Το ποίημα γράφτηκε το 1824 λίγο πριν από τον θάνατο του Μπάιρον.
Αποτυπώνει την αγάπη του για την Ελλάδα, που μετουσιώνεται σε πλατωνικό έρωτα (αλλά, κατά μια εκδοχή και τον πλατωνικό έρωτά του για τους Έλληνες, καθώς λέγεται ότι είναι γραμμένο για τον Λουκά Χαλανδριτζάνο, τον νεαρό ευνοούμενό του) και την αποστροφή του για τις τιμές και τα μεγαλεία.
Τι είναι τούτες οι τιμές κι η αναγνώριση που γίνηκαν ή θα γεννούν για μένα, πάρεξ ενός νεογέννητου λαού κραυγή;
Κι όμως γι’ αυτές, εγώ, θα αποστρεφόμουν κάθε στέμμα τιποτένιο -εκτός κι αν ήταν από δάφνη- κι όμως γι’ αυτές, εγώ, θα μπορούσα να πεθάνω.
Είμαι τρελός από πάθος, κι ένα σκυθρώπιασμα δικό σου με παραλύει, όπως της έχιδνας το βλέμμα το φτωχό πουλί που τα φτερά του, μάταια, πεταρίζει προς το θάνατο:
τόσο παράφορη η λαχτάρα μου για σένα, τόσο δυνατή η μαγεία σου ή τόσο αδύναμος έχω πια καταντήσει.
Το ποίημα και οι πληροφορίες προέρχονται από το βιβλίο “BYRON X ποιήματα» των εκδόσεων«Σοφίτα», που μόλις κυκλοφόρησε. Στην εισαγωγή ο εκδότης γράφει:
«Εκατόν ενενήντα χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Μπάιρον παραμένει ένας γνωστός- άγνωστος.
Ο Μπάιρον δεν ήταν απλώς φιλέλληνας. Είχε πάθος για την Ελλάδα, ένα πάθος που πηγάζει από την κλασική του παιδεία. Δεν ήταν απλώς ένας ποιητής.
Υπήρξε ένας από τους πυλώνες του ρομαντισμού, ευφυής, κληρονόμος της gothic λογοτεχνίας, μεγάλος διανοητής με αντισυμβατικές και ρηξικέλευθες απόψεις για τη ζωή. Και πλήρωσε ακριβά γι’ αυτό. Επιλέξαμε να παρουσιάσουμε 10 ποιήματά του, στην αγγλική και ελληνική γλώσσα, που φέρνουν στο φως τις αρετές και τις αγωνίες του, αποκαλύπτοντας όψεις της προσωπικότητάς του. Στα ποιήματα αυτά, ο αναγνώστης θα κατανοήσει την αγάπη του Μπάιρον για την Ελλάδα, μια αγάπη δύσκολη, μια αγάπη κι όταν αυτός δρασκέλιζε το κατώφλι του θανάτου».
Πηγή : mixanitouxronou.gr