Η γυναικοκτονία σε δημοτικά τραγούδια – Γράφει ο Κυριάκος Μιχ. Χονδρός

Από την αρχή πρέπει να τονίσουμε πως σε πολλά δημοτικά τραγούδια η γυναίκα εμφανίζεται σε διάφορους λόγους, όπως ο ρόλος της μάνας, της κόρης, της αδερφής, της συζύγου. Πολλά άλλα δημοτικά τραγούδια, διαφόρων εποχών, αναδεικνύονται χαρακτηριστικά για το δυναμισμό και τον ηρωισμό των γυναικών.

Ένα από τα δημοτικά τραγούδια, είναι το «Μια κόρη ρόδα μάζευε» μας παραπέμπει στο φόνο μιας γυναίκας, συγκεκριμένα μιας κόρης.

Τα τελευταία χρόνια, γίνονται μια σειρά από απεχθείς φόνους γυναικών από τους συντρόφους τους ή τους συζύγους τους και που συνταράσσουν την ελληνική κοινωνία.

Στον «Οικονομικό» του Ξενοφώντα περιγράφεται καθαρά ο ρόλος της γυναίκας:  η γυναίκα πρέπει να φροντίζει το σπίτι, να ξέρει το γνέσιμο και την υφαντική, να είναι καλή διαχειρίστρια των αγαθών του συζύγου της, να κάνει παιδιά και να τα ανατρέφει καλά, να εποπτεύει τους δούλους και τις υπηρέτριες, να υπολογίζει τα έσοδα και τα έξοδα του σπιτιού.

Ο παραδοσιακός ρόλος της γυναίκας ήταν είναι υπάκουει στη μητέρα της στον άντρα αφέντη ακόμα και στα αδέρφια της. Κάθε παρέκκλιση από τον κανόνα αυτό, τιμωρούνταν αυστηρά, ακόμα και με θάνατο.

Στις περιπτώσεις που ερωτεύεται, κόντρα στη θέληση της οικογένειας, η συνέχεια είναι πάντα επικίνδυνη έως τραγική (το θέμα αυτό το συναντούμε στον Ερωτόκριτο).

Υπάρχει ένα δημοτικό τραγούδι της Λίνδου, όπου περιγράφεται ο φόνος μιας νέας κοπέλας από την οικογένειά της, επειδή πρόσφερε λουλούδια σε τρίτο πρόσωπο, το «Μια κόρ’ αθθούς εμάζευε».

Το τραγούδι αυτό συναντιέται σε όλη την Κρήτη, στη Ζάκυνθο, στη Κέρκυρα, στη Κορινθία και αλλού με μεγάλες ή μικρές παραλλαγές.

Το τραγούδι της Λίνδου, έχει καταγραφεί στα τελευταία χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, από τον Λίνδιο λόγιο Θεοδόση Αναστασιάδη, στο «Ροδικαόν Ημερολόγιον».

Μια κόρ’ αθθούς εμάζευε, κι αθθούς εκορφολόγα/ να κάμη φούντην ώμορφη να δώση τα΄αδερφού της/ κι ακόμα πιο καλλίτερη να δώση του καλού της/.

Κι ο βασιλιάς επέρασε, ζητρά ‘να λουλουδακι/ κι η κόρη που την εντροπήν, του διν ένα ματσάκι/ κιθ η μάνα της την έβλεπεν που το παραθυράκι/

Μωρή σκύλλα, μωρ άνομη, μωρή κακή γυναίκα/ δεν εφοβήθης τον Θεό, τα δώδεκά σου αδέρφια/ τους Μητροπολιτάδες/ όπου μπαλεύουν πολέμον και ρίχνουν τους πασάδες;

Αργά ΄ρχονται κι οι δώδεκα την κόρην μαντατίζουν/ κι η μάνα της την έδδερνε μ’ ένα χρουσό βιτσάρι/ Όλοι κι αν την εδέρνασι της μάνας το φαρμάκι/.

Την νύχτα τα μεσάνυχτα η κόρ’ εψυχολόγα/ Τι έχει εμέ η Μαργίτσα μου; τι ρούχα να της βάλω;/ για να της βάλω τα χρουσά, για τα μεταξωτά της; για τα βελουδομέταξα πούναι τα πιο καλά της;

Καλά νε με τα ρούχα μου, κι ας είναι αιματωμένα/Να βγη κούσμα την γειτονιά κι ανάκουσμα τη χώρα/ πως με κατασκοτώσατε για ένα ματσάκι ρόδα.

Όταν η μάνα ρωτά την κόρη της , που ψυχομαχεί τι ρούχα να της φορέσει, κόρη απαντά (ήδη αναφέραμε τη πρώτη εκδοχή της Λίνδου) σε άλλες δύο εκδοχές, η κόρη απαντά:

Δεύτερη παραλλαγή:

(…) θες τα χρυσοπράσινα που σου ‘φερε ο Γιάννης/

μήδε ταμπά μήδε τ’ αθά μήδε τα βελουδένια/

μήδε τα χρυσοπράσινα που μου ‘φερε ο Γιάννης/

θέλω το ρουχαλάκι μου τούτο το ματωμένο/

το άσπρο φουστανάκι μου το ‘ματοβουρομένο.

Τρίτη παραλλαγή:

(…)Ούτε τα μα, ούτε τα ξα,/ ούτε τα βελουδένια,/

ούτε τα χρυσοπράσινα/ που μου ’χεις στην κασέλα/

Θέλω τα ρουχαλάκια μου/ τα ματοχειλισμένα,/Το δημοτικό τραγούδι κινείται στον άξονα: έρωτας (απαγορευμένος)- ντρόπιασμα της τιμής της οικογένειας-τιμωρία-θάνατος.

Η αγνόηση των σκληρών κανόνων που ρυθμίζουν στη ζωή αποκλειστικά των γυναικών, των οποίων η παράβαση συνιστά ντροπή για τη φήμη και την κοινωνική  θέση της οικογένειας.

Σ’ ένα τέτοιο κλίμα παραλογισμού κινήθηκαν και όλοι εκείνοι που έφτασαν στις γυναικοκτονίες.

Όλοι ξεκινούν από την αντίληψη πως η γυναίκα δεν μπορεί να δρα ελεύθερα, δεν μπορεί να έχει αυτεξούσιο, δεν επιτρέπεται να έχει άποψη, δεν μπορεί να στέκεται ισότιμα απέναντι στον άντρα. Το αντίθετο συνιστά ντροπή για εκείνους.

Το δημοτικό αυτό τραγούδι, έχει μελοποιηθεί. Άλλοι συνθέτες το παρουσιάζουν ως δημοτικό και άλλοι το παρουσιάζουν ως δική τους έμπνευση και ιδιοκτησία!

Κυριάκος Μιχ. Χονδρός

Pin It on Pinterest