Φάρμακα για την πίεση συνδέονται με καρκίνο στο πάγκρεας! Τι έδειξε μεγάλη έρευνα

Συγκεκριμένα, μεγάλη μελέτη σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες έδειξε ότι, εκείνες που είχαν πάρει βραχείας δράσης φάρμακο που λειτουργεί ως αναστολέας διαύλων ασβεστίου (CCB) παρουσίασαν αύξηση στον κίνδυνο για καρκίνο στο πάγκρεας κατά 66%!

Επίσης, γυναίκες που χρησιμοποίησαν βραχείας δράσης φάρμακο CCB για τρία ή περισσότερα χρόνια αντιμετώπισαν περισσότερο από το διπλάσιο κίνδυνο για καρκίνο του παγκρέατος, σε σύγκριση με εκείνες που είχαν πάρει άλλα είδη φαρμάκων για την αρτηριακή πίεση.

Αυτή η κατηγορία φαρμάκων περιλαμβάνει βραχείας δράσης νιφεδιπίνη (εμπορικές ονομασίες Procardia, Adalat CC), νικαρδιπίνη (Cardene IV), και διλτιαζέμη (Cardizem).

Τα βραχείας δράσης CCB ήταν τα μοναδικά φάρμακα για την αρτηριακή πίεση, που συνδέθηκαν με αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο του παγκρέατος, σύμφωνα με τον επικεφαλής της μελέτης, Zhensheng Wang.
Δεν υπάρχει λόγος πανικού – Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός, αλλά χαμηλός

Τα άτομα που παίρνουν αυτή την κατηγορία φαρμάκων δεν πρέπει να πανικοβληθούν, επειδή ο απόλυτος κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του παγκρέατος παραμένει πολύ χαμηλός. Σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου των ΗΠΑ, μόνο το 1,6% των Αμερικανών θα αναπτύξει τον συγκεκριμένο καρκίνο κατά τη διάρκεια της ζωής του. Αυτό σημαίνει ότι -ακόμη και μετά από τον αυξημένο κίνδυνο από την λήψη ενός φαρμάκου CCB- οι πιθανότητες ενός ατόμου για καρκίνο στο πάγκρεας παραμένουν ελάχιστες.

Ωστόσο, το αποτέλεσμα της εν λόγω έρευνας ήταν απροσδόκητο, δήλωσε ο Wang, μεταδιδακτορικός συνεργάτης στο Baylor College of Medicine στο Χιούστον των ΗΠΑ.

Προηγούμενες έρευνες είχαν υπονοήσει ότι τα CCB θα μπορούσαν ακόμη και να προστατεύουν από τον καρκίνο του παγκρέατος, αυξάνοντας τα επίπεδα μιας πρωτεΐνης (sRAGE) που είναι γνωστό ότι διατηρεί υπό έλεγχο την φλεγμονή, δήλωσε ο Wang. Η μειωμένη φλεγμονή συνδέεται τυπικά με χαμηλότερο κίνδυνο για μια σειρά καρκίνων.
Τι μπορεί να εξηγήσει τα τελευταία επιστημονικά ευρήματα;

Ο Wang σημείωσε ότι ένα βραχείας δράσης CCB είναι το “λιγότερο αποτελεσματικό” φάρμακο για την αρτηριακή πίεση, που είναι διαθέσιμο. Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι πολλές από τις γυναίκες στην μελέτη δεν είχαν εξαρχής καλό έλεγχο της αρτηριακής τους πίεσης, γεγονός που θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο για διαβήτη. Και ο διαβήτης είναι γνωστός παράγοντας κινδύνου για τον καρκίνο του παγκρέατος.

Ο κ. Wang δήλωσε επίσης, ότι δείγματα αίματος που ελήφθησαν από περισσότερες από τις μισές ασθενείς με καρκίνο του παγκρέατος, αποκάλυψαν ότι εκείνες που δεν είχαν πάρει ποτέ βραχείας δράσης CCB για την πίεση είχαν επίσης σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα της πρωτεΐνης sRAGE, σε σύγκριση με τις γυναίκες που είχαν πάρει άλλα είδη φαρμάκων για την αρτηριακή πίεση. Αυτό θα σήμαινε μικρότερο έλεγχο της φλεγμονής και, συνεπώς, πιθανώς υψηλότερο κίνδυνο για καρκίνο.
Πώς έγινε η έρευνα για τους αναστολείς διαύλων ασβεστίου (CCB)

Τα φάρμακα CCB μειώνουν την αρτηριακή πίεση εμποδίζοντας την είσοδο ασβεστίου στα κύτταρα της καρδιάς και των τοιχωμάτων των αιμοφόρων αγγείων. Αυτό ελαττώνει την καρδιακή καταπόνηση και το φόρτο εργασίας στην καρδιά.

Το 1996, ο αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) έλαβε μέτρα για να αποθαρρύνει τους γιατρούς να συνταγογραφούν νιφεδιπίνη βραχείας δράσης. Προειδοποίησε ότι ορισμένοι ερευνητές είχαν συνδέσει το εν λόγω φάρμακο με αυξημένο κίνδυνο καρδιακής προσβολής και εγκεφαλικού επεισοδίου.

Η παρούσα μελέτη παρακολούθησε περισσότερους από 145.000 συμμετέχουσες ηλικίας 50-79 ετών στην αρχή της μελέτης. Η χρήση φαρμάκων -αλλά όχι η δοσολογία- που ακολούθησαν παρακολουθήθηκε από τους ερευνητές την περίοδο 1993-1998. Μέχρι το 2014, περισσότερες από 800 είχαν αναπτύξει καρκίνο του παγκρέατος, με τον κίνδυνο να παρουσιάζει αύξηση μόνο σε εκείνες που λάμβαναν βραχείας δράσης CCB.
Για όσες έπαιρναν τα εν λόγω φάρμακα τρία χρόνια ή περισσότερο, ο κίνδυνος καρκίνου του παγκρέατος ήταν 107% υψηλότερος από εκείνες που έλαβαν άλλα φάρμακα για την αρτηριακή πίεση.

Τα φάρμακα CCB με μεγαλύτερη διάρκεια δράσης δεν συσχετίστηκαν με οποιαδήποτε αύξηση κινδύνου. Το ίδιο αποδείχτηκε και για τους β-αναστολείς, τα διουρητικά φάρμακα και τους αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης (ACE inhibitors).

iatropedia

Pin It on Pinterest