Αυτό ισχύει ειδικά για το κάπνισμα στην εφηβεία, επειδή τότε τα νευρωνικά δίκτυα του εγκεφάλου βρίσκονται σε φάση διαρκούς ανασχηματισμού, καθώς δημιουργούνται νέες συνδέσεις μεταξύ εγκεφαλικών κυττάρων, άλλες προϋπάρχουσες γίνονται πιο δυνατές μέσω ενίσχυσης των δεσμών τους, ενώ άλλες συνδέσεις διακόπτονται. «Η έκθεση στη νικοτίνη επηρεάζει αρνητικά αυτή την αναδιάρθρωση του δικτύου και τα αποτελέσματα αυτά παραμένουν για όλη την υπόλοιπη ζωή», άρα ειδικά για τους νέους υπάρχουν πρόσθετοι λόγοι που το κάπνισμα κάνει κακό, τονίζει ο κ. Σιγάλας.
Αυτό δεν αφορά μόνο τους ενεργητικούς καπνιστές, αλλά και τους παθητικούς. «Από τη στιγμή που υπάρχει έκθεση σε νικοτίνη, ακόμη και παθητική, έχει ακριβώς τις ίδιες επιπτώσεις», εξηγεί και υπογραμμίζει ότι «μερικοί έφηβοι έχουν επιπτώσεις στις γνωστικές λειτουργίες τους ήδη από την έκθεσή τους στη νικοτίνη κατά τη διάρκεια που ήταν έμβρυα». Και επισημαίνει ότι δυστυχώς, παρά τις τόσες προειδοποιήσεις στις εγκύους, περίπου μία στις πέντε γυναίκες συνεχίζει να καπνίζει στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας – χωρίς μάλιστα σε αυτό το ποσοστό να περιλαμβάνονται όσες έγκυοι χρησιμοποιούν ηλεκτρονικό τσιγάρο.
Μελέτες έχουν δείξει ότι τα παιδιά που εκτέθηκαν πρόωρα στη νικοτίνη, από την κοιλιά της μητέρας τους, έχουν όχι μόνο μειωμένη ικανότητα μάθησης και χειρότερη απόδοση στο σχολείο, αλλά επίσης αυξημένο στρες και μεγαλύτερη πιθανότητα να αρχίσουν τη χρήση ναρκωτικών και να εθιστούν σε αυτά.
Ο Χαράλαμπος Σιγάλας σπούδασε μοριακή βιολογία στο Πανεπιστήμιο του Αμπερντίν στη Σκωτία και το 2010 πήρε το διδακτορικό του στη φαρμακολογία από το βρετανικό Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ. Έκτοτε διεξάγει μεταδιδακτορική έρευνα στο εργαστήριο της Ειρήνης Σκαλιόρα στο Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών, ειδικευόμενος, μεταξύ άλλων, στο ρόλο των νικοτινικών υποδοχέων στη λειτουργία των νευρώνων του εγκεφάλου.