Τα περισσότερα παιδάκια αναπτύσσουν,κάποια στιγμή, ορισμένους φόβους, οι οποίοι σε κάποιες περιπτώσεις εξελίσσονται σε φοβίες. Ο τρόπος με τον οποίο θα αντιμετωπίσουν οι γονείς τους φόβους και τις φοβίες των παιδιών τους, μπορεί να αποβεί κρίσιμος όσον αφορά την έκβασή τους.
Ο απλός φόβος, τόσο στα παιδιά όσο και στους ενήλικες είναι, μέχρι ενός σημείου, κάτι το φυσιολογικό. Ένας φόβος ορίζεται ως φοβία όταν είναι παράλογος και οι αντιδράσεις στο αντικείμενο του φόβου πολύ έντονες. Ορισμένοι φόβοι προκύπτουν από αρχέγονα ένστικτα επιβίωσης, όπως για παράδειγμα ο φόβος για τα φίδια, τα ύψη, το νερό.
Οι φόβοι αυτοί είναι λογικοί, από την άποψη ότι σχετίζονται με αντικείμενα και καταστάσεις που εμπεριέχουν στοιχεία κινδύνου. Άλλοι, πάλι, είναι λιγότερο εύκολο να εξηγηθούν, και προκύπτουν μέσα από κάποιου είδους εμπειρία, είτε άμεση, είτε έμμεση (για παράδειγμα, ένα παιδάκι θα μπορούσε να αποκτήσει φοβία για τους ανελκυστήρες είτε επειδή το ίδιο κλείστηκε μέσα σε έναν, είτε επειδή ήταν παρόν όταν αυτό συνέβη σε κάποιον άλλον, είτε ακόμα επειδή άκουσε την περιγραφή του συμβάντος).
Στα μικρά παιδιά, οι πιο συνηθισμένες αγχώδεις αντιδράσεις όταν φοβούνται είναι το κλάμα, το «πάγωμα» και το να θέλουν αγκαλιά. Δεν έχει σημασία τι είναι αυτό το οποίο φοβούνται τα παιδιά-η αντιμετώπιση είναι πάντα η ίδια. Στόχος είναι να βοηθήσουμε παιδί μας να ξεπεράσει το φόβο του. Θα πρέπει οπωσδήποτε οι γονείς, όταν το παιδί τους αναστατώνεται ή κλαίει, να είναι υπομονετικοί και να το παρηγορούν, χωρίς όμως να το κάνουν μεγάλο θέμα, διότι έτσι του ενισχύουν την ιδέα ότι υπάρχει κάτι το απειλητικό στην κατάσταση.
Σαφώς και κουβεντιάζουμε με το παιδί, ώστε να του εξηγήσουμε ότι ο φόβος του είναι παράλογος, όμως και αυτό δεν θα πρέπει να γίνεται συνέχεια, διότι και πάλι δίνουμε διαστάσεις στο ζήτημα. Μετά την τρίτη-τέταρτη κουβέντα σχετικά με έναν παράλογο φόβο του παιδιού, η απάντησή μας θα πρέπει να είναι σε στυλ “έλα τώρα, αφού ξέρεις γιατί δεν χρειάζεται να φοβάσαι”.
Πολύ καλή μέθοδος είναι η σταδιακή έκθεση στο αντικείμενο του φόβου, προκειμένου να κατανοήσει το παιδί σιγά-σιγά ότι δεν υπάρχει κάτι να φοβάται. Εάν, για παράδειγμα, το παιδί μας φοβάται τους σκύλους, μπορούμε να ξεκινήσουμε κοιτάζοντας μαζί του φωτογραφίες σκύλων, στη συνέχεια να πάμε να δούμε τα σκυλάκια στο προστατευμένο περιβάλλον του pet shop κ.ο.κ, εώς ότου φτάσουμε στο τελικό σημείο, που σε αυτή την περίπτωση θα είναι να χαϊδέψει το παιδί έναν σκύλο.
Κάτι άλλο που πρέπει να προσέξουν οι γονείς είναι ότι υπάρχει κίνδυνος να μεταδώσουν τις δικές τους φοβίες στα παιδιά τους. Για ένα παιδί, οι γονείς του είναι το σημείο αναφοράς για το πώς να ερμηνεύει τον κόσμο-έτσι, εάν ένα παιδάκι παρατηρήσει τη μαμά του να φοβάται υπερβολικά κάτι, υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες να αποκτήσει την ίδια φοβία.
Συνεπώς, πέραν του να βοηθούν τα παιδιά τους με τη διαχείριση των φοβιών τους, θα πρέπει οι γονείς, όσο μπορούν, να ελέγχουν τις αντιδράσεις τους ώστε να μη μεταδώσουν στα παιδιά και τις δικές τους.