Τα παχύσαρκα παιδιά μπορεί να παρουσιάζουν ενδείξεις καρδιοπάθειας από την ηλικία των 8 ετών, σύμφωνα με μια έρευνα που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας στο Ορλάντο.
Οι ερευνητές, χρησιμοποιώντας μαγνητικές τομογραφίες, μέτρησαν τον καρδιακό μυ 20 παιδιών και εφήβων με φυσιολογικό βάρος και άλλων 20 παχύσαρκων παιδιών. Παρατήρησαν ότι η παχυσαρκία αυξάνει κατά 27% τον κίνδυνο να διογκωθεί η μυική μάζα της αριστερής κοιλίας της καρδιάς και κατά 12% τον κίνδυνο πάχυνσης του καρδιακού μυ, κάτι που συνιστά ένδειξη καρδιοπάθειας.
Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι το 40% των παχύσαρκων παιδιών και εφήβων στις ΗΠΑ ενδέχεται να διατρέχουν «αυξημένο» κίνδυνο να παρουσιάσουν καρδιοπάθειες λόγω της πάχυνσης του μυοκαρδίου που επηρεάζει την ικανότητα της καρδιάς να αντλεί το αίμα.
Πάντως, κανένα από τα παιδιά που συμμετείχαν στην έρευνα δεν παρουσίαζε συμπτώματα. Οι καρδιολόγοι πιστεύουν όμως ότι τα καρδιολογικά προβλήματα σε παιδική ηλικία μπορεί να προκαλέσουν επιπλοκές αργότερα καθώς και πρόωρο θάνατο λόγω καρδιαγγειακών παθήσεων.
«Οι γονείς θα πρέπει πραγματικά να κάνουν τα πάντα ώστε τα παιδιά τους να διατηρούν φυσιολογικό βάρος» υπογράμμισε η Δρ. Λινγιουάν Τζινγκ, ερευνήτρια από την Πενσιλβάνια. «Ελπίζουμε ότι οι ανωμαλίες που παρατηρήσαμε θα είναι αναστρέψιμες όμως είναι πιθανόν να είναι μόνιμες», τόνισε.
Πολλά από τα παιδιά που συμμετείχαν στην έρευνα είχαν και άλλα προβλήματα υγείας που συνδέονται με την παχυσαρκία, όπως άσθμα και υπέρταση. Οι ερευνητές είχαν αποκλείσει πάντως παιδιά που έπασχαν από διαβήτη ή ανηλίκους με ακραία παχυσαρκία που δεν μπορούσαν να μπουν στο μαγνητικό τομογράφο. «Αυτό σημαίνει ότι το ποσοστό καρδιακών παθήσεων στα παχύσαρκα παιδιά μπορεί να είναι υποτιμημένο», εξήγησε η Δρ. Τζινγκ.
Ένα στα τρία παιδιά στις ΗΠΑ θεωρείται υπέρβαρο ή παχύσαρκο. Τα τελευταία 30 χρόνια διπλασιάστηκε ο αριθμός των παχύσαρκων παιδιών ηλικίας 6-12 ετών και τετραπλασιάστηκε ο αριθμός των παχύσαρκων εφήβων, σύμφωνα με τα Ομοσπονδιακά Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (CDC). Για αυτήν την αύξηση ενοχοποιείται αρχικά η διατροφή: οι πατάτες συνιστούν το 25% όλων των λαχανικών που καταναλώνουν τα παιδιά και οι χυμοί φρούτων –που συχνά είναι πολύ πλούσιοι σε ζάχαρη και φτωχοί σε φυτικές ίνες– αποτελούν το 40% των “φρούτων” που τρώνε οι ανήλικοι. Επιπροσθέτως, το πρόβλημα επιτείνεται από την έλλειψη σωματικής δραστηριότητας και την πολύωρη παραμονή μπροστά από μια οθόνη, της τηλεόρασης ή του ηλεκτρονικού υπολογιστή.