Επιστολή της Ένωσης Ξενοδόχων για το υπό διαβούλευση Σχέδιο Νόμου για τον αιγιαλό κ παραλίες

Αξιότιμοι, 

Σχετικά με το υπό διαβούλευση Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Οικονομικών με τίτλο: «Όροι αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας στις παραθαλάσσιες περιοχές και άλλες διατάξεις», παρακαλούμε για την προσοχή σας για το ειδικό καθεστώς που για ιστορικούς λόγους διέπει την αντίστοιχη σχετική νομοθεσία της Ρόδου «περί αιγιαλού και παραλίας» και η οποία την διαφοροποιεί από την νομοθεσία που ισχύει στην υπόλοιπη Ελλάδα σε τρόπο που κρίνονται αυθαίρετες κατασκευές που απέχουν απόσταση ακόμα και άνω των 100 μέτρων από την ακτογραμμή! Ταυτόχρονα το Δημόσιο στερείται περιουσία αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων.

Συγκεκριμένα στην Ρόδο, Κω και Λακκί Λέρου με το Ιταλικό Κανονιστικό Διάταγμα 132/1929 τέθηκε σε ισχύ το Κτηματολόγιο το οποίο σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ελλάδα όπου ο Αιγιαλός και η Παραλία καθορίζονται από το άρθρο 1 του ν. 2971   ΦΕΚ Α’ 285/19.12.2001, προβλέπει τα εξής:

Άρθρο 2 του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου (κανονιστικό δ/γμα 132/1929), που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 8 παράγραφος 2 του ν. 510/1947 (Α΄ 298): «Τα δημόσια κτήματα ανήκουσιν εις την Κυβέρνησιν της Κτήσεως και υποδιαιρούνται εις κτήματα κοινής χρήσεως και εις κτήματα περιουσιακά (ιδιόκτητα του Δημοσίου)».

Στο δε άρθρο 3 του Κανονισμού ορίζεται ότι:
«Αποτελούσι μέρος των κτημάτων κοινής χρήσεως: α) Ο αιγιαλός μέχρι του ορίου του μεγίστου συνήθους χειμερίου κύματος επί πλέον δε, έξω των αστικών κέντρων, μία ζώνη εκ 12 μέτρων από του τοιούτου ορίου, και αι θαλάσσιαι παραλίαι (
spiagia) μέχρι των ορίων πάσης άλλης ιδιοκτησίας δημοσίας ή ιδιωτικής» (άρθρο 3 περίπτωση α΄)».

Σε πλείστες όμως περιπτώσεις «τα όρια των άλλων ιδιοκτησιών» βρίσκονται σε απόσταση ακόμα και 500 μέτρων από την ακτογραμμή! Αυτό οφείλεται σε διάφορους λόγους κύριοι από τους οποίους είναι οι ακόλουθοι:

α. Οι Ιταλοί κατακτητές δεν είχαν ολοκληρώσει την κτηματογράφηση όλων των ιδιωτικών μερίδων διότι οι τότε φτωχοί και αγράμματοι αγρότες δεν είχαν ούτε την γνώση ούτε την βούληση, ούτε τα μέσα για να προσέλθουν και να συμμετάσχουν σε αυτή την διαδικασία συνεργασίας με τους Ιταλούς υπαλλήλους. Πολλοί δε αρνήθηκαν την συνεργασία και για λόγους εθνικούς. Το αποτέλεσμα αυτό είναι εμφανές όχι μόνο στις παραλιακές εκτάσεις αλλά και στον χερσαίο χώρο όπου χιλιάδες ακίνητα και εκτάσεις χωρίς δασικό χαρακτήρα έχουν καταγραφεί ως «δημόσιες» δηλαδή ως ανήκουσες στο τότε Ιταλικό Δημόσιο. Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι μέχρι σήμερα από το σύνολο της ιδιωτικής περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου ποσοστό που προσεγγίζει το 60% βρίσκεται στην Δωδεκάνησο και ειδικά στην Ρόδο και Κω.

β. Οι παραλιακές εκτάσεις -ειδικά οι αμμώδεις- ήταν στρατηγικού ενδιαφέροντος για την ανάπτυξη οχυρωματικών έργων και τοποθέτησης ναρκών για την προστασία έναντι αποβάσεων. Αυτό εξηγεί και το παράδοξο ότι ενώ υπάρχουν κτηματικές μερίδες δημόσιες που φθάνουν μέχρι την θάλασσα σε περιοχές που δεν είναι αμμώδεις, αντίθετα στις αμμώδεις ακτογραμμές οι αναγνωρισμένες ιδιοκτησίες καταγράφηκαν σε βάθος 300, 400, 500 μέτρων από την ακτογραμμή με αποτέλεσμα όλη η επιφάνεια του χερσαίου παράκτιου χώρου να κρίνεται ως δήθεν «θαλάσσια παραλία».

Στο υπό διαβούλευση ν/σχ στο άρθρο 3 ορίζεται ότι:

α) Αιγιαλός: η ζώνη ξηράς που βρέχεται από τη θάλασσα κατά τις μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων.

β) Διακριτό τμήμα αιγιαλού..

γ) Παραλία: η ζώνη της ξηράς, συνεχόμενη προς τον αιγιαλό, η οποία ορίζεται με σκοπό τη διατήρηση και προστασία των ακτών από τη διάβρωση και προς εξυπηρέτηση της επικοινωνίας της ξηράς με τη θάλασσα και αντίστροφα, η οποία δεν μπορεί να εκτείνεται περισσότερο από πενήντα (50) μέτρα από την οριογραμμή του αιγιαλού.

δ) Προστατευόμενος αιγιαλός και παραλία..

ε) Παλαιός αιγιαλός: η ζώνη ξηράς, η οποία προκύπτει από τη μετατόπιση της ακτογραμμής προς τη θάλασσα, οφείλεται σε φυσικά αίτια (φυσικές προσχώσεις) ή νόμιμα τεχνικά έργα και προσδιορίζεται από τη νέα γραμμή του αιγιαλού και το όριο του παλαιότερα υφιστάμενου αιγιαλού.

Tο δε υπό διαβούλευση νομοσχέδιο άρθρο 3, ορίζεται ότι:

Στην περίπτωση του Κτημ. Καν. Δωδ/σου η ανωτέρω παράγραφος (α) εφαρμόζεται ομοίως όπως είναι διατυπωμένη στο σχέδιο νόμου και η παράγραφος (γ), εφαρμόζεται κατ΄αναλογία προσθέτοντας ζώνη παραλίας πλάτους 12 μέτρων όπως προβλέπει ο Κτηματολογικός Κανονισμός Δωδ/σου. Έτσι λοιπόν έχουν καθοριστεί (με αντίστοιχα ΦΕΚ) σε μεγάλες εκτάσεις του νησιού, ο αιγιαλός και η παραλία, δηλαδή ο κοινόχρηστος χώρος όπως ακριβώς επιβάλλει ο νομοθέτης και σε όλη την Ελλάδα.

Επομένως η πέραν του καθορισθέντος κοινόχρηστου χώρου περιοχή αυτοδικαίως πρέπει να χαρακτηρισθεί ως παλαιός αιγιαλός, δηλαδή δημόσιο κτήμα που ανήκει στην ιδιωτική περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου. Διότι όπως προαναφέρθηκε άλλοι ήταν οι ιστορικοί λόγοι που δεν κτηματογραφήθηκαν ως κτηματολογικές μερίδες οι περιοχές αυτές.

Είναι λοιπόν παράλογο να χαρακτηρίζεται ως κοινόχρηστη η έκταση πέραν της καθορισθείσας κατά νόμο ζώνης παραλίας και να εκτείνεται στον χερσαίο χώρο μέχρι τα όρια των μερίδων που σκόπιμα καταγράφηκαν σε τόσο υπερβολικό βάθος. Οι εκτάσεις αυτές πέραν από την καθορισμένη γραμμή της παραλίας όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα πρέπει να περιέλθουν στην περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου ως δημόσια κτήματα εξαιρουμένων βέβαια ιδιωτικών κτισμάτων προ του 1948 και μερίδων οικοδομών που είναι ήδη καταγεγραμμένες ως νησίδες εντός των εν λόγω περιοχών.

Επιπρόσθετα μετά την ισχύ του Νόμου 4934/2022 (ΦΕΚ 100 Α΄- 23.5.22) που προβλέπει την κατάργηση του Κτημ. Καν. Δωδ/σου και την μετάπτωση (ένταξη) του στο Εθνικό Κτηματολόγιο, παρέλκει πλέον ο λόγος ύπαρξης του άρθρου 26 του Ν.2971/01 με το οποίο διατηρούντο οι ιδιαιτερότητες του άρθρου 8 του Ν.510/47 των οποίων ο λόγος ύπαρξης αιτιολογήθηκε ανωτέρω.

Είναι επομένως και αντισυνταγματική η ειδική μεταχείριση της Δωδεκανησιακής περιουσίας εις βάρος του Δημοσίου και των ιδιωτών διατηρώντας ένα ειδικό στρεβλό καθεστώς από την εποχή της Ιταλοκρατίας, το οποίο δημιουργήθηκε για ειδικούς λόγους που προαναφέραμε.

Εξ άλλου μετά από πλέον των 75 ετών από την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου είναι παράλογο η μόνη διάταξη που παραμένει σε ισχύ να είναι η συγκεκριμένη του ΚΚΔ, όταν μάλιστα όλες οι ευεργετικές διατάξεις που ίσχυαν (ειδικό δασμολόγιο, ειδικός φόρος κατανάλωσης, Οργανισμός Δημόσιας Περιουσίας Δωδεκανήσου κλπ) έχουν καταργηθεί με την αιτιολογία της ανάγκης νομοθετικής εξομοίωσης του ενιαίου εθνικού χώρου.

Για τους πιο πάνω ιστορικούς και ουσιαστικούς λόγους και λόγω της μετάπτωσης του Κτ. Καν. Δωδ/σου στο Εθνικό Κτηματολόγιο, παρακαλούμε να προβλεφθεί στις διατάξεις του παρόντος νομοσχεδίου η κατάργηση του άρθρου 26 του ν.2971/01 και ο χαρακτηρισμός της περιοχής πέραν της οριοθετημένης γραμμής αιγιαλού και παραλίας (spiagia) ως παλαιού αιγιαλού.

Με τιμή,

Ιωάννης Παπαβασιλείου Κωνσταντίνος Καλλιουδάκης

Πρόεδρος Γενικός Γραμματέας ΕΞΡ

Pin It on Pinterest