Οδηγώντας μέσα από το χωριό του Θεολόγου, προς τη βορειοδυτική πλευρά του νησιού, στην δεξιά πλευρά του δρόμου, αντικρίζει κανείς περιφραγμένο έναν αρχαίο Ναό. Είναι ο περίφημος Ναός του Ερεθιμίου Απόλλωνος. Ο Ναός ανήκε στον αρχαίο δήμο της Ρόδου “Ιαλύσια” και κατά την ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο, αποτελούσε ένα από τα σημαντικότερα ιερά λατρείας μαζί με τον Ναό του Ατταβύριου Διός και της Λινδίας Αθηνάς.
Για τον χώρο αυτό διασώζονται αρκετές επιγραφές, μια εκ των οποίων φανερώνει και την προέλευση της ονομασίας του, ότι το επίθετο του Θεού προέρχεται από την ασθένεια των σιτηρών ερυσίβη.
Η πρώτη αναφορά στον Ναό του Ερεθιμίου Απόλλωνος έγινε στα 1843 από τον Γερμανό αρχαιολόγο Λουδοβίκο Ross, ο οποίος την επόμενη χρονιά σε ανασκαφή ανακάλυψε λείψανα παλαιοχριστιανικής εκκλησίας. Αρκετά χρόνια αργότερα οι Ιταλοί με νέες αρχαιολογικές ανασκαφές, έφεραν στο προσκήνιο έναν μικρό ναό, ένα θεατράκι των κλασσικών χρόνων και πολλές αρχαίες επιγραφές που μαρτυρούν γεγονότα.
Το ελληνικό κράτος μετέπειτα τη δεκαετία του 80′-90′, αναγνωρίζοντας πως αυτός ο χώρος λατρείας είναι μείζονος σημασίας συνέχισε τις ανασκαφές, σε συνεργασία με την Εφορεία Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων και το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Στις έρευνες αυτές ανακαλύφθηκαν λείψανα τάφων των γεωμετρικών -αρχαϊκών χρόνων που χρονολογούνται περίπου στα 800-600 π.χ. και ίχνη ηφαιστειακής τέφρας που πιθανολογείται ότι προέρχεται από την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας τον 17ο αι. π.χ. Τα ευρήματα αυτά σαφώς φανερώνουν την μακραίωνη ιστορική πορεία αυτού του χώρου λατρείας.
Ο Ναός του Ερεθιμίου Απόλλωνος που ταυτίστηκε ως πώρινο οικοδόμημα από τους Ιταλούς ανασκαφείς Jacopi και Balducci, έχει διαστάσεις εκ θεμελίων 8,20 x 13,80 μ. Πέρα από τα θεμέλια από πωρόλιθο, υπήρχε και η ανωδομή του, ενώ τα διακοσμητικά μέρη: σίμη, υδροροές, ακρωτήρια ήταν από μάρμαρο. Το οικοδόμημα είναι δωρικού ρυθμού και αποτελείται από πρόναο και σηκό. Έχει αναπαρασταθεί είτε ως δίστυλος “εν παραστάσι” είτε ως πρόστυλος τετράστυλος και χρονολογείται γύρω στα 400 π.χ.