Το αφιέρωμα του Τέρη στον Γιώργο Μισσίκο

Του Τέρη Χατζηιωάννου

Πολύ με πίκρανες ζωή/μακριά θα φύγω ένα πρωί/θ’ ανέβω σ’ ένα αεροπλάνο/να δω τον κόσμο από κει πάνω/Σπασμένο καράβι οι καρδιές μας.

Έφυγε από τη ζωή ο θρυλικός τραγουδιστής Γιώργος Μισσίκος και πολλοί φίλοι του (βλέπεις ο κορωνοϊός !) τον οδήγησαν στην τελευταία του κατοικία. Στη ροδίτικη γη, που με πάθος αγάπησε.

Άνθρωπος σύμβολο με τεράστια προσφορά στην μουσική ιστορία του τόπου. Ένας άνθρωπος που επέδρασε καταλυτικά στην προβολή και ανάπτυξη της οικονομίας του νησιού. Άλλωστε ένα σημαντικό μέρος του τουριστικού θαύματος της Ρόδου, βασιζόταν στην νυχτερινή ζωή.

Ο Γιώργος Μισσίκος μεγάλωσε στο μαράσι του Αγίου Νικολάου και από 13 χρόνων βρέθηκε να υμνεί, Τον Κύριο, ψαλτάκι στην ομώνυμη εκκλησιά. Από νωρίς στο μεροκάματο για να βοηθήσει την γιαγιά του που ανέλαβε την φροντίδα του, καθώς οι γονείς του μετακόμισαν στο εξωτερικό προς αναζήτηση καλύτερης ζωής.

Το πρωί καθάριζε λεωφορεία και το βράδυ δούλευε ως βοηθός σερβιτόρου στο νυχτερινό κέντρο «Έλλη» που φρόντιζε για την διασκέδαση των αμερικανών του πλωτού ραδιοφωνικού σταθμού Κούριερ που ήταν δεμένο στο λιμάνι της Ρόδου. Έπαιζαν τα τζουκ μποξ τα αμερικάνικα κι ο Γιώργος «ρουφούσε» και μάθαινε αγγλικά, μέσα από τα τραγούδια. Με πρώτο δάσκαλο Αγγλικών τον Ρει Τσαρλς, όπως έλεγε ο ίδιος και στο σχολειό των Ελβις και των Σκαθαριών έμαθε φαρσί τη γλώσσα. Αυτοδίδακτος στην κιθάρα από μικρός απέδειξε ότι έχει τη στόφα μεγάλου καλλιτέχνη, καθώς όπως αριστοτεχνικά έμαθε να τραγουδά και να «γρατσουνίζει» νότες, με την ίδια φινέτσα έβαζε και γκολ ως σέντερ φορ του «Ροδιακού», παρέα με τον Γεωργαλή, τον Αχιολλά, τον Παυλίδη. Βιρτουόζος στο χαρτί, στην πόκα και το Θανάση. Άσσος στο τάβλι, απολάμβανε τις πόρτες και το πλακωτό, με τον ίδιο τρόπο που οι θαμώνες άκουγαν την υπέροχη μπάσα μα και βελούδινη φωνή του να ερμηνεύει μοναδικά σε υψηλές οκτάβες ή σε χαμηλές (όταν ήταν βραχνιασμένος) διαμάντια του ελληνικού και ξένου πενταγράμμου.

Αναρωτιέμαι τελικά ποιος ερμήνευε καλύτερα το House of the rising sun! Ο Μπάρτον ή ο Μισσίκος ? Το «Όταν κοιτάς από ψηλά»! Ο Χατζής ή ο Μισσίκος ? Το Σπασμένο Καράβι, ο Καράλης ή ο Μισσίκος ? Γιατί ο Μισσίκος τα «αγκάλιαζε» τα τραγούδια με την απίστευτη υπερφωνάρα του.

Χαρακτηριστικά τα όσα έγραψε για την έκταση της φωνής του και ο Χρίστος Δάντης. «Θυμάμαι μια χρονιά που δουλέψαμε παρέα, δε μπορούσα να παλέψω τη φωνάρα σου σ ένα τρίο που κάναμε με τον Γιάννη.(Πάριος) Ήταν το “All For One”. Καλό ταξίδι παλιόφιλε, καλό ταξίδι υπερφωνάρα, κι ας μη μίλησε το ευρύ κοινό για τη φωνή σου, θυμόμαστε εμείς. Αντίο Γιώργο Μισσίκο…» έγραψε ο Δάντης.

Μόνο στα παραμύθια μπορεί κανείς να μεταφέρει τις εικόνες από το πέρασμα του σε ναιτ κλαμπ της χρυσής εποχής της νυχτερινής Ρόδου, όπως το Καψής, Ισαμπέλλα, Blue Bird κ.α. Με μοναδικό διαβατήριο την φωνή του και τον υψηλό επαγγελματισμό που τον διέκρινε, έκανε καριέρα ο Μισσίκος. Ηλέκτριζε το κοινό με αυθεντικότητα που λειτουργούσε απολύτως φυσικά απελευθερώνοντας μια δύναμη αυθόρμητη κι αντανακλαστική που ξεπερνά το χρόνο και διαχέεται στο άπειρο. Κι αυτό δεν μπορεί να το πετύχει ο καθένας. Αυτό είναι πηγαίο ταλέντο που δεν έχει νόρμες, κανόνες, προδιαγραφές. Ή το έχεις ή δεν το έχεις, κι ο Μισσίκος τόχε.

Οι εμφανίσεις του Μισσίκου έκρυβαν κάτι μυστηριακό, γιατί έβγαζαν στον αέρα κάτι απροσδιόριστο.Ήταν ένα πάρτι ο Μισσίκος, μια γιορτή που δε λέγει να τελειώσει. Γιατί η τέχνη ξεπερνά το χρόνο κι αυτό ο Μισσίκος το ξέρε καλά. Και που δεν τραγούδησε. Ένας εκπληκτικός Showman με απίστευτη κίνηση που έκανε θραύση στο γυναικείο κοινό και διαφήμιζε τη Ρόδο στα πέρατα της γης.

Ήταν παγκόσμιος ο Μισσίκος.Δεν περιορίστηκε εντός των ελληνικών συνόρων. Δεν άφησε ευρωπαϊκή πόλη που να μην τραγούδησε, έφτασε άλλωστε μέχρι την Αμερική. Πρώτο όνομα στην μαρκίζα ήταν. Κι ας δούλεψε με κορυφαίους όπως οι Πάριος, Τερζής, Καρράς, Σακελλαρίου, Ρέμος, Βανδή κ.α. Γνήσιος Ροδίτης ο Μισσίκος έβαζε τη Ρόδο πάνω απ’ όλα κι όλους, αρνούμενος ακόμη και την εκτίναξη της καριέρας του. Kαι κάθε φορά που άνοιγε τα φτερά του, έκανε αναστροφή και επέστρεφε στη φωλιά του.

Δάσκαλο, τον αποκαλούσε ο Γιάννης Πάριος, ενώ τις καλύτερες εντυπώσεις για την πάστα της ανθρωπιάς του (αμοιβαία τα αισθήματα) είχε και ο Βασίλης Καρράς. Τον αγαπούσε τον Μισσίκο και τον στήριξε στο τροχαίο που άλλαξε τη ζωή του ή μάλλον τον έκοψε από ένα νέο κύκλο μιας «δεύτερης» καριέρας με ευοίωνες προοπτικές. Δεν πρόκειται για μνημόσυνο μιας χαμένης εποχής, αφού ο Μισσίκος είναι τόσο ζωντανός και τόσο ορμητικός που όχι απλώς παρασύρει, αλλά στις αναμνήσεις μας συνεχίζει να μας κόβει την ανάσα.

Η όποια συγκίνηση θα ακολουθήσει πολύ αργότερα, αφού πια ο ηλεκτρισμός της συναυλίας ξεθυμάνει…Και ο παλιός ήχος δένει τόσο πολύ, γίνεται τόσο απογειωτικός και φρενήρης κι όσο περνά η ώρα, τόσο επιβλητικός που τείνει στο αθάνατο. Και κάπως έτσι έγινε πατριάρχης μιας μυσταγωγίας που είχαμε την χαρά να ζήσουμε μαζί του.

Ίνδαλμα της νιότης μας, ο Μισσίκος. Μιας εποχής αυθεντικότητας. Κεφαλαίο ο ίδιος, μαγκιάς, γνήσιας λαϊκότητας με ροκ συνείδηση που παρέμεινε αναλλοίωτη και ισχυρή στα χρόνια.

Καλό ταξίδι φίλε μου.

ΥΓ) Η φωτό είναι από την τελευταία συνάντηση μας στο σπίτι του 25 Απριλίου 2020 με αφορμή την συμμετοχή του στην τηλεοπτική μου εκπομπή “Μαζί στις 3”- ΑΙΓΑΙΟ Tv, όπου επίσης συμφωνήσαμε να τον βοηθήσω να γράψει ένα βιβλίο με τις αναμνήσεις της λαμπερής του καριέρας.

Είπαμε ότι θα ξεκινούσαμε μετά το τέλος της απομόνωσης.

Δεν προλάβαμε.

Αλλά όπως του έλεγαν:- Έλα ρε, όπως έζησες εσύ κανένας δεν έζησε…»…

Διαβάστε περισσότερα νέα εδώ

Pin It on Pinterest