Εμφανίζεται πιο αποτελεσματική σε σύγκριση με διαιτολόγιο με χαμηλά λιπαρά
Χωρίς να μειώσουν θερμίδες, απλά υιοθετώντας τις αρχές τις μεσογειακής διατροφής μπορούν να προστατευτούν, ασθενείς που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο για εμφάνιση διαβήτη, σύμφωνα με τη νέα μελέτη.
Στο διαβήτη τύπου 2 που αναφέρεται ως διαβήτης ενηλίκων, τα κύτταρα έχουν αναπτύξει αντίσταση στην ινσουλίνη ή το πάγκρεας δεν μπορεί να παράγει την απαραίτητη ποσότητα ινσουλίνης, έτσι η γλυκόζη παραμένει στην κυκλοφορία του αίματος και μπορεί να αυξηθεί σε επικίνδυνα υψηλά επίπεδα.
Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία για περισσότερους από 3.500 ανθρώπους με αυξημένο κίνδυνο για καρδιακή νόσο. Αυτοί που ακολουθούσαν μεσογειακή διατροφή βρέθηκε να έχουν 30% λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν διαβήτη κατά τη διάρκεια των επόμενων τεσσάρων ετών, σε σύγκριση με αυτούς που ακολουθούσαν μια διατροφή με χαμηλά λιπαρά.
Η μεσογειακή διατροφή είναι πλούσια σε λαχανικά, δημητριακά ολικής άλεσης, όσπρια, ψάρια και ακόρεστα λιπαρά (όπως το ελαιόλαδο και οι ξηροί καρποί). Η κατανάλωση σε κόκκινο κρέας και υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά γαλακτοκομικά προϊόντα, βασικές πηγές κορεσμένου λίπους, είναι σχετικά μειωμένη.
Για τη νέα μελέτη, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν στοιχεία από μια υπάρχουσα μελέτη που συνέκρινε την αποτελεσματικότητα της δίαιτας μεσογειακού στιλ σε σχέση με μια διατροφή χαμηλή σε λιπαρά.
Μεταξύ του 2003 και του 2009, 3.541 Ισπανοί ηλικίας 55 έως 80 είχαν εγγραφεί στη μελέτη. Κανένας από τους συμμετέχοντες δεν είχε διαβήτη κατά την έναρξη της δοκιμής, αλλά όλοι είχαν τρεις ή περισσότερους επιβαρυντικούς παράγοντες κινδύνου.
Οι παράγοντες αυτοί ήταν ο κάπνισμα, το υπερβάλλον βάρος και η υψηλή χοληστερόλη.
Οι συμμετέχοντες επιλέχθηκαν τυχαία για να ακολουθήσουν μία από τις τρεις ακόλουθες δίαιτες:
– Μεσογειακή διατροφή με την κύρια ποσότητα λίπους να προέρχεται από έξτρα παρθένο ελαιόλαδο.
– Μεσογειακή διατροφή με την κύρια ποσότητα λίπους να προέρχεται από ξηρούς καρπούς.
– Δίαιτα με περιορισμό στην κατανάλωση λιπαρών.
Σε καμία από τις δίαιτες δεν ζητήθηκε να μειώσουν την ποσότητα του φαγητού/θερμίδων ή να αυξήσουν τη φυσική τους δραστηριότητα.
Μετά από περίπου τέσσερα χρόνια, 273 από τους συμμετέχοντες είχαν εκδηλώσει διαβήτη. Από αυτούς το 6,9% ήταν από την πρώτη ομάδα, το 7,4% από τη δεύτερη ομάδα και το 8,8% από την τίτη ομάδα.
Οι ερευνητές προειδοποιούν ότι η διαφορά στις δύο πρώτες ομάδες μπορεί να είναι τυχαία, αλλά η διαφορά τους με την τρίτη ομάδα είναι σημαντική.
Σύμφωνα με το δρ Jordi Salas –Salvado, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και καθηγητής της διατροφής στο Πανεπιστήμιο Rovira i Virgili και τον επικεφαλής του Τμήματος Διατροφής στο Νοσοκομείο de Sant Joan de Reus στην Ισπανία, οι τυχαιοποιημένες μελέτες έως τώρα έχουν δείξει ότι οι παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής, και η απώλεια βάρους μπορούν να μειώσουν τη συχνότητα εμφάνισης του διαβήτη τύπου 2.
Τώρα είναι η πρώτη φορά που αξιολογούνται οι διατροφικές αλλαγές χωρίς περιορισμό θερμίδων ή αυξημένη σωματική δραστηριότητα.
Δεδομένου ότι η έρευνα έγινε σε πληθυσμό 55 έως 80 ετών και είχαμε αυτά τα αποτελέσματα, μπορούμε να πούμε ότι ποτέ δεν είναι αργά για να βελτιώσουμε τη διατροφή μας.
Επιπλέον μια διατροφή χαμηλότερων θερμίδων με σκοπό την απώλεια βάρους σε συνδυασμό πάντα με μια διατροφή που βασίζεται στις αρχές τις μεσογειακής διατροφή, μπορεί να έχει ακόμη καλύτερα αποτελέσματα.
Πηγή: diatrofi.gr