθήνα 2000, σελ. 33)
    • World Book Encyclopedia 2005 Deluxe, λήμμα “Christmas”: «Κανείς δεν γνωρίζει την ακριβή ημερομηνία της γέννησης του Χριστού».
    • New Catholic Encyclopedia, λήμμα “Christmas”: «Η ημερομηνία της γέννησης του Χριστού δεν είναι γνωστή. Τα Ευαγγέλια δεν φανερώνουν ούτε την ημέρα ούτε τον μήνα».
    • David L. Jeffrey, A Dictionary of Biblical Tradition in English Literature, Grand Rapids, Mich.: W.B. Eerdmans, 1992, λήμμα: Χριστούγεννα: «Το ενδιαφέρον για τον προσδιορισμό της ημερομηνίας της γέννησης του Ιησού αναπτύχθηκε σιγά-σιγά μετά τον 3ο αιώνα, αν και ακόμη και μετά το 410 ο Αγ. Ιερώνυμος ήταν αντίθετος σε αυτόν (Σχολ. στον Ιεζεκιήλ [PL 25.18])».
    • “In fact, the early church did not celebrate the birth of Christ at all until 125, when Telesphorus, the second bishop of Rome, declared that church services should be held to memorialize “the Nativity of our Lord and Savior”…Eventually, the most common date for celebrating Christ’s birth was January 6th” (Ace Collins, Stories Behind the Great Traditions of Christmas, Zondervan, 2003, 12-13)
    • “Το ουσιαστικό πρόβλημα ανέκυψε όταν ο πάπας Τελεσφόρος (125-136 μ.Χ.), για πρώτη φορά γύρω στο 135 μ.Χ., αποφάσισε να μνημονεύσει το ιδιαίτερο γεγονός της έλευσης του Θεανθρώπου στον κόσμο, θεσπίζοντας τη γιορτή των Χριστουγέννων, επί βασιλείας τού αυτοκράτορα Αδριανού (117-138 μ.Χ.).” (Στράτος Θεοδοσίου-Μάνος Δανέζης, Στα ίχνη του ΙΧΘΥΣ, Δίαυλος, Αθήνα, 2000, σελ. 533)
  10. :“According to the later spurious “decretals” it would appear that Telesphorus, as Bishop of Rome, established many festivals about 130 AC, settling Lent and Ember days, as well as Christmas.” (J. G. R. Forlong, Encyclopedia of Religions Or Faiths of Man, Kessinger Publishing, 2003, c1906, 459)
    • “The church in Rome chose that day to celebrate His birth in the second or third century in order to obscure a thoroughly pagan holiday that was traditionally celebrated on that day. Earlier the Eastern Orthodox church chose to honor Christ’s birth on January 6, Epiphany.” (J.I. Packer et al., Nelson’s Illustrated Manners and Customs of the Bible, Thomas Nelson, 1997, 40)
    • “Άλλοι πάλι ερευνητές διατυπώνουν την άποψη ότι τα πρώτα ίχνη της γιορτής των Χριστουγέννων ανεφάνησαν όταν αυτοκράτορας ήταν ο Λούκιος Κόμμοδος (180-192 μ.Χ.)” (Στράτος Θεοδοσίου-Μάνος Δανέζης, Στα ίχνη του ΙΧΘΥΣ, Δίαυλος, Αθήνα, 2000, σελ. 533)
    • “Epiphany (Gk. επιφάνεια, ‘manifestation’; later τα επιφάνεια is used of the feast). Feast of the Church on 6 Jan. It originated in the E., where it was celebrated in honour of the Baptism of Christ (sometimes also in connection with the Nativity) from the 3rd cent. onwards.” (F. L. Cross and Elizabeth A. Livingstone, The Oxford Dictionary of the Christian Church, Oxford University Press, 2005, 557)
  11. Το Βήμα, 24 Δεκεμβρίου 2005, σ. A20, «Τα μυστήρια των Χριστουγέννων».
  12. “Χριστούγεννα”, Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (ΘΗΕ), τόμ. 12, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1968, στ. 351
  13. Σχολάριος Δωρόθεος, Κλείς πατρολογίας και βυζαντινών συγγραφέων, εν Αθήναις 1879, σελ. 421
  14. PG 96, 1441. Πρβλ. και Δημητρίου Θ. Κόκκορη, Ορθοδοξία & Κακοδοξία, τ. Γ’, Αθήνα 1993, σελ. 159-160: “Είναι γνωστό από το Οδοιπορικό της Αιθερίας, ότι ο επίσκοπος Ιεροσολύμων ετέλη την μεν εορτή της γεννήσεως στα Ιεροσόλυμα, την δε της βαπτίσεως στον Ιορδάνη. Επειδή ήτο αδύνατο την αυτή ημέρα, λόγω αποστάσεων να ευρίσκεται και στα δύο, παρεκάλεσε δι’ επιστολής τον πάπα Ρώμης Ιούλιο, να ερευνήση τα αρπαγέντα υπό του Τίτου αρχεία των Ιεροσολύμων μήπως ανεύρη τι. Κατά την έρευνα ανευρέθη χρονογράφημα του Εβραίου ιστορικού Ιωσήπου στο οποίο ανεφέρετο ότι ο Χριστός εγεννήθη την 9η του Εβραϊκού μηνός Σαπέτ, η οποία αντιστοιχεί με την 25η Δεκεμβρίου. Έτσι από το 335 μ.Χ. ήρχισε νά εορτάζεται η ημέρα αυτή ως γενέθλιος του Χρίστου.” (To Οδοιπορικό της Αιθερίας αναφέρεται ως ένα “εξαιρετικά ψυχαγωγικό και γλωσσολογικά διδακτικό […] που γράφτηκε πιθανώς τον 4ο αιώνα από μια καλογριά και περιγράφει το ταξίδι της στους Αγίους Τόπους.”, λήμμα “Λατινική γλώσσα”, Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Larousse-Britannica, 2004, τόμ. 37)
  15. Σύγχρονοι ερευνητές αποκαλούν αυτό το ψευδεπίγραφο έργο «αναγνωρισμένη απάτη». Ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα εξέχοντες πατρολόγοι και λόγιοι είχαν καταστήσει σαφές πως «αυτό το κείμενο ήταν καθολικά αναγνωρισμένο ότι ήταν νόθο. [PL 8:964-968]». (Susan K. Roll, Toward the Origins of Christmas, 1995, Peeters Publishers, σ. 128-131)
  16. Βλέπε την Cyclopædia των McClintock & Strong, λήμμα “Birthday” (Γενέθλια)
    • The Making of the Modern Christmas, J.M. Golby, 2000: «Οι πρώτοι Χριστιανοί δεν γιόρταζαν τη γέννηση του Χριστού. Τα ίδια τα γενέθλια σχετίζονταν με παγανιστικές συνήθειες».
    • The Christian Book of Why, John C. Mccollister, 2000, σελ. 205: «Οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα δεν τηρούσαν την γιορτή προς τιμήν της γέννησης του Ιησού —για τον ίδιο λόγο που δεν απέδιδαν τιμή σε οποιαδήποτε άλλη επέτειο γενεθλίων. Υπήρχε τότε η άποψη από όλους τους Χριστιανούς ότι ο εορτασμός όλων των γενεθλίων (ακόμη και του Κυρίου) ήταν έθιμο των παγανιστών».
    • Unger’s Bible Dictionary, Moody Press, 1974, λήμμα “Birthday”: «Οι μετέπειτα Ιουδαίοι θεωρούσαν τον εορτασμό των γενεθλίων ως μέρος της ειδωλολατρικής λατρείας. Στην πρώτη χριστιανική Εκκλησία ο όρος “γενέθλια” εφαρμοζόταν στις γιορτές των μαρτύρων, στις ημέρες που είχαν θανατωθεί σε αυτόν τον κόσμο και είχαν γεννηθεί σε ένδοξη και ουράνια ζωή».
    • The History of the Christian Religion and Church, During the Three First Centuries, Augustus Neander, σελ. 190: «Η ιδέα του εορτασμού των γενεθλίων απείχε πολύ από τις απόψεις των Χριστιανών της περιόδου γενικά».
  17. * Όσον αφορά τον εορτασμό των γενεθλίων, το Σχολιολόγιο του Ωριγένη στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου (εδώ, στην αγγλική), όπου αναφέρει μεταξύ άλλων ότι “δεν υπάρχει [κανένα εδάφιο] στη Γραφή [που να λέει] ότι κάποιος δίκαιος άνθρωπος γιόρταζε τα γενέθλιά του”.
    Αυτό δεν σημαίνει βεβαίως ότι αντιμετωπίζει το ίδιο τη γέννηση του Φαραώ (την οποία συνδυάζει με τα γενέθλια) για την οποία γράφει:

    “εν Γενέσει του Φαραώ γενέθλιον και διηγήσατο ότι ο φαύλος τα γενέσεως αγαπών πράγματα εορτάζει γενέθλιον.” (Ωριγένους, Εκ των εις το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον Εξηγητικών, 10.22)

    με τη γέννηση του Χριστού την οποία διαφοροποιεί από κάθε άλλη:

    “Άρα γαρ εύλογον τον τοσαύτα υπέρ του γένους των ανθρώπων τολμήσαντα […] παράδοξον μέν μη εσχηκέναι γένεσιν πασών δε γενέσεων παρανομωτάτην και αισχίστην;” (Ωριγένους, Κατά Κέλσου, 1.32)

    και την τιμά:

    “Εικός ουν και κατά την του Ιησού γένεσιν, επεί πλήθος στρατιάς ουρανίου, ως ο Λουκάς ανέγραψε καγώ πείθομαι, ήνεσε τον θεόν και έλεγε· Δόξα εν ύψίστοις θεώ και επι γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία, δια τούτο οι δαίμονες ητόνησαν και εξησθένησαν, ελεγχθείσης αυτών τής γοητείας και καταλυθείσης της ενεργείας […] υπό της ψυχής του Ιησού και της εν αυτω θειότητος.” (Ωριγένους, Κατά Κέλσου, 1.60)

    Οι φορές (20 περίπου) που ο Ωριγένης χρησιμοποιεί τις λέξεις γενέθλια και γενεθλιαλογία, συνδυάζονται πάντα με συγκεκριμένα παγανιστικά παραδείγματα, και δείχνουν ότι για τον ίδιο, το πρόβλημα ήταν η μέχρι τότε χρήση των εννοιών στον εθνικό κόσμο. Συνδυάζει συχνά τη λέξη γενέθλια με την “απατηλή γενεθλιαλογία” (Κατά Κέλσου, 6.80 κ.ά.), δηλ. τη μαντική χρήση της γενεθλίου ημέρας ως μέσο πρόβλεψης με τη βοήθεια των πλανητών (η “γενεθλιαλογία” με την έννοια της σημερινής “αστρολογίας” καταδικαζόταν πάντα από τη χριστιανική εκκλησία βλ. “Κανων λς’ της εν Λαοδικεία Συνόδου”). Παρ’ όλ’ αυτά όμως, ο Κλήμης Αλεξανδρείας, ο μοναδικός, εκτός του Ωριγένη, εκκλησιαστικός συγγραφέας που χρησιμοποιεί κατά το 2ο αιώνα τη λέξη γενέθλια, δεν φαίνεται να αντιμετωπίζει πρόβλημα στον συνδυασμό της έννοιας της γενέθλιας ημέρας και της χριστιανικής διαδασκαλίας:

    “Έπεί δε γενεθλίου ημέρας εικών η ανατολή κακείθεν το φως αύξεται εκ σκότους λάμψαν το πρώτον, αλλά και τοις εν αγνοία καλινδουμένοις ανέτειλεν γνώσεως αληθείας ήμερα” (Κλήμ. Αλεξ., “Στρωματ.”, 7.7.43).

    Φαίνεται έτσι η διαφορά με την οποία γινόταν αντιληπτά στην εκκλησία η γέννηση ή τα γενέθλια των (φαύλων) ανθρώπων, από τη γέννηση του Χριστού ή τη γενέθλια ημέρα ως γενική έννοια. Ακόμα και στον Ωριγένη, ενώ “γιορτάζει γενέθλια αυτός που αγαπά τα της γενέσεως” και χαρακτηρίζεται γι αυτό ως “φαύλος”, εντούτοις ο ίδιος τιμά και ξεχωρίζει “τα της γενέσεως” του Χριστού.

    • David L. Jeffrey, A Dictionary of Biblical Tradition in English Literature, Grand Rapids, Mich.: W.B. Eerdmans, 1992, λήμμα: Christmas: “Τα Χριστούγεννα δεν γιορτάζονταν στην πρώτη Εκκλησία. Πιθανόν ως αντίδραση στις αξιοκαταφρόνητες γιορτές “γενεθλίων” (natalitia) των Ρωμαίων αυτοκρατόρων
  18. Για παράδειγμα, όπως συνέβαινε με πολλές θεότητες του ελληνικού πανθέου, κάθε χρόνο γινόταν ο εορτασμός των γενεθλίων του Δία. Μάλιστα, σύμφωνα με την άποψη του καθηγητή Μιχάλη Τιβέριου «Η γέννηση του Χριστού και η γέννηση του Δία». (Το Βήμα, 30 Δεκεμβρίου 2007, σ. B43), φαίνεται ότι υιοθετήθηκαν από τον μεταγενέστερο Χριστιανισμό στοιχεία που προέρχονταν από τέτοιου είδους εορτασμούς. Από την άλλη πλευρά, ορισμένοι απορρίπτουν ως αυθαίρετες τις επονομαζόμενες “θεωρίες δανείων” καθώς θεωρούν ότι ο εορτασμός των Χριστουγέννων συνδέεται με το “Γαλάτ. δ’ 4 ‘Ότε δε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον υιόν αυτού, γενόμενον εκ γυναικός, γενόμενον υπό νόμον, ίνα τους υπό νόμον εξαγόραση, ίνα την υιοθεσίαν απολάβωμεν’… δηλ. του “ιστορικού γεγονότος γεγονότος της ενανθρωπήσεως” (Θεοδώρου Ευάγγ. ΘΗΕ, τόμ. 4, στ. 854).
  19. Hans Förster, Die Anfänge von Weihnachten und Epiphanias, 2007, Mohr Siebeck Publ.
  20. The Origins of Christmas, Joseph F. Kelly, 2004, Liturgical Press, σελ. 53: «Υπήρχαν ανυπέρβλητες αντιρρήσεις όσον αφορά τον εορτασμό της γέννησης του Χριστού. […] Συνεπώς οι Χριστιανοί δεν έπρεπε να γιορτάζουν τα γενέθλια του Χριστού ή οποιουδήποτε άλλου Βιβλικού προσώπου. Αλλά μια τέτοια αντίρρηση δεν είχε τον τρίτο αιώνα την ίδια βαρύτητα με εκείνη που είχε τον πρώτο αιώνα. Μέχρι τότε η πλειονότητα των Χριστιανών ήταν Εθνικοί που θεωρούσαν τους εαυτούς τους νομοταγείς Ρωμαίους για τους οποίους οι εορτασμοί των γενεθλίων ήταν απλά μέρος της κουλτούρας τους».
    Παραδείγματα ανάλογων χριστιανικών επιλογών που δεν συσχετίζονται κατά γράμμα με την Κ.Δ. είναι επίσης οι γαμήλιες τελετές με τη συμμετοχή παρανύμφων, νυφικών πέπλων και γαμήλιων δαχτυλιδιών (“Wedding rings: Originating in the betrothal rings used by the Romans, they were adopted by Christians at an early date”, F. L. Cross and Elizabeth A. Livingstone, The Oxford Dictionary of the Christian Church, Oxford University Press, 2005, 1408) ή οι εορτασμοί των γαμήλιων επετείων. Από την άλλη, οι χριστιανοί δεν γιόρταζαν όλα τα γεγονότα που αναφέρονται στη βίβλο, όπως για παράδειγμα το εβραϊκό “Χανούκα” (γιορτή των εγκαινίων του Ναού), στην οποία γιορτή μάλιστα, συμμετείχε ο Χριστός (Ιωάν. 10:22).
  21. “Άλλος μεν κρίνει μία ημέρα αγιότερη παρά μία άλλη ημέρα, άλλος όμως κρίνει ίση κάθε ημέρα. Κάθε ένας ας είναι πληροφορημένος στον δικό του νου.” (Ρωμ. 14:5)
    • “Και όταν πάλι εισαγάγει τον πρωτότοκο στην οικουμένη, λέει: “Και ας προσκυνήσουν σ’ αυτόν όλοι οι άγγελοι του Θεού” (Εβρ. 1:6)
    • “και ο Λόγος σαρξ εγένετο” (Ιωάν. 1:14)
    • “Η Εκκλησία ούτε είναι μουσείον νεκρών αποθεμάτων ούτε […] η πίστις δεν είναι κειμήλιον του παρελθόντος[…]” (Γ. Φλορόφσκυ, Αγία Γραφή-Εκκλησία-Παράδοσις, Πουρναράς, 2003, σελ. 42)
    • “Ή αποκάλυψη δεν υπόσχεται ούτε παρέχει έναν κόσμο στατικό […] τυποποιημένο και απολιθωμένο, αλλά μια πορεία επώδυνα δημιουργική και μεταμορφωτική.” (Ν. Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική θεολογία, Τόμος Β’, Πουρναράς, 1992, σελ. 75)
  22. “Had the Christmas festival arisen in the period of the persecution, its derivation from these pagan festivals would be refuted by the then reigning abhorrence of everything heathen; but in the Nicene age this rigidness of opposition between the church and the world was in a great measure softened by the general conversion of the heathen”.(Philip Schaff and David Schley Schaff, History of the Christian Church, Vol.III, Kessinger Publishing, 2004, σελ. 202)
  23. Όπως καταγράφεται στα Ματθ.1:18 κ.εξ., Λουκ.2:1-7, Φιλιπ. 2:6–7 κ.ά.
  24. Σε κανένα εδάφιο δεν αναφέρεται μια τέτοια συγκεκριμένη απαγόρευση για τον εορτασμό της γέννησης ή της ενανθρώπησης του Χριστού, το οποίο θα μπορούσε σαφώς να αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη αν δεν έπρεπε να συμβεί —αν και θα ήταν παράλογο να αναμένουμε να έχουν καθοριστεί ρητά όλες οι δυνατές απαγορεύσεις ή προτροπές για τους Χριστιανούς. Επιπλέον, σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο: «Μὴ οὖν τις ὑμᾶς κρινέτω ἐν βρώσει ἢ ἐν πόσει ἢ ἐν μέρει ἑορτῆς ἢ νουμηνίας ἢ σαββάτων». (Κολοσσαείς 2:16). Εντούτοις, η πρωθύστερη εφαρμογή αυτού του εδαφίου σε μια γιορτή που εμφανίστηκε αιώνες αργότερα από την εποχή του αποστόλου Παύλου αποτελεί παραπειστικό επιχείρημα καθώς θεωρούν σαφές ότι στο 2ο κεφάλαιο της επιστολής του ο απόστολος Παύλος αναφερόταν σε ιουδαϊκά στοιχεία που χρησιμοποιούσαν οι ψευδοδιδάσκαλοι για να παροδηγήσουν τους Χριστιανούς, όπως η περιτομή, ο Μωσαϊκός Νόμος με τις διατροφικές διατάξεις του και τους εορτασμούς του (όπως οι νεομηνίες και τα σάββατα), τα οποία αποτελούσαν «σκιὰ τῶν μελλόντων, τὸ δὲ σῶμα Χριστοῦ». (2:17· βλέπε επίσης Colossians and Ephesians υπό Margaret Y. MacDonald, 2000, Liturgical Press, σ. 105, 106)
    • “Ο εορτασμός των Χριστουγέννων […] συνέπιπτε δηλαδή με τη μεγάλη ειδωλολατρική γιορτή των Σατουρναλίων προς τιμήν του θεού Σατούρνους (Κρόνος), αλλά και με τα γενέθλια του Μίθρα, του Ανίκητου Ήλιου […] γιορτές που ο Χριστιανισμός ήθελε να εξαφανίσει. Εξάλλου αυτό ήταν το πιστεύω του πάπα Γρηγορίου του Μεγάλου (590-604 μ.Χ.), που πρέσβευε ότι: “Αι εορταί των εθνικών πρέπει να μετατραπώσι βαθμιαίως εις χριστιανικάς”. (Στράτος Θεοδοσίου-Μάνος Δανέζης, Στα ίχνη του ΙΧΘΥΣ, Δίαυλος, Αθήνα, 2000, σελ. 535)
    • “Έχει θεωρηθεί ότι η ρωμαϊκή ημερομηνία της 25ης Δεκεμβρίου επιλέχτηκε για τη γέννηση του Χριστού ώστε να αντιμετωπίσει τη γιορτή του αήττητου ήλιου” (Erwin Fahlbusch and Geoffrey William Bromiley, The Encyclopedia of Christianity, Grand Rapids, Mich.; Leiden, Netherlands: Wm. B. Eerdmans; Brill, 1999, 1:455)
    • “Με το θρίαμβο του χριστιανισμού, τα Χριστούγεννα αντικατέστησαν τις ειδωλολατρικές γιορτές” (Paul J. Achtemeier et al., Harper’s Bible Dictionary, Harper & Row, 1985, 163)
    • “Η εκκλησία δεν είχε καμμία γιορτή για να αποσπάσει την προσοχή των μελών της από αυτές τις εκστατικές καταστάσεις γλεντιού και έτσι στα μέσα του 4ου αιώνα οι επίσκοποι της Ρώμης άρχισαν να εορτάζουν τη γέννηση του Χριστού στις 25 Δεκεμβρίου” (Albert A. Bell, Exploring the New Testament World, Nashville: T. Nelson Publishers, 1998, 141)
    • “η ημερομηνία προφανώς επιλέχθηκε για να αντιμετωπίσει τη ρωμαϊκή γιορτή Natalis Solis Invicti (“γέννηση του Ακατανίκητου Ηλίου”), τα γενέθλια του αυτοκράτορα Αυρηλίου” (Allen C. Myers, The Eerdmans Bible Dictionary, Grand Rapids, Mich.: Eerdmans, 1987, 210)
    • “Αυτή η ημερομηνία πιθανώς επιλέχθηκε για να αντιμετωπίσει τη γιορτή των Natalis Solis Invicti με τον εορτασμό της γέννησης του “Ήλιου της Δικαιοσύνης” (F. L. Cross and Elizabeth A. Livingstone, The Oxford Dictionary of the Christian Church, Oxford University Press, 2005, 338)
    • “Ο εορτασμός της 25ης Δεκεμβρίου ως Χριστούγεννα προέρχεται από τον 4ο αιώνα, πιθανώς ως χριστιανική εναλλακτική λύση απέναντι στην ειδωλολατρική γιορτή του χειμερινού ηλιοστασίου (Σατουρνάλια)” (Walter A. Elwell and Barry J. Beitzel, Baker Encyclopedia of the Bible, Baker Book House, 1988, 444)
    • “…τα Χριστούγεννα, ως εορτασμός της γέννησης του Χριστού στις 25 Δεκεμβρίου, άρχισαν, όχι πριν τον 4ο αιώνα στη δυτική εκκλησία. Και οι δύο ήταν πιθανώς χριστιανικές αντικαταστάσεις για τις ειδωλολατρικές γιορτές” (Southeastern Baptist Theological Seminary, Faith and Missions Volume 8, 1991, vnp.8.2.4.)
    • “Οι χριστιανοί της Ρώμης υιοθέτησαν αργότερα την 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα των Χριστουγέννων για να εκτοπίσουν μια ειδωλολατρική ρωμαϊκή γιορτή που διοργανωνόταν εκείνη τη περίοδο” (Craig S. Keener and InterVarsity Press, The IVP Bible Background Commentary : New Testament, InterVarsity Press, 1993, Lk 2:8)
    • “Ο Μιθραϊσμός, μια μυστηριακή θρησκεία με επίκεντρο τον Μίθρα, έγινε πολύ δημοφιλής μεταξύ των ρωμαίων στρατιωτών κατά το 2ο αιώνα μ.Χ. Η λατρεία του, αργότερα συνδέθηκε με τον sol invictus, τον “Ακατανίκητο Ήλιο”. Τον 4ο αιώνα, η οικειοποίηση από την εκκλησία της 25ης Δεκεμβρίου, ημέρα που εορταζόταν η λατρεία αυτή, ως γενέθλια ημέρα του Χριστού, ήταν αναμφισβήτητα μια πράξη με σκοπό να αντιδράσει σε αυτή την κίνηση (σ.σ του Μιθραϊσμού)” (Geoffrey W. Bromiley, The International Standard Bible Encyclopedia, Revised, Wm. B. Eerdmans, 2002, 4:127-128)
    • “Θα πρέπει να ήταν αυτή την περίοδο και με την πρόθεση να μετουσιωθεί η σημασία μιας υπάρχουσας ιερής ημερομηνίας, που τα γενέθλια του Ιησού, τα οποία εορτάζονταν στην ανατολή στις 6 Ιανουαρίου (Επιφάνιος, Πανάριον 51.11.4), τοποθετήθηκαν στη Ρώμη στις 25 Δεκεμβρίου, ημερομηνία του εορτασμού γενεθλίων του Sol Invictus (The Master’s Seminary, Master’s Seminary Journal Volume 2, 1991, 2:105)
    • “Ο εορτασμός, αποτέλεσε το μέσο ώστε η εκκλησία να γιορτάσει τη γέννηση του Ιησού και να αποκτήσει μια ενναλακτική τελετή σε μια δημοφιλή ειδωλολατρική γιορτή.” (Earl D. Radmacher et al., Nelson’s New Illustrated Bible Commentary, Nashville: T. Nelson Publishers, 1999, Lk 2:6-7.)
    • “Ο εορτασμός της 25ης Δεκεμβρίου ως Χριστούγεννα εμφανίστηκε τον 4ο αιώνα, πιθανώς ως μια χριστιανική απάντηση στην παγανιστική γιορτή του χειμερινού ηλιοστασίου” (Walter A. Elwell and Philip Wesley Comfort, Tyndale Bible Dictionary, Tyndale House Publishers, 2001, 278)
    • “Και στις δύο ημερομηνίες διεξάγονταν προηγουμένως ειδωλολατρικές γιορτές και έγινε οικειοποίησή τους (σ.σ των ημερομηνιών), πιθανώς σε μία προσπάθεια να αντικατασταθούν οι ειδωλολατρικές τελετές με χριστιανικές” (Charles F. Pfeiffer et al., The Wycliffe Bible Encyclopedia, Moody Press, 1975, Λήμμα: CHRONOLOGY OF THE NEW TESTAMENT)
    • “Μια διαδεδομένη εξήγηση για την προέλευση αυτής της ημερομηνίας είναι ότι στις 25 Δεκεμβρίου πραγματοποιήθηκε ο εκχριστιανισμός της solis invicti nati (“ημέρα γέννησης του ακατανίκητου ήλιου”), μιας δημοφιλούς γιορτής στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία” (“Christmas”, Encyclopedia Britannica 2006 Ultimate Reference Suite DVD)
  25. * Β. Στεφανίδης: «Η εκκλησιαστική εορτή των Χριστουγέννων της 25ης Δεκεμβρίου εισήχθη περί το 335 εν Ρώμη. Εις την εισαγωγήν τής εορτής πιθανώς συνετέλεσεν η κατά την αυτήν ημέραν μεγάλη εθνική εορτή του ηλίου (dies solis invictis). Εκ της Ρώμης η εορτή των Χριστουγέννων μετεδόθη εις την επίλοιπον Δύσιν και εις την Ανατολήν». (Β. Στεφανίδη, Εκκλησιαστική Ιστορία, εκδ. Παπαδημητρίου, 1959, σελ. 313)
    • Φίλιπ Σαφ (Philip Schaff): «Δεν υπάρχει κανένα ξεκάθαρο ίχνος από την γιορτή των Χριστουγέννων πριν από τον τέταρτο αιώνα· εν μέρει λόγω του ότι η γιορτή των Επιφανίων κατείχε την θέση τους σε κάποιον βαθμό· εν μέρει λόγω του ότι η γέννηση του Χριστού, η ημερομηνία της οποίας ήταν ουσιαστικά αβέβαιη, είχε λιγότερο εξέχουσα θέση στο μυαλό των Χριστιανών παρά ο θάνατος και η ανάστασή του. Έχουν Δυτική (Ρωμαϊκή) προέλευση, και έφτασαν στην Ανατολή ύστερα από τα μέσα του τέταρτου αιώνα διότι ο Χρυσόστομος, σε μια Ομιλία του, η οποία πιθανόν εκφωνήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου του 386, αναφέται στον εορτασμό μιας ξεχωριστής μέρας Γέννησης σαν να είχε αρχίσει πρόσφατα να τηρείται από την Αντιόχεια». (Philip Schaff, History of the Christian Church, Volume II: Apostolic Christianity A.D. 100-325, σελ. 141)
    • Όσκαρ Κούλμαν (Oscar Cullmann): «Η γιορτή των Χριστουγέννων, η οποία τηρείται στις 25 Δεκεμβρίου, ήταν άγνωστη στους Χριστιανούς των πρώτων τριών αιώνων. Έως τις αρχές του τέταρτου αιώνα, αυτή η ημέρα —η οποία μεταγενέστερα θα γινόταν κεντρική ημερομηνία της Χριστιανικής Εκκλησίας— παρέμενε άγνωστη στους Χριστιανούς. […] Η 25η Δεκεμβρίου, ως επέτειος της γέννησης του Χριστού, πιστοποιείται στη Ρώμη από το 336 και θα πρέπει ήδη να εορταζόταν ως τέτοια νωρίτερα, υπό τον Μέγα Κωνσταντίνο. […] Είναι γεγονός ότι στον παγανιστικό κόσμο η 25η Δεκεμβρίου εορταζόταν ως ιδιαίτερα σημαντική γιορτή προς τιμή του Ήλιου και ότι ο Μέγας Κωνσταντίνος σκόπιμα προετίθετο να ενοποιήσει τη λατρεία του Ήλιου με τη Χριστιανική λατρεία. […] Σε όλη τη διάρκεια της ζωής του [ο Μέγας Κωνσταντίνος] δεν έπαψε να ευνοεί τη λατρεία του Ήλιου. […] Σε αναλογία με την Κυριακή (Αγγλ. Sunday, δηλ. «Ημέρα του Ήλιου»), η οποία μετατράπηκε σε επίσημη γιορτή από τον Κωνσταντίνο, εξηγείται, κατά την άποψή μας, το γεγονός ότι, ήδη κατά τη διάρκεια της ζωής του και αναμφίβολα με τη δική του επιρροή, ο εορτασμός της γέννησης του Χριστού άλλαξε και έγινε στις 25 Δεκεμβρίου, που αποτελούσε μεγαλειώδη γιορτή προς τιμή του ήλιου». (Oscar Cullmann, Cahiers Théologiques de l’Actualite Protestante, «Noël dans l’Église Ancienne», Αρ. 25, σελ. 9, 18, 23-27)
    • Βλέπε Καθολική Εγκυκλοπαίδεια, λήμμα Christmas (Χριστούγεννα), στην αγγλική.
  26. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, Τόμος Α’, Αθήνα, 2000, έκδ. 4η, σελ. 474: “O πάπυρος Rainer 542 παραδίδει τρεις αρχαίους ύμνους, οι οποίοι ανήκουν μάλλον στον Γ’ αιώνα, αφού ο πάπυρος είναι των άρχων του Δ’. […] Πιθανόν να πρόκειται για ύμνο στα Χριστούγεννα: “Ο γεννηθείς εν Βηθλεέμ / και ανατραφείς εν Ναζαρέτ / και οικήσας εν τη Γαλιλαία…Ποιμένες αγραυλούντες / εθαύμασαν ουν / γονυπεσόντες έλεγον…”
    • Β. Στεφανίδου, Εκκλησιαστική Ιστορία, Παπαδημητρίου, 1959, σελ. 778: “376 (περίπου) καθιερούται και εν Ανατολή ο εορτασμός των Χριστουγέννων κατά την 25ην Δεκεμβρίου.”
    • Στράτος Θεοδοσίου-Μάνος Δανέζης, Στα ίχνη του ΙΧΘΥΣ, Δίαυλος, Αθήνα, 2000, σελ. 537:“[…] η συμβατική ημερομηνία γέννησης του Ιησού, πρέπει να καθιερώθηκε στην Ανατολή γύρω στο 376 μ.Χ. Η παράδοση θεωρεί ότι η αρχαιότερη ομιλία για τη γιορτή των Χριστουγέννων εκφωνήθηκε από τον Μέγα Βασίλειο στην Καισαρεία της Καππαδοκίας το συγκεκριμένο αυτό έτος.”
  27. “Όπως σημειώθηκε νωρίτερα, η δημοφιλέστερη και ευρέως κρατούσα άποψη σχετικά με την ημερομηνία των Χριστουγέννων είναι ότι οι πρώτοι Χριστιανοί, εκχριστιάνισαν σκόπιμα την ειδωλολατρική γιορτή του ήλιου” (Robert Webber, The Services of the Christian Year, Nashville: Star Song Pub. Group, 1994, 159)
    • Philip Schaff, History of the Christian Church, Volume I: Apostolic Christianity A.D. 1-100, σελ. 80, 294· Volume III: Nicene and Post-Nicene Christianity. A.D. 311-600, σελ. 232, 233: “Ο εορτασμός των Χριστουγέννων άρχισε να τηρείται πρώτα στην Ρώμη (πριν το 360 π.Χ.), στη βάση των ρωμαϊκών εορτών (τα Σατουρνάλια (Saturnalia), τα Σιγκιλάρια (Sigillaria), τα Ιουβενάλια (Juvenalia), τα Μπρουμάλια (Brumalia) ή της Γέννησης του Ακατανίκητου Ήλιου (Dies natalis Invicti Solis)), οι οποίες τηρούνταν τις τελευταίες μέρες του Δεκεμβρίου σε ανάμνηση της χρυσής εποχής ελευθερίας και ισότητας, και προς τιμήν του ήλιου, ο οποίος κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο ξαναγεννιέται και αρχίζει την νικηφόρα πορεία του. Αυτό το φυσικό φαινόμενο θεωρούνταν κατάλληλο σύμβολο της εμφάνισης του Ήλιου της Δικαιοσύνης που διέλυε την μακρά νύχτα της αμαρτίας και των σφαλμάτων. Για τον ίδιο λόγο το θερινό ηλιοστάσιο (24 Ιουνίου) επιλέχθηκε αργότερα για τη γιορτή του Ιωάννη του Βαπτιστή, ως της καταλληλότερης υπενθύμισης την δικής του χαμηλής αυτο-εκτίμησης ότι θα έπρεπε να μειώνεται, ενώ ο Χριστός θα έπρεπε να αυξάνεται (Ιωάννης 3:30). […] Όσον αφορά άλλες ετήσιες γιορτές, η Καινή Διαθήκη δεν περιέχει το παραμικρό ίχνος. Η εμφάνιση των Χριστουγέννων έγινε κατά τη διάρκεια του τέταρτου αιώνα ως φυσική εξέλιξη της ιδέας του εκκλησιαστικού έτους, σαν ένα είδος χρονολογικού δόγματος για τον λαό. […] Ο εορτασμός των Χριστουγέννων ήταν πιθανώς η χριστιανική μεταμόρφωση ή αναγέννηση μια σειράς συναφών ειδωλολατρικών εορτασμών —τα Σατουρνάλια, τα Σιγκιλάρια, τα Ιουβενάλια και τα Μπρουμάλια— τα οποία τηρούνταν στην Ρώμη τον μήνα Δεκέμβριο, σε ανάμνηση της χρυσής εποχής παγκόσμιας ελευθερίας και ισότητας, και προς τιμήν του ακατανίκητου ήλιου, και οι οποίες ήταν μεγάλες γιορτές, ειδικά για τους δούλους και τα παιδιά. Αυτός ο συσχετισμός αφορά πολλά από τα έθιμα της περιόδου των Χριστουγέννων, όπως τα δώρα στα παιδιά και στους φτωχούς, το άναμα των κεριών, πιθανόν επίσης και το στήσιμο των Χριστουγεννιάτικων δέντρων, και τους δίνει χριστιανικό νόημα· ενώ ταυτόχρονα προδίδει την προέλευση των πολλών υπερβολών στις οποίες εντρυφά ο ανευλαβής κόσμος αυτή την εποχή, διαστρέφοντας κατάφωρα της αληθινή ευθυμία των Χριστουγέννων. […] Τελικά, οι ίδιοι οι εκκλησιαστικοί πατέρες επιβεβαιώνουν την συμβολική αναφορά της γιορτής της γέννησης του Χριστού, του Ήλιου της δικαιοσύνης, του Φωτός του κόσμου, στην γιορτή της γέννησης του ανίκητου ήλιου, ο οποίος την εικοστή πέμπτη Δεκεμβρίου, μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο, διαλύει την αυξανόμενη δύναμη του σκοταδιού, και ξαναρχίζει την ηρωική του πορεία. Επιπλέον, την ίδια περίοδο, η επικρατούσα άποψη της εκκλησίας κατά τον τέταρτο και πέμπτο αιώνα, ήταν ότι ο Χριστός γεννήθηκε πράγματι στις εικοσιπέντε Δεκεμβρίου· και ο Χρυσόστομος επικαλείται, προς υποστήριξη της άποψής του, την ημερομηνία της απογραφής του Κυρηνίου, που διατηρούνταν στα ρωμαϊκά αρχεία. Αλλά δεν μπορούμε με καμία βεβαιότητα να προσδιορίσουμε την ημερομηνία γέννησης του Χριστού από τις υπάρχουσες πληροφορίες”.
    • Merriam-Webster’s Encyclopedia of World Religions, 1999, λήμμα “Christmas”: “The reason why Christmas came to be celbrated on December 25 remains uncertain, but most probably early Christians wished the date to coincide with the Roman festival marking the “birthday of the unconquered sun” (natalis solis invicti), the winter solstice, when the days again begin to lengthen. The traditional customs connected with Christmas have developed from several sources. In the Roman world the Saturnalia (December 17) was a time of merrymaking and exchange of gifts. December 25 was also regarded as the birth date of the Iranian god Mithra. On the Roman New Year (January 1), houses were decorated with greenery and lights, and gifts were given to children and poor. To these observances were added the German and Celtic Yule rites when the Teutonic tribes penetrated into Gaul, Britain, and central Europe. Food and good fellowship, the Yule log and Yule cakes, greenery and fur trees, and gifts and greetings all commemorated different aspects of this festive season. Fires and lights have always been associated with the winter festival, both pagan and Christian.”
    • The Origins of Christmas, Joseph F. Kelly, 2004, σελ. 68-70: “Feast of Saturnalia: One other factor influenced the Roman church to adopt December 25 as the date to celebrate Jesus’ birth. Every December the Romans celebrated the feast of Saturnalia m honor of an otherwise minor god named Saturnus The festival usually lasted for seven days, starting on December 17 and finishing on December 23. During this time the social order was overturned as slaves were allowed a temporary liberty to do what they wanted, for example, they got to dine before their masters did. People exchanged presents, and there was a great deal ot eating, drinking, playing games, and often lewd behavior. Presiding over all this raucous activity was the Saturnalicius princeps, the “Saturnalian prince ” Almost all of these practices would reappear in medieval or Renaissance Christmas celebrations, and some survive even today (On Christmas Day in the British army the officers serve meals to the enlisted men.) But early Christian leaders found the Saturnalian practices offensive. Since the festival of Saturnalia ended at the latest on December 23, it could not formally determine the date ol Christmas. On the other hand its proximity to the increasingly accepted day for Christ’s birth may have led Christian leaders to want to settle the date on December 25 as a counter to the pagan festival, promoting prayerfull or at least moral behavior, in sharp contrast to pagan license. (Actually these efforts met little success. As late as the eighth century, the English bishop St. Boniface [d. 754] wrote to Pope Zacharias that during a visit to the Eternal City he had been scandalized by the behavior of Roman Christians during their winter festivities. The pope could only sigh and acknowledge that it was difficult to keep Christians from perpetuating the Saturnalian rituals, although he promised to try to put a stop to it.) As we saw earlier, the Roman Christians did not tell us why they finally chose December 25 to celebrate the dies natallis Christi, but it was not because they believed it to be the exact date of Jesus’ birth. While no one piece of evidence finalizes the case, most likely the cult of the Unconquered Sun and the Christian struggle against it along with the tradition of identifying Christ with the prophet Malachi’s “sun of righteousness” and the dating of Christ’s birth to the day that was also the winter solstice all united in Rome to make December 25 an appropriate if not a chronologically certain date for Christ’s birth. When this was combined with the proximity of Saturnalia, the Roman Christians chose a date which had already achieved some acceptance and which could counter two major pagan feasts”.
  28. “Η εκκλησία της Ρώμης επέλεξε εκείνη την ημέρα για να γιορτάσει τη γέννησή του (σ.σ. Χριστού) το δεύτερο ή τρίτο αιώνα προκειμένου να εξαφανίσει εντελώς τις παραδοσιακά εορταζόμενες ειδωλολατρικές γιορτές εκείνης της περιόδου” (J.I. Packer et al., Nelson’s Illustrated Manners and Customs of the Bible, Nashville: Thomas Nelson, 1995, 40)
    • World Book Encyclopedia 2005 Deluxe, λήμμα “Christmas”: «Ο εορτασμός αυτής της ημέρας ως ημέρας γέννησης του Χριστού επηρρεάστηκε πιθανώς από παγανιστικές (μη χριστιανικές) γιορτές που τηρούνταν εκείνον τον καιρό. Οι αρχαίοι Ρωμαίοι τηρούσαν εορτασμούς στο τέλος του έτους για να τιμήσουν τον Σατούρνο, τον θεό της συγκομιδής, και τον Μίθρα, τον θεό του φωτός. Διάφοροι λαοί στη βόρεια Ευρώπη τηρούσαν εορτασμούς στα μέσα του Δεκεμβρίου για να γιορτάσουν το τέλος της εποχής των συγκομιδών. Η προετοιμασία ειδικών φαγητών, η διακόσμηση των σπιτιών με φυτά, το τραγούδι και ανταλλαγή δώρων αποτελούσαν μέρος όλων αυτών των εορτασμών. Αυτά τα έθιμα σταδιακά ενσωματώθηκαν στον εορτασμό των Χριστουγέννων».
    • Encyclopedia of Religion and Ethics, James Hastings, 2003, Kessinger Publishing, Μέρος 6, σελ. 609: «Τα Σατουρνάλια στη Ρώμη παρείχαν το πρότυπο για τα περισσότερα από τα χαρωπά έθιμα της περιόδου των Χριστουγέννων».
  29. “With the triumph of Christianity, Christmas replaced the pagan festival, Christians having applied ‘Sun of Righteousness’ (Mal. 4:2) to Christ.” (Paul J. Achtemeier et al., Harper’s Bible Dictionary, San Francisco: Harper & Row, 1985, 163 / “[…] celebrated on December 25 to replace the pagan festival of the sun” (Robert Webber, The Services of the Christian Year, Nashville: Star Song Pub. Group, 1994, 80 / “Το καλαντάρι του θεού Ήλιου του Αήττητου πραγματικά βοήθησε στον προσδιορισμό της ημερομηνίας των Χριστουγέννων […] αυτά τα γεγονότα με κανένα τρόπο δεν άλλαξαν τον ουσιώδη χαρακτήρα της Χριστιανικής πίστεως.” (Ward McAfee, Τα πέντε μεγάλα ζωντανά θρησκεύματα, (Μτφρ: Σάββας Αγουρίδης), Άρτος Ζωής, 2001, 3η έκδ. σελ. 192
  30. Με βάση το θεωρούμενο ως προφητικό για το πρόσωπο του Χριστού χωρίο του Μαλ. 3:20: “ανατελεί υμίν τοίς φοβουμένοις το όνομά μου ήλιος δικαιοσύνης” (βλ. και Ζαχ. 6:12 “ανατολή όνομα αυτώ” όπως και Ψαλμ. 18:6 “εν τω ηλίω έθετο το σκήνωμα αυτού”). Σε πατερικές ερμηνείες βλέπουμε το συσχετισμό αυτό: “Χριστός Κύριος ο της αναστάσεως ήλιος” (Κλήμ. Αλεξ. Προτρεπτικός, 9.84), “Ο Κύριος υμών ο ήλιος της Δικαιοσύνης εστίν” (Ωριγ. “Υπόμνημα και Ομιλίαι εις τους Ψαλμούς”, 12.1241), “ήλιος Δικαιοσύνης και ανατολή εν ταις Γραφαίς ωνόμασται ο Χριστός” (Ιωάν. Δαμασκ. Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως, 8.5) κ.ά.
  31. Encyclopedia of Catholic Devotions and Practices, Ann Ball, 2003, Our Sunday Visitor Publishing.
    • “…όπου στα εβραϊκά “η ημέρα του” μεταφράζεται σωστά ως “η ημέρα της γέννησής του”.(J. Gerald Janzen, Job, Interpretation, John Knox Press, 1985, 36)
    • “ο καθένας στην ημέρα του”, πιθανώς αναφέρεται στα χωριστά γενέθλια των γιων” (John Barton and John Muddiman, Oxford Bible Commentary, Oxford University Press, 2001, Job 1:1.)
    • “Ο καθένας στη δική του ημέρα. Οι περισσότεροι υπομνηματιστές θεωρούν ότι αυτές οι γιορτές ήταν εορτασμοί γενεθλίων. Κάθε γιος με τη σειρά του, όταν έφταναν τα γενέθλιά του, οργάνωνε διασκέδαση για τους έξι αδελφούς του.” (The Pulpit Commentary: Job, ed. H. D. M. Spence-Jones; Bellingham, 2004, 3)
    • “Τα παιδιά θα πρέπει να είχαν χαρεί αρκετά ο ένας την παρέα του άλλου καθώς συναντιούνταν συχνά για να γιορτάσουν τα γενέθλιά τους. Αυτό δείχνει και την ανατροφή που τους πρόσφερε ο Ιώβ με τη γυναίκα του.” (Warren W. Wiersbe, Be Patient-An Old Testament study, Victor Books, 1996, Job 1:4)
    • “Γιόρταζαν στα σπίτια τους, ο καθένας στην ημέρα του. Είναι πιθανό ότι μία γιορτή γενεθλίων υπονοείται εδώ. Όταν τα γενέθλια του ενός έφταναν, προσκαλούσε τους αδελφούς και τις αδελφές του για να γιορτάσουν μαζί του.” (Adam Clarke, Clarke’s Commentary: Job, Abingdon Pr, 1977, Job 1:4)
    • “Κάθε ένας από τους γιους του Ιώβ θα έπαιρνε μέρος σε μια γιορτή με τα αδέλφια του στην “καθορισμένη ημέρα του”. Ο όρος αυτός θα μπορούσε να αναφέρεται σε εορτασμό γενεθλίων.” (Earl D. Radmacher et al., New King James Version, T. Nelson Publishers, 1997, Job 1:4)
    • “Γενέθλια: Το έθιμο των γενεθλίων είναι πανάρχαιο, Γέν. 40:20 […] και στο Ιώβ 1:4, κ.λπ., διαβάζουμε ότι οι γιοι του Ιώβ γιόρταζαν “ο καθένας στην ημέρα του” (William Smith, Smith’s Bible Dictionary, 1997, λήμμα: Birthdays)
    • “Δεν είναι βέβαιο πια ακριβώς ήταν αυτή η ειδική ημέρα, αν και μερικοί θεωρούν ότι επρόκειτο για γενέθλια.” (KJV Bible Commentary, Nashville: Thomas Nelson, 1997, 929)
    • “Κάθε φορά οι επτά γιοι του διοργάνωναν μια γιορτή (ενδεχομένως μία γιορτή γενεθλίων).” (John F. Walvoord et al., The Bible Knowledge Commentary : An Exposition of the Scriptures, Wheaton, IL: Victor Books, 1983, 1:719.)
    • “Μια άλλη άποψη, που υποστηρίζουν μερικοί υπομνηματιστές, είναι πως η έκφραση «στην ημέρα του» αναφέρεται στα γενέθλια κάθε γιου, οπότε σ’ αυτή την περίπτωση θα υπήρχαν επτά γιορτές ετησίως.” (William David Reyburn, A Handbook on the Book of Job, United Bible Societies, 1992, 34.)
    • “Η ‘ημέρα’ του κάθε αδελφού θα ήταν πιο φυσικό να είναι τα γενέθλιά του”(David J. A. Clines, vol. 17, Word Biblical Commentary: Job 1-20, Dallas: Word, Incorporated, 2002, 15)

    Για πολλούς ερμηνευτές, το νόημα του εδαφίου 1:4, το προσδιορίζει η σαφής έκφραση του Ιώβ στο 3:1-3:

    “…ο Ιώβ άνοιξε το στόμα του, και καταράστηκε την ημέρα του…Είθε να χαθή η ημέρα κατά την οποία γεννήθηκα”.

    όπου εξηγεί την έκφραση η ημέρα του ως την ημέρα της γέννησής του, και έτσι δίνει στο χωρίο 1:4 το νόημα περί εορτασμού γενεθλίων.
    Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι άλλοι διαφωνούν με μια τέτοια ερμηνεία του εν λόγω χωρίου:

    • “Το ότι οι γιοι του Ιώβ «έκαναν συμπόσιο στο σπίτι του καθενός τους, ο καθένας τη δική του ημέρα» δεν πρέπει να θεωρηθεί ως αναφορά στον εορτασμό των γενεθλίων τους. (Ιώβ 1:4) Η λέξη «ημέρα» σε αυτό το εδάφιο αποτελεί μετάφραση του εβραϊκού όρου γιoμ και αναφέρεται στη χρονική περίοδο από την ανατολή μέχρι τη δύση. Από την άλλη πλευρά, στα Εβραϊκά τα «γενέθλια» αποτελούν συνδυασμό των δύο λέξεων γιoμ και χουλέδεθ. Η διαφορά μεταξύ της «ημέρας» και των γενεθλίων ενός ατόμου φαίνεται στο εδάφιο Γένεση 40:20, όπου εμφανίζονται και οι δύο όροι: «Την τρίτη ημέρα [γιόμ], λοιπόν, συνέβη να είναι τα γενέθλια του Φαραώ [κατά λέξη, «η ημέρα (γιoμ) της γέννησης (χουλέδεθ) του Φαραώ]». Έτσι επιβεβαιώνεται ότι στο εδάφιο Ιώβ 1:4 δεν γίνεται αναφορά σε γενέθλια, όπως συμβαίνει αναμφίβολα στο Γένεση 40:20. Φαίνεται ότι οι εφτά γιοι του Ιώβ διοργάνωναν μια οικογενειακή σύναξη (πιθανώς μια γιορτή της άνοιξης ή του θερισμού) και, καθώς ο εβδομαδιαίος εορτασμός προχωρούσε, ο κάθε γιος φιλοξενούσε το συμπόσιο στο σπίτι του «τη δική του ημέρα»”.—’Ενόραση στις Γραφές, Β. & Φ.Ε. Σκοπιά, 1988, Τομ. 1, σελ. 319, στην Αγγλική.
    • “Όλοι οι γιοι… επρόκειτο εκ περιτροπής να οργανώνουν συνάξεις για χαρωπούς εορτασμούς· αυτό ακούγεται περισσότερο να σημαίνει συνεχόμενες κοινωνικές εκδηλώσεις, παρά απλώς ετήσιες γιορτές ή γενέθλια”.—New International Bible Commentary, Gen. Edit. F.F. Bruce, Zondervan Publishing House, 1999.
    • “Δεν είναι βέβαιο ποια ήταν αυτή η ξεχωριστή μέρα, αν και μερικοί θεωρούν ότι πρόκειται για γενέθλια. Ο Delitzsch διαφωνεί με τούτη την άποψη (Biblical Commentary on the Book of Job, τομ. 10, σελ. 50) και δηλώνει: “Αν το κείμενο κατανοηθεί όπως ακριβώς είναι γραμμένο, αναφέρεται σε εβδομαδιαίο κύκλο (Oehler και άλλοι). Ο καθένας από τους επτά γιους διοργάνωνε με τη σειρά του γεύματα με τους άλλους σε εβδομαδιαία βάση…” Ο Pope (σελ. 8) αναφέρει με ανάλογη έμφαση ότι “δεν πρέπει να φτάσει κανείς στο συμπέρασμα πως, εφόσον υπήρχαν επτά γιοι και επτά ημέρες την εβδομάδα, οι γιοι και οι κόρες του Ιώβ συμμετείχαν σε ακατάπαυστους κύκλους συμποσίων. Το συμπόσιο ήταν αναμφίβολα μια ετήσια περίσταση, πιθανότατα το συμπόσιο για τη συγκομιδή στο τέλος του [σεληνιακού] έτους” (βλ. Εξ 23:16· Λευ 23:5–8, 34–44· Αρ 29:35· 2Χρ 7:9)”.—The King James Version Commentary, Thomas Nelson Publishers, 1994.
    • “Η περίπτωση των συμποσίων που αναφέρεται στο εδάφιο Ιώβ 1:4 δεν είναι σαφής. Επειδή οι επτά μέρες φαίνεται να είναι συναπτές, είναι σχεδόν αδύνατο να επρόκειτο για γενέθλια”.—Encyclopædia of Religion and Ethics, J. Hasting, G. Margoliouth, 1999.
    • “Αυτοί τηρούσαν έναν κύκλο συμποσίων σε συγκεκριμένες εποχές (εδ. 4)· πήγαιναν και συμποσίαζαν στα σπίτια τους”.—Mathew Henry’s Commentary on the Whole Bible, 1706-1741.
    • “Μόνο δύο τέτοιες επέτειοι [δηλ. γενέθλια] είναι καταγραμμένες στη Γραφή, αυτή του Φαραώ της εποχής του Ιωσήφ (Γε 40:20) και εκείνη του Ηρώδη Αντύπα (Ματ 14:6· Μαρ 6:21)”.—The New Bible Dictionary, InterVarsity Press, 3η εκδ., 1996.
    • Ο καθένας στην ημέρα του: δηλ. στην ημέρα που του αντιστοιχούσε με τη σειρά για τη διοργάνωση γιορτής”.—Notes of A New Translation of Job, George R. Noyes, 1874, σελ. 186.

    Στις περισσότερες μεταφράσεις της Αγίας Γραφής, η επίμαχη φράση του εβραϊκού κειμένου (“ο καθένας στην ημέρα του”) είτε αποδίδεται απλώς κατά λέξη, χωρίς οποιαδήποτε νύξη σε γενέθλια, (βλέπε ASV, ΒΒΕ, CJB, DBY, DRA, ERV, ESV, GNV, JPS, KJV, LTB, NAS, NAU, NKJ, RSV, RWB, WEB, YLT, Βάμβας, ΜΝΚ) είτε πιο ελεύθερα: “Ο καθένας στην προσδιορισμένη ημέρα του” (ΝΚJ, TNK) ή “ο καθένας με τη σειρά του”. (CEV, CSB, GWN, NAB, NET, NIB, NIV, NJB, NLT, NRS, ΝΜΒ) Με την τελευταία απόδοση συντάσσεται και το The Hebrew and Aramaic Lexicon of the Old Testament, των L. Koehler και W. Baumgartner. Είναι ενδιαφέρον ότι οι Εβδομήκοντα επίσης δεν χρησιμοποιούν στην απόδοσή τους κάποια λέξη που να σχετίζεται με γενέθλια, αλλά γράφουν “καθ’ εκάστην ημέραν”, δηλαδή “κάθε μέρα” (LXE).

    • Herod Antipas: A Contemporary of Jesus Christ, Harold W. Hoehner, Zondervan Publ., 1983, σελ. 161: «Οι Ιουδαίοι απεχθάνονταν τον εορτασμό των γενεθλίων και τα θεωρούσαν γιορτή των Εθνικών».
    • Inside Judaism: The Concepts, Customs, and Celebrations of the Jewish People, Alfred J. Kolatch, 2006, σελ. 72: «Η Ιουδαϊκή παράδοση απέδιδε ελάχιστη σημασία στα γενέθλια. Ο καιρός για γιορτή είναι μετά την επιτυχημένη πορεία κάποιου στη γη».
    • Judaism Viewed from Within and from Without: Anthropological Studies, Harvey Ellis Goldberg, 1987, SUNY Press, σελ. 267: «Ο εορτασμός των γενεθλίων δεν αποτελεί μέρος της Ιουδαϊκής παράδοσης».
    • Encyclopaedia Judaica, λήμμα “Birthday”: «Ο εορτασμός των γενεθλίων είναι άγνωστος στο παραδοσιακό Ιουδαϊκό τελετουργικό».
    • Geoffrey W. Bromiley, The International Standard Bible Encyclopedia, Revised, Wm. B. Eerdmans, 2002, 1:515.
  32. Μαρτυρίες για την Ταυτότητα των Βυζαντινών και των Ρωμιών σε Ελληνικές Πηγές, Δημήτριος Κωνσταντέλος, από το περιοδικό Πεμπτουσία τεύχ. 7, 8, 9 Δεκέμβριος 2001 – Νοέμβριος 2002, όπως εμφανίζεται στο ίντερνετ στον ιστόποτοπο myriobiblos.gr
  33. “Reason for Purim… Why is the plural form of the noun used?…The Christian communities have accomplished a similar transformation of December 25.” (Eugene F. Roop, Ruth, Jonah, Esther, Believers church Bible commentary Scottdale, Herald Press, 2002, 249)

Πηγή : wikipedia

Pin It on Pinterest