Μπορούν να αναγεννηθούν οι διπλοκαμένες εκτάσεις της Ρόδου; Πως θα επιβιώσουν τα ελάφια που διασώθηκαν; Πόσες εκτάσεις Natura έχουν επηρεαστεί και πως από τις πυρκαγιές; Την πρώτη οικολογική αποτίμηση των πυρκαγιών στη Ρόδο πραγματοποίησε η περιβαλλοντική οργάνωση WWF, την οποία οπτικοποίησε με εντυπωσιακούς χάρτες. Η οικολογική αποτίμηση παρουσιάζεται αποκλειστικά στη Lifo .
Μέσα από τους τους μηχανισμούς φυσικής αναγέννησης θα πρέπει να αποκατασταθεί το φυσικό κεφάλαιο της Ρόδου που κάηκε, υποστηρίζει στην πρώτη οικολογική αποτίμηση που κάνει για τις πυρκαγιές στο νησί της Ρόδου η περιβαλλοντική οργάνωση . Η αποτίμηση αυτή έγινε από τον Δρ Δασολογίας Νίκο Γεωργιάδη, υπεύθυνο χερσαίου προγράμματος της WWF Ελλάς .
Με τη δύναμη της φύσης
Ο Νίκος Γεωργιάδης υποστηρίζει ότι σχεδόν όλα τα φυτικά είδη που επηρεάστηκαν από τις πυρκαγιές είναι προσαρμοσμένα στη φωτιά. Εχουν δηλαδή, «μηχανισμούς φυσικής αναγέννησης (σπόρους και αναβλαστήματα). Αν τηρηθούν όλα όσα προβλέπονται από τη δασολογική επιστήμη και τη νομοθεσία, τότε, δεν θα υπάρξει θέμα με την αναγέννηση σε ένα μεγάλο τμήμα του καμένου δάσους».
Οι περιοχές Νatura
Από τα πρώτα στοιχεία της αποτίμησης φαίνεται ότι «έχει επηρεαστεί περίπου το 11% των προστατευόμενων περιοχών του νησιού ήτοι 16.600 στρέμματα εκ των οποίων τα 2.856 στρέμματα αφορούν σε περιοχές Natura 2000», εξηγεί ο Ν. Γεωργιάδης
Το πρόβλημα των Διπλοκαμένων εκτάσεων
Στην αποτίμηση της WWF καταγράφεται ότι εκεί που υπάρχει πιθανότητα να υπάρξει πρόβλημα είναι στις περιοχές των 60.210 διπλο καμένων εκτάσεων. «Το 2008, η δεύτερη μεγαλύτερη πυρκαγιά της τελευταίας εικοσαετίας είχε κάψει περίπου 130.000 στρέμματα ώριμων πευκοδασών. Η περιοχή είχε εμφανίσει σημαντικά σημάδια αναγέννησης και φυσικής ανάκαμψης, τα οποία προφανώς διακόπηκαν από τη φετινή πυρκαγιά», λέει ο Ν. Γεωργιάδης:
«Τόσο η τραχείας πεύκη (Pinusbrutia) όσο και η σκληρόφυλλη βλάστηση έχουν χρονικό όριο μέσα στο οποίο μπορούν να αναγεννηθούν φυσικά μετά από απανωτές πυρκαγιές.Το όριο αυτό ανέρχεται χονδρικά στα 15-20 χρόνια, και αφορά στον χρόνο που χρειάζονται τα φυτά αυτά ώστε να ωριμάσουν και να παράγουν ικανό αριθμό σπόρων και φυτικών οφθαλμών ώστε να καταφέρουν να αναγεννηθούν ξανά» .
H WWF στην αποτίμησή της δίνει μεγάλη σημασία στη διαδικασία αποκατάσταση των διπλοκαμμένων εκτάσεων, για τις οποίες ο Ν. Γεωργιάδης εξηγεί ότι θα πρέπει να υπάρξει ειδική διαχείριση. Υποστηρίζει ότι ακόμη και στην περίπτωση των διπλοκαμμένων θα πρέπει να αφήσουμε αρχικά τη φύση να κάνει τη δουλειά της.
Στη συνέχεια και εφόσον υπάρχει συστηματική παρατήρηση των περιοχών αυτών, το Φθινόπωρο του 2024, εξηγεί ότι θα πρέπει να υπάρξει ειδική μελέτη, μέσα από την οποία θα διαπιστωθεί αν χρειάζονται αναδώσεις. Ακόμη όμως και σ΄αυτήν την περίπτωση όπως λέει, «οι παρεμβάσεις θα πρέπει να είναι σημειακές», όπως λέει.
Η απώλεια της πανίδα και τα πλατώνια
Ενα από τα μέτρα που λαμβάνουν οι δασικές υπηρεσίες κατά την περίοδο της φυσικής αναγέννησης, είναι η απαγόρευση της βόσκησης. Η απαγόρευση αυτή είναι πενταετούς διάρκειας. Η πενταετία είναι μεγάλο διάστημα απαγόρευσης και δίνεται από τις δασικές υπηρεσίες επειδή δεν έχουν προσωπικό να επιβλέπουν την πρόοδο που συντελείται στο μεσοδιάστημα. Οπότε εκόντες άκοντες οι δασάρχες προχωρούν σ΄αυτή την κάθετη απαγόρευση.
Ο Ν. Γεωργιάδης υποστηρίζει ότι μετά από ενάμιση χρόνο θα πρέπει να επανεξεταστεί η απαγόρευση. Το ερώτημα είναι τι θα γίνει με τα ελάφια της Ρόδου. Στην αποτίμηση της WWF καταγράφει ότι Ρόδος είναι γνωστή για την παρουσία πολύ σημαντικών ενδημικών ειδών με βασικότερο τον μοναδικό φυσικό πληθυσμό πλατωνιού (Dama dama) στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με την έκθεση αποτίμησης η εξάπλωση του πλατωνιού «βρίσκεται και εντός της καμένης έκτασης, η οποία περιλαμβάνει σημαντικούς βιοτόπους του». Το ερώτημα είναι πως θα τραφούν τα ελάφια αν απαγορευτεί η βόσκηση. Ο Ν. Γεωργιάδης εξηγεί ότι «τα πλατώνια μπορεί είναι βοσκητές, δεν είναι όμως βλαστοφάγα, οπότε δεν θα προκαλέσουν μεγάλα προβλήματα στην αναγέννηση. Παρόλα αυτά για να μπορέσει η φύση να κάνει τη δουλειά της, θα πρέπει να δίνεται τροφή στα πλατώνια, για να μην μπαίνουν μέσα στα καμένα»
Στην οικολογική αποτίμηση του WWF αναφέρονται και άλλα είδη τα οποία χρειάζεται να διερευνηθούν ως προς την επίδραση της φωτιάς. Είναι ο στεποποντικός (Apodemus witherbyi), η τρανονυχτερίδα (Eptesicus bottae) και το γκιζάνι (Ladigesocypris ghigii) ένα ενδημικό ψάρι του γλυκού νερού, το οποίο τζει σε ρέματα περιοδικής ροής και το καλοκαίρι καταφέρνει να επιβιώνει σε πολύ μικρές λούτσες που σίγουρα κάποιες από αυτές μπορεί να επηρεαστούν από τις θερμοκρασίες που αναπτύχθηκαν από την εν λόγω πυρκαγιά. Πιθανότατα σύμφωνα με το WWF έχει επηρεαστεί και ένας πολύ μικρός πληθυσμός του ενδημικού για την Ελλάδα βατράχου της Καρπάθου (Pelophylax cerigensis) ο οποίος σύμφωνα με πρόσφατες αναφορές μπορεί να απαντάται στο νησί.
Από την πλευρά του οικόσιτου ζωικού κεφαλαίου, οι πρώτες πληροφορίες από τις άμεσες καταγραφές των σχετικών υπηρεσιών κάνουν λόγο για πάνω από 2.500 ζώα νεκρά.
Σταγόνα στον ωκεανό η πρόληψη
Στην οικολογική αποτίμηση της WWF Ελλάς γίνεται εκτενή αναφορά στο ανισοβαρές ισοζύγιο πρόληψης και καταστολής των πυρκαγιών το οποίο είχε αναδείξει η οργάνωση με εκτενή της έκθεση τον Ιούλιο του 2022. «Παρόλο που έχουν γίνει κάποιες προσπάθειες τα τελευταία δύο χρόνια για αύξηση των δαπανών για πρόληψη, τα κεφάλαια που διατίθενται φαίνεται να αποτελούν σταγόνα στον ωκεανό» αναφέρει. Κι αυτό γιατί θα πρέπει να ληφθεί υπόψιν, ότι «για αρκετές δεκαετίες η διαχείριση των δασών ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, ενώ παράλληλα, αγροτικές και δασικές περιοχές εγκαταλείφθηκαν από ανθρώπους που ασχολούνταν με παραδοσιακές δραστηριότητες, οι οποίες διατηρούσαν τα δάση «καθαρά» (π.χ. βοσκή, υλοτομία, συλλογή ρητίνης, καλλιέργεια).
Επομένως, αυτό που απαιτείται είναι ένας καλά οργανωμένος σχεδιασμός για δράσεις πρόληψης με συνέπεια, συνέχεια και εξασφαλισμένο προϋπολογισμό για πολλά χρόνια, καθώς και η χρήση καινοτόμων, αποδοτικών και οικονομικά εφαρμοστέων τεχνικών διαχείρισης (π.χ. προδιαγεγραμμένη καύση) ώστε να υπάρχει ελπίδα για το μέλλον»..
Σπασμωδική διαχείριση
Αναφέρει ακόμη, ότι «οι κύριοι παράγοντες που σχετίζονται με τις μεγάλες πυρκαγιές των τελευταίων ετών συνδέονται κυρίως με αυτά που δεν κάνουμε κατά τη διάρκεια μεταξύ των αντιπυρικών περιόδων, δηλαδή τις δράσεις πρόληψης που θα οδηγήσουν επίσης τα δασικά οικοσυστήματα σε μια προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Ανάμεσα σε αυτές τις ενέργειες, οι πλέον προβληματικές είναι η ανεπαρκής ή σπασμωδική διαχείριση των δασών, η έλλειψη ενός προγραμματισμένου σχεδιασμού πρόληψης τόσο σε εθνικό όσο και (ιδιαίτερα) σε τοπικό επίπεδο και η απουσία ανάλυσης των αιτιών έναρξης των πυρκαγιών που θα οδηγούσε σε στοχευμένες ενημερωτικές καμπάνιες. Όταν υπάρχουν τέτοιες αδυναμίες στον τομέα της πρόληψης, το σύστημα πυρόσβεσης δεν μπορεί να λειτουργήσει τόσο αποτελεσματικά και οργανωμένα όσο θα έπρεπε».
Η συνολική εικόνα
Μέχρι την στιγμή που γράφτηκαν αυτές οι γραμμές και σύμφωνα με τις διαθέσιμες δορυφορικές εικόνες που ανέλυσε το WWF Ελλάς στις 26/7, η καμένη έκταση στο νησί της Ρόδου, λαμβάνοντας υπόψη και τις άκαυτες νησίδες, ανέρχεται σε 160.567 στρέμματα που αντιστοιχούν περίπου στο 14% του νησιού Οι περισσότερες εκτιμήσεις ωστόσο αναφέρουν ότι μέσα στις 2 μέρες που μεσολάβησαν μέχρι και την 28/7 που οριοθετήθηκε η πυρκαγιά κάηκαν ακόμα πάνω από 10.000 στρέμματα.
«Το σίγουρο είναι ότι είναι πολύ νωρίς για να κάνουμε μια ασφαλή εκτίμηση τόσο για τα τελικά όρια της πληγείσας περιοχής και των, πολύ σημαντικών, άκαυτων νησίδων μέσα σε αυτήν, αλλά και για να καταγράψουμε με λεπτομέρεια τον οικολογικό απολογισμό της καταστροφικής αυτής φωτιάς».
Αποστολή στη Ρόδο
Το WWF Ελλάς ετοιμάζει ήδη την πρώτη αποστολή για μια ταχεία καταγραφή των δεδομένων της πυρκαγιάς, η οποία θα πραγματοποιηθεί το πρώτο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου και θα ακολουθήσουν και άλλες για τη λεπτομερή καταγραφή όλων των παραμέτρων και τη συλλογή όλων των δεδομένων που θα συνεισφέρουν προς την καλύτερη δυνατή αποκατάσταση των πληγών που προκάλεσε αυτή η πυρκαγιά.
Αναλυτικά στους χάρτες που ακολουθούν το μέγεθος της καταστροφής -ανά κατηγορία- στο νησί:
Συνεχής ενημέρωση απο το Rodosreport