Μια ειρηνική διαμαρτυρία μετατράπηκε σε τραγωδία – 29 χρόνια από το φρικτό λιντσάρισμα που συγκλόνισε Έλληνες και Κύπριους.
Στις 11 Αυγούστου 1996, το όνομα του 24χρονου Τάσου Ισαάκ πέρασε για πάντα στη μνήμη του Κυπριακού Ελληνισμού και όχι μόνο. Η άγρια δολοφονία του μέσα στη νεκρή ζώνη της Δερύνειας, κατά τη διάρκεια διεθνούς αντικατοχικής πορείας μοτοσικλετιστών, συντάραξε την κοινή γνώμη και ανέδειξε με τον πιο τραγικό τρόπο τις συνέπειες της συνεχιζόμενης τουρκικής κατοχής.
Η κινητοποίηση είχε ξεκινήσει με πρωτοβουλία της Κυπριακής Ομοσπονδίας Μοτοσικλετιστών, η οποία κάλεσε μοτοσικλετιστές από όλη την Ευρώπη να συμμετάσχουν σε πορεία από το Βερολίνο έως την κατεχόμενη Κερύνεια, με αφορμή τη συμπλήρωση 22 ετών από την τουρκική εισβολή του 1974. Περίπου 200 αναβάτες από 12 χώρες ανταποκρίθηκαν, και στις 10 Αυγούστου έφτασαν στην Κύπρο.
Η κίνηση προς τη Δερύνεια
Παρά τις αρχικές εξαγγελίες, οι εσωτερικές πιέσεις αλλά και διεθνείς παραινέσεις οδήγησαν την Ομοσπονδία στην απόφαση να περιορίσει την εκδήλωση σε συγκέντρωση στο Μακάριο Στάδιο, αποφεύγοντας την είσοδο στη νεκρή ζώνη. Ωστόσο, ομάδα μοτοσικλετιστών διαφώνησε και κινήθηκε αυθόρμητα προς την περιοχή της Δερύνειας, αποφασισμένοι να υψώσουν συμβολικά τη φωνή τους εκεί όπου το νησί παραμένει διχοτομημένο.
Ανάμεσά τους και ο Τάσος Ισαάκ, ο οποίος μπήκε στη νεκρή ζώνη μέσω αφύλακτου φυλακίου. Εκεί, η κατάσταση ξέφυγε γρήγορα από κάθε έλεγχο. Πάνω από 1.000 Τουρκοκύπριοι και έποικοι, πολλοί εκ των οποίων μέλη ή υποστηρικτές της τουρκικής εθνικιστικής οργάνωσης “Γκρίζοι Λύκοι”, είχαν ήδη συγκεντρωθεί στην απέναντι πλευρά της γραμμής Αττίλα.
Ανελέητος ξυλοδαρμός
Γύρω στις 4 το απόγευμα, ομάδα Τουρκοκυπρίων εισήλθε στη νεκρή ζώνη κρατώντας λοστούς και ρόπαλα, επιτιθέμενη στους διαδηλωτές. Ο Ισαάκ, στην προσπάθειά του να βοηθήσει έναν φίλο του που είχε εγκλωβιστεί, έμεινε και ο ίδιος παγιδευμένος. Εκεί, δέχθηκε ανελέητο ξυλοδαρμό από ομάδα πολιτών και αστυνομικών του κατοχικού καθεστώτος, μπροστά στα μάτια ανήμπορων παρατηρητών του ΟΗΕ.
Παρά την παρουσία ειρηνευτών -ανάμεσά τους και δύο Ιρλανδοί αστυνομικοί της UNFICYP- δεν κατέστη δυνατό να αποτραπεί η φονική επίθεση. Ο Ισαάκ υπέκυψε στον άγριο ξυλοδαρμό μόλις λίγα μέτρα μακριά από την ελληνοκυπριακή πλευρά. Ο απολογισμός της σύγκρουσης ήταν βαρύς: 54 Ελληνοκύπριοι, 17 Τουρκοκύπριοι και 12 μέλη των ειρηνευτικών δυνάμεων τραυματίστηκαν.
Η είδηση της δολοφονίας προκάλεσε σοκ στην κυπριακή κοινωνία. Η κηδεία του, στις 14 Αυγούστου στο Παραλίμνι, τελέστηκε σε κλίμα βαθιάς συγκίνησης. Τραγική φιγούρα η έγκυος σύζυγός του, η οποία λίγους μήνες αργότερα θα έφερνε στον κόσμο τη μοναχοκόρη τους, Αναστασία.
Μόλις τρεις ημέρες μετά, η τραγωδία θα αποκτούσε ακόμη πιο συμβολική διάσταση, με τη δολοφονία του εξαδέλφου του Ισαάκ, Σολωμού Σολωμού, ο οποίος έπεσε νεκρός από τουρκικά πυρά ενώ επιχειρούσε να κατεβάσει την τουρκική σημαία από φυλάκιο των Κατεχομένων.

Ένταλμα σύλληψης
Το φθινόπωρο του 1996, οι κυπριακές αρχές εξέδωσαν διεθνή εντάλματα σύλληψης κατά πέντε προσώπων, τα οποία φέρονται ως άμεσα εμπλεκόμενα στη δολοφονία του Τάσου Ισαάκ. Μεταξύ αυτών και ο Ερχάν Αρικλί, τουρκογενής έποικος από την πρώην Σοβιετική Ένωση, ο οποίος συνελήφθη το 2012 στο Κιργιστάν, αλλά απελευθερώθηκε μετά από τουρκικές παρεμβάσεις.
Το 2008, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καταδίκασε την Τουρκία για παραβίαση του άρθρου 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης – το δικαίωμα στη ζωή – και επιδίκασε αποζημίωση στην οικογένεια του θύματος.
Η μνήμη του Τάσου Ισαάκ παραμένει ζωντανή, όχι μόνο ως υπενθύμιση της τουρκικής βαρβαρότητας στην Κύπρο, αλλά και ως σύμβολο ειρηνικής αντίστασης και θυσίας για την ελευθερία. Η κόρη του βαφτίστηκε το 1997 από τον τότε Υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας, Θεόδωρο Πάγκαλο, σε μια τελετή με έντονη συγκινησιακή φόρτιση. Η Χάρις Αλεξίου της αφιέρωσε το «Τραγούδι του Χελιδονιού» ως ελάχιστο φόρο τιμής στον πατέρα που δεν πρόλαβε να γνωρίσει.