Την ώρα που καραβιές προσφύγων φτάνουν στα νησιά μας -αν βεβαίως καταφέρουν να γλυτώσουν τον πνιγμό-, φουντώνουν οι δηλώσεις, οι πολιτικές προτάσεις, οι αντιδικίες, ενίοτε και οι γραφικότητες, όχι βέβαια για τη λύση, αλλά για την αντιμετώπιση του «φαινομένου».
Θεωρώ ότι αντί ν’ ανησυχούμε για τον κίνδυνο μη γίνουν τα νησιά μας «αποθήκες ψυχών» λες και είναι ασώματες οι ψυχές αυτές, καλό θα ήταν ν’ ασχοληθούμε με τη σωτηρία της δικής μας ψυχής, που όπως λέει και το τραγούδι «είναι πολύ μεγάλο πράγμα». Γι’ αυτό μπαίνω στον πειρασμό να καταγράψω μερικές σκέψεις.
Αν οι συνθήκες στη Συρία και στην ευρύτερη περιοχή, δεν απειλούσαν τη ζωή των αμάχων, θα άφηναν αλήθεια οι άνθρωποι αυτοί τη ζωή τους, τη δουλειά τους, τις περιουσίες τους και θα έπαιρναν το δρόμο της προσφυγιάς; Γιατί άραγε; Για να πνιγούν στο Αιγαίο; Για να κάνουν διακοπές στα προαύλια των αστυνομικών τμημάτων και στις προβλήτες των λιμανιών μας, εκθέτοντας βάναυσα το «τουριστικό» μας προϊόν; Για να θαυμάσουν τα αξιοθέατα του Ηλεκτρικού στον Πειραιά και να λιαστούν στην Ομόνοια ή για να βρουν μήπως δουλειά στη ρημαγμένη Ελλάδα;
Το δουλεμπόριο απέναντι ανθεί. Δυο με οχτώ χιλιάδες δολάρια το κεφάλι, η περαντζάδα από τα μικρασιατικά παράλια στα νησιά μας. Με αμφίβολο μάλιστα το αν οι άνθρωποι θα φτάσουν στον προορισμό τους. Πολλά τα λεφτά για να φοβηθούν κάποιοι τις περιπολίες της Frontex και του Λιμενικού μας. Και δεν καταλαβαίνω τι εννοούν όσοι προτείνουν την ενίσχυση της φύλαξης των θαλάσσιων συνόρων; Δηλαδή άμα βρίσκουν εγκαταλελειμμένο ένα σαπιοκάραβο ή τρύπια μια φουσκωτή λέμβο και τους πρόσφυγες φορτωμένους σαν τ’ αρνιά ή πεταμένους στη θάλασσα, τι ακριβώς φύλαξη θα κάνουν; Θα τους πολυβολήσουν; Θα τους επισκευάσουν επιτόπου τη βάρκα και θα τους πουν να κάνουν μεταβολή; Θα τους δώσουν και καπετάνιο, μιας και οι δουλέμποροι έχουν φροντίσει να γίνουν καπνός; Ή μήπως θα μπουν στα τουρκικά χωρικά ύδατα για να τους αποτρέψουν να ξεκινήσουν; Εκτός κι αν πιστεύουν πως κατά μήκος των χωρικών μας υδάτων, μπορούν να υψώσουν κανένα φράχτη, σαν τον Έβρο.
Κι αφού λοιπόν δεν υπάρχει ρεαλιστικά τρόπος αποτροπής και φτάνουν ως εδώ, αρχίζουμε όλοι μαζί να κλαψουρίζουμε, πρωτοστατούντων των ταγών του τόπου (ευτυχώς όχι όλων), για την απαξίωση των νησιών μας και την υποβάθμιση του περιβόητου «τουριστικού» μας προϊόντος, που ειρήσθω εν παρόδω, εμείς οι ίδιοι το υποβαθμίζουμε με όσες δυνάμεις διαθέτουμε. Εμμέσως πλην σαφώς, απροκάλυπτα ή συγκαλυμμένα με πολλά δικολαβίστικα, ζητούμε να ξεκουμπιστούν από δω, να μην τους βλέπουν οι τουρίστες, να μην μας χαλάνε την πιάτσα. Προκειμένου μάλιστα να φύγουν άμεσα, δεν χρειάζεται να τους δώσουμε ούτε καλύβι για να κοιμηθούν, ούτε ρούχο για να ζεσταθούν, ούτε νερό να ξεδιψάσουν και να πλυθούν. Κατά τ’ άλλα ανησυχούμε και για την προστασία της δημόσιας υγείας. Της δικής μας, να εξηγούμαστε, όχι της δικής τους.
Αν λέω, αν βρεθεί τρόπος αυτοί οι άνθρωποι να πιστοποιηθούν ως πρόσφυγες από τις αρχές της γείτονος χώρας (ή από κλιμάκια της ΕΕ ή του ΟΗΕ σ’ αυτήν) και μετά πληρώνοντας καμμιά σαρανταριά δολάρια σε κάποιο από τα τόσα ημερόπλοια μας, να φτάνανε σαν κύριοι με ασφάλεια στα νησιά μας, με τα λεφτά που δεν θα έδιναν στους δουλέμπορους στις τσέπες, τι θα γινόταν άραγε; Μήπως μ’ αυτά θα πλήρωναν τη διαμονή τους σε κάνα από τα αστεράτα all Inclusive ξενοδοχεία μας για κάνα μήνα, μέχρι να τακτοποιηθούν και να τραβήξουν για τον Ευρωπαϊκό βορρά; Κι αν έτσι γίνονταν τα πράγματα, αν λέω γινόταν κάτι τέτοιο, ποια θα ήταν η αντίδρασή μας;
Φαντάζομαι πως θα στήναμε τις γνωστές φολκλόρ εκδηλωσούλες στα λιμάνια μας για να τους υποδεχτούμε, θα τους τρατάραμε, θα τους καλούσαμε στα Δημαρχεία για να τους τιμήσουμε, θα τους κάναμε τους αναγκαίους τεμενάδες στα ξενοδοχεία και στα μαγαζιά μας, θα οργανώνουμε και τα σχετικά τουρ για να γνωρίσουν τα αξιοθέατά μας και βέβαια οι ιθύνοντες θα δίνανε τις καθιερωμένες συνεντεύξεις τύπου, πανηγυρίζοντας για τη θεαματική αύξηση των διανυκτερεύσεων και την αναβάθμιση του «τουριστικού» μας προϊόντος. Κάνω μήπως λάθος;
Άσε βέβαια, που θα γλυτώναμε ένα σωρό έξοδα, περιπολίες, διασώσεις, υπερωρίες λιμενικών, αστυνομικών, Αμυγδαλέζες, κλπ. Θα στερούσαμε ταυτόχρονα τον πακτωλό χρημάτων του δουλεμπορίου, από τους γείτονές μας. Θα είμασταν κύριοι και θα εισπράτταμε εκτός από χρήματα και τα εύσημα από τις ευρωπαϊκές και λοιπές διεθνείς αρχές και οργανισμούς που τώρα τα εισπράττει η Τουρκία, που έστησε εκείνα τα λευκά τσαντίρια στα σύνορά της για να τους υποδεχτεί. Εμείς καλέ έχουμε «τουριστικό» προϊόν που φυσά, τσαντίρια θα στήνουμε;
Όσα διαβάσατε παραπάνω, γράφτηκαν φυσικά για να στηλιτεύσουν τις υποκριτικές, ξενοφοβικές έως και γελοίες αντιδράσεις που καταγράφονται στη χώρα μας από πολιτικές δυνάμεις, συστημικά κανάλια και ορισμένους αυτοδιοικητικούς άρχοντες και κάποιους εκπροσώπους του «τουριστικού» μας προϊόντος.
Επειδή όμως όλοι ψάχνουν αυτή την εποχή για τις καταλληλότερες πολιτικές που απλά θα ξεφουσκώνουν -χωρίς βεβαίως να λύνουν- το πρόβλημα, μήπως λέω αυτή είναι κι η πραγματική του λύση; Άσε που μας πάει γάντι. Αντί να μας κολλάνε τη ρετσινιά του ξενοφοβικού, θα βγούμε κι από πάνω. Θα το παίξουμε πιο χάι κι από κι εκείνες τις ταλαίπωρες συριζαίικες Κινήσεις Πολιτών που τσακίζονται να μαζέψουν δυο κουβέρτες, πέντε ρούχα, μερικά φάρμακα και τρόφιμα και την ακούνε κι από πάνω. «Άμα σας αρέσουν ρε οι μετανάστες, πάρτε από έναν σπίτι σας». Γιατί ρε παιδιά σπίτι μας; Το «τουριστικό» προϊόν τι τόχουμε, αν δεν το αξιοποιήσουμε; Να μην αυξήσουμε τις διανυκτερεύσεις; Να μην αυξήσουμε την εισροή συναλλάγματος, τώρα που τόχουμε κι ανάγκη; Να μη στήσουμε και μια τουριστική έκθεση στη Δαμασκό ή έστω στη Μερσίνα ή στο Μποντρούμι; Μόνο Λόντρες, Βερολίνα, Μόσχες και Παρίσια; Με τα περίπτερά της, τις φωτογραφίσεις, τις δηλώσεις κι όλα της τα μεγαλεία!
Η σωτηρία της ψυχής, είναι πολύ μεγάλο πράγμα…γι’ αυτό ας ευχηθούμε να μη βρεθούμε ποτέ στη θέση τους…