Τα παιδιά που εκτίθενται σε δευτερογενές (παθητικό) κάπνισμα είναι πιο πιθανό να είναι παχύσαρκα μέχρι να κλείσουν την πρώτη δεκαετία της ζωής τους.
Επιστήμονες υποστηρίζουν, ότι όταν κανείς καπνίζει κοντά σε παιδιά ηλικίας 1-3 ετών, είναι το ίδιο επιβλαβές με το αν θα κάπνιζε κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν, ότι τα παιδιά, οι γονείς των οποίων κάπνιζαν όταν ήταν 1-3 ετών, είναι πιο πιθανό να έχουν πιο μεγάλη περιφέρεια μέσης και υψηλότερο δείκτη μάζας σώματος μέχρι να γίνουν 10 ετών. Το ίδιο φαινόμενο έχει παρατηρηθεί και στις μητέρες που καπνίζουν τσιγάρα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους.
Προηγούμενη έρευνα είχε δείξει, ότι το κάπνισμα οδηγεί σε λεπτές διαρθρωτικές αλλαγές στην ανάπτυξη του εγκεφάλου, οι οποίες δημιουργούν μια προτίμηση για τα… λιπαρά.
Η καθηγήτρια Linda Pagani από το πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ ανέφερε σχετικά: «Υποψιαζόμαστε πως τα στατιστικά στοιχεία που έχουμε στα χέρια μας αναφορικά με τη σχέση παιδικής παχυσαρκίας, που οφείλεται στην έκθεση των παιδιών σε παθητικό κάπνισμα από τους γονείς, μπορεί να είναι υποτιμημένα επειδή οι γονείς μπορεί να μην το αναφέρουν από ντροπή».
«Στην ηλικία των δέκα ετών, τα παιδιά που είχαν εκτεθεί κατά διαστήματα ή συνεχώς σε καπνό ήταν πιθανότερο να έχουν μέση μέχρι και τρία πέμπτα της ίντσας μεγαλύτερη από τους συνομηλίκους τους» σημείωσε η ίδια, προσθέτοντας ότι ο δείκτης μάζας σώματός τους ήταν πιο πιθανό να είναι κατά 0,48-0,81 μεγαλύτερος.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει δημοσίευμα της MailOnline, περίπου το 40% των παιδιών σε όλον τον κόσμο εκτίθενται σε παθητικό κάπνισμα μέσα στο σπίτι τους.
Η συγκεκριμένη έρευνα είναι η πρώτη που αναγνωρίζει την ύπαρξη αυτής της σχέσης ανάμεσα στο παθητικό κάπνισμα και την παχυσαρκία.
Παρόμοιες έρευνες στο παρελθόν δεν είχαν λάβει υπόψη άλλους παράγοντες στην οικογένεια, που θα μπορούσαν να επηρεάσει το βάρος του παιδιού, όπως η ψυχική υγεία του γονέα και οι συνακόλουθες επιπτώσεις που μπορεί να έχει αυτό στις επιλογές του τρόπου ζωής τους.
Τα συμπεράσματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Nicotine and Tobacco Research και βασίστηκαν σε ένα δείγμα 2.055 οικογενειών.
πηγή: newsbeast.gr