Η αντίστροφη μέτρηση για την αύξηση του κατώτατου μισθού έχει ήδη ξεκινήσει, με τις εκτιμήσεις της αγοράς να αναφέρουν ότι αυτός θα διαμορφωθεί από την 1η Απριλίου στα 880 ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 6% ή 50 ευρώ από τα 830 ευρώ που είναι σήμερα. Αν οι εκτιμήσεις αυτές επιβεβαιωθούν, η αύξηση θα είναι ελαφρώς υψηλότερη σε σχέση με τις προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου Σχεδίου, το οποίο εκτιμούσε αύξηση 4,5%, και της Τράπεζας της Ελλάδος, που προέβλεπε αύξηση 5%.
Η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας έχει ήδη ξεκινήσει τη σχετική διαδικασία για την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού και προχωρά στη συγκρότηση της νέας Επιτροπής Διαβούλευσης για την περίοδο 2025-2027. Η Επιτροπή αυτή θα έχει τον ρόλο της γνωμοδότησης και της διατύπωσης προτάσεων για τις αυξήσεις του κατώτατου μισθού, με στόχο την εξεύρεση λύσεων που θα ανταποκρίνονται στις ανάγκες των εργαζομένων και της οικονομίας. Ειδικότερα, η νέα διαδικασία καθορισμού του κατώτατου μισθού για το 2025 θα βασιστεί σε μια σειρά παραμέτρων, με τις εκτιμήσεις να υποδεικνύουν αύξηση που θα κυμαίνεται από τα 830 ευρώ σήμερα στα 880 ευρώ.
Από το 2028, αναμένεται να εφαρμοστεί μια νέα διαδικασία καθορισμού του κατώτατου μισθού, η οποία θα διαφοροποιείται από τις μέχρι τώρα πρακτικές, καθώς θα βασίζεται σε μαθηματικό τύπο. Ο νέος τύπος θα υπολογίζει τη μεταβολή του δείκτη τιμών καταναλωτή για το χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κλίμακας των νοικοκυριών, καθώς και την αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας. Πρόκειται για μια σημαντική αλλαγή που αναμένεται να προσφέρει μεγαλύτερη αντικειμενικότητα και σταθερότητα στις ετήσιες αναπροσαρμογές του κατώτατου μισθού, προσαρμόζοντας τον στις οικονομικές συνθήκες και τα δημοσιονομικά δεδομένα της κάθε χρονιάς.
Η νέα Επιτροπή Διαβούλευσης θα αποτελείται από πέντε εκπροσώπους οργανώσεων εργαζομένων (όπως η ΓΣΕΕ, η ΑΔΕΔΥ κ.ά.), πέντε εκπροσώπους εργοδοτικών φορέων (όπως ο ΣΕΒ, η ΕΣΕΕ, ο ΣΕΤΕ κ.ά.) και τον Πρόεδρο του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ.Δ.). Για πρώτη φορά, θα υποβληθεί ένα κοινό πόρισμα, το οποίο θα περιλαμβάνει τις προτάσεις όλων των εμπλεκομένων φορέων για τις αυξήσεις του κατώτατου μισθού στην περίοδο 2025-2027. Επιπλέον, μια δεύτερη Επιστημονική Επιτροπή, αποτελούμενη από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες σε θέματα οικονομίας και οικονομίας της εργασίας, θα συνδράμει με την εκπόνηση αναλύσεων και υποβολή προτάσεων.
Σύμφωνα με το προγραμματισμένο χρονοδιάγραμμα, η διαβούλευση θα ξεκινήσει τον Ιούνιο του 2025, ώστε εντός του έτους να καταλήξουν οι εμπλεκόμενοι φορείς στην πρότασή τους για τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό και το νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο που θα ισχύσουν από την 1η Ιανουαρίου 2026. Από το 2026, οι αυξήσεις του κατώτατου μισθού θα εφαρμόζονται ετησίως, με σταθερές αυξήσεις κάθε 1η Ιανουαρίου, και η διαβούλευση θα ξεκινά κάθε Ιούνιο και θα ολοκληρώνεται τον Δεκέμβριο.
Σύνδεση των μισθών στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα
Η σύνδεση των μισθών στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα είναι ένα σημαντικό βήμα για την εξίσωση των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων με εκείνες του ιδιωτικού τομέα. Από το 2025, ο εισαγωγικός μισθός του δημόσιου τομέα (Υ.Ε. κατηγορία) θα αυξηθεί και θα ισούται με τον κατώτατο μισθό, δηλαδή με τα 870-880 ευρώ. Η αύξηση αυτή θα επιφέρει και την αναπροσαρμογή των υπόλοιπων μισθολογικών κλιμακίων του Δημοσίου (Δ.Ε, Τ.Ε, Π.Ε.), γεγονός που αναμένεται να αυξήσει τις βασικές αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων κατά 30 ευρώ. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (ΓΛΚ), αυτή η αναπροσαρμογή θα επιβαρύνει τον προϋπολογισμό με επιπλέον 143 εκατ. ευρώ.
Με την εφαρμογή αυτών των μέτρων, το κράτος επιδιώκει την εξίσωση των χαμηλότερων μισθολογικών κλιμακίων στους δύο τομείς, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει το κοινωνικό κράτος και συμβάλλει στην οικονομική ανακούφιση των πιο αδύναμων κοινωνικών ομάδων. Επιπλέον, η σύνδεση των μισθών του ιδιωτικού και δημοσίου τομέα ενισχύει την αίσθηση δικαιοσύνης και ισονομίας, προσφέροντας στους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα μισθολογικές αυξήσεις που αντανακλούν τις εξελίξεις στον ιδιωτικό τομέα.
Από το 2028, ο νέος μηχανισμός καθορισμού του κατώτατου μισθού και του κατώτατου ημερομισθίου θα εφαρμοστεί με βάση τον μαθηματικό τύπο που προβλέπει τον υπολογισμό των αυξήσεων λαμβάνοντας υπόψη τον πληθωρισμό και την αύξηση της παραγωγικότητας. Ο τύπος αυτός θα έχει ως στόχο την αποτελεσματικότερη προσαρμογή του μισθού στις οικονομικές συνθήκες, χωρίς να επιτρέπει τη μείωση του κατώτατου μισθού, εφόσον ο συντελεστής που προκύπτει είναι αρνητικός. Σε κάθε περίπτωση, αν προκύψει μείωση, ο κατώτατος μισθός θα παραμείνει «παγωμένος» και δεν θα μειωθεί.