23°C72%

Επιστήμονες συσχέτισαν τον ερυθηματώδη λύκο με έναν από τους πιο κοινούς ιούς παγκοσμίως

Μία νέα μελέτη από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ προσφέρει (σύμφωνα με τους συντάκτες της) τα ισχυρότερα μέχρι σήμερα στοιχεία ότι ο ιός Epstein-Barr (EBV), ο παθογόνος που προκαλεί τη λεγόμενη «νόσο του φιλιού», μπορεί να αποτελεί την αιτία πίσω από το σκληρό μυστήριο του συστηματικού ερυθηματώδους λύκου (ΣΕΛ).

Σύμφωνα με την έρευνα, ο EBV όχι μόνο μολύνει τα Β κύτταρα του ανοσοποιητικού, αλλά σε ασθενείς με λύκο φαίνεται να «επαναπρογραμματίζει» συγκεκριμένες υποομάδες αυτών των κυττάρων (ιδίως Β κύτταρα μνήμης) με τρόπο που τα ωθεί σε προφλεγμονώδη κατάσταση και ενδεχομένως πυροδοτεί αυτοάνοσες αποκρίσεις.

«Αυτό είναι το πιο σημαντικό εύρημα που προέκυψε από το εργαστήριό μου σε ολόκληρη την καριέρα μου», δηλώνει ο ανοσολόγος και επικεφαλής του εργαστηρίου William Robinson, ο οποίος, όπως αναφέρεται στη μελέτη, εκτιμά ότι τα ευρήματα «ισχύουν για το 100% των περιπτώσεων λύκου».

Κεντρικά ευρήματα και μεθοδολογία

Οι επιστήμονες του Στάνφορντ ανέπτυξαν και εφάρμοσαν μια νέα τεχνική αλληλούχισης προκειμένου να εντοπίσουν με μεγαλύτερη ευαισθησία ποια Β κύτταρα φέρουν λανθάνουσα μόλυνση από EBV, ένα πρόβλημα που μέχρι τώρα καθιστούσε δύσκολο τον ακριβή προσδιορισμό της σχέσης μεταξύ ιού και νόσου, επειδή ο EBV «κρύβεται» στα κύτταρα.

Με αυτή τη μέθοδο διαπίστωσαν ότι ανάμεσα σε ασθενείς με ΣΕΛ το ποσοστό των Β κυττάρων που φέρουν EBV είναι περίπου 1 στα 400, δηλαδή περίπου 25 φορές υψηλότερο από ό,τι σε υγιή άτομα. Στο εργαστήριο, η παρουσία του ιού ενεργοποίησε μοριακούς «διακόπτες» στα μολυσμένα Β κύτταρα, οι οποίοι με τη σειρά τους ενεργοποίησαν προφλεγμονώδη γονίδια. Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι αυτή η διαδικασία «έχει τη δυνατότητα να προάγει αυτοάνοσες αποκρίσεις που προκαλούν συστηματικές ασθένειες», σύμφωνα με τον συν-συγγραφέα και ανοσολόγο Shady Younis.

Ερμηνεία και σημασία

Τα ευρήματα προτείνουν μια ενιαία, ιογενή εξήγηση σχετικά με το γιατί μόνο ένα μικρό υποσύνολο ανθρώπων που έχουν εκτεθεί σε EBV αναπτύσσουν ΣΕΛ, αν και η πλειονότητα των ενηλίκων ανά τον κόσμο έχει εκτεθεί στον ιό κάποια στιγμή της ζωής της και στις περισσότερες περιπτώσεις η παρουσία του EBV είναι κλινικά αδιάφορη, με τον ιό να παραμένει σε λανθάνουσα κατάσταση.

Στους ασθενείς με λύκο όμως η λανθάνουσα λοίμωξη φαίνεται βαθύτερη: είναι πιθανό ότι σε αυτούς κυκλοφορούν πιο λοιμογόνα στελέχη EBV ή ότι για κάποιον άλλο λόγο ο ιός εγκαθίσταται και επηρεάζει σε μεγαλύτερο βαθμό κρίσιμες υποκατηγορίες Β κυττάρων. Όταν ο EBV μολύνει λανθάνοντα Β κύτταρα, τα δεδομένα δείχνουν ότι τα επανενεργοποιεί σε κατάσταση που προάγει φλεγμονώδεις αποκρίσεις, μια δυναμική που θα μπορούσε να εξηγήσει τους κύκλους έξαρσης και ύφεσης των συμπτωμάτων του λύκου.

Ιστορικό και εύρος του προβλήματος

Ο λύκος, μια χρόνια αυτοάνοση νόσος κατά την οποία το ανοσοποιητικό επιτίθεται σε υγιείς ιστούς προκαλώντας εκτεταμένη φλεγμονή, έχει μακρά καταγραφή στην ιατρική ιστορία, με αναφορές που φθάνουν έως το 850 μ.Χ. Παρά την διαχρονική αυτή παρουσία, μέχρι πρόσφατα δεν υπήρχε αποδεδειγμένη αιτία. Η επίσημη ιατρική περιγραφή της νόσου έγινε τον 19ο αιώνα. Το όνομα «λύκος» σχετίζεται με το χαρακτηριστικό εξάνθημα που σε ορισμένες μορφές μοιάζει με «δαγκωματιά» στο πρόσωπο.

Η δυσκολία εξεύρεσης μιας ενιαίας αιτίας αποδίδεται στην πολύπλοκη, πολυπαραγοντική φύση της νόσου. Πιθανοί συνδιαμορφωτές θεωρούνται γενετικές προδιαθέσεις, ορμονικοί παράγοντες, διατροφικές ελλείψεις και λοιμώξεις. Η νέα μελέτη από το Στάνφορντ προτείνει ότι μία ιογενής προέλευση, συγκεκριμένα ο EBV, μπορεί να λειτουργεί ως κομβικός παράγοντας που ενοποιεί πολλά από τα παραπάνω στοιχεία.

Σχόλια τρίτων ειδικών και επιπτώσεις στην θεραπευτική πρακτική

Ο ιολόγος Guy Gorochov από το Πανεπιστήμιο της Σορβόννης (ο οποίος δεν συμμετείχε στην τρέχουσα μελέτη) χαρακτήρισε την εργασία «εντυπωσιακή», όπως μετέφερε δημοσίευμα του Guardian. Επισήμανε ωστόσο ότι «δεν είναι η τελική δημοσίευση για τον λύκο», παροτρύνοντας σε περαιτέρω έρευνα και επιβεβαίωση.

Η ανακαλυφθείσα μηχανιστική σύνδεση υποστηρίζεται, σύμφωνα με τους συγγραφείς, και από πρώιμα δεδομένα κλινικών δοκιμών ανοσοθεραπειών που στοχεύουν και αφαιρούν ή αντικαθιστούν ελαττωματικά Β κύτταρα, επεμβάσεις που έχουν δείξει αξιοσημείωτα οφέλη και αποτελέσματα συγκρίσιμα με ύφεση σε ασθενείς με λύκο. Αυτές οι θεραπείες προσφέρουν ένα λειτουργικό «τεστ» της υπόθεσης ότι τα παθολογικά Β κύτταρα που φέρουν EBV παίζουν καθοριστικό ρόλο στην παθογένεση.

Επιπτώσεις πέρα από τον λύκο

Οι συγγραφείς επισημαίνουν επίσης ότι τα ευρήματα μπορεί να έχουν ευρύτερες συνέπειες: ο EBV έχει συσχετιστεί και με άλλες αυτοάνοσες καταστάσεις, όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας, ενώ έχουν προταθεί σχέσεις με επιμέρους επιπλοκές μετά από λοιμώξεις (συζητούμενη σχέση με μακροχρόνια COVID) και με σύνδρομα χρόνιας κόπωσης. Η νέα μελέτη ενδεχομένως να ανοίγει δρόμους για έρευνα που θα εξετάσει αν παρόμοιοι μηχανισμοί ισχύουν και σε αυτές τις παθήσεις.

Συμπερασματικά

«Τα ευρήματά μας παρέχουν μια μηχανιστική βάση σχετικά με το γιατί μόνο ένα μικρό κλάσμα ατόμων μολυσμένων με EBV αναπτύσσουν ΣΕΛ», σημειώνουν οι συγγραφείς, προτείνοντας ότι η κατανόηση και η αντιμετώπιση της λοίμωξης από EBV στα Β κύτταρα ενδέχεται να αποτελέσει την κεντρική στρατηγική για την πρόληψη ή τη θεραπεία του λύκου.

«Πρακτικά ο μόνος τρόπος για να μην κολλήσετε EBV είναι να ζήσετε σε μια φούσκα», παρατηρεί ενδεικτικά ο Δρ. Robinson, υπογραμμίζοντας την εξαιρετική εξάπλωση του ιού στην ανθρώπινη κοινωνία.

Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Science Translational Medicine και, όπως επισημαίνουν οι συγγραφείς, ανοίγει τον δρόμο για πιο στοχευμένες έρευνες που θα δοκιμάσουν την ανευρεθείσα αιτιολογική σύνδεση σε μεγαλύτερους πληθυσμούς και θα εξετάσουν κλινικές εφαρμογές που στοχεύουν την B-κυτταρική λοίμωξη από EBV.

Pin It on Pinterest