Σενάριο το οποίο, εφόσον επαληθευτεί, προδιαγράφει ένα εκτεταμένο «εύφλεκτο» σκηνικό από το οποίο θα υποχρεωθεί να διέλθει το σύνολο της ελληνικής οικονομίας. Με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τις πολιτικές εξελίξεις, το οικοσύστημα της οικονομίας και τις κοινωνικές επιπτώσεις.
Ο τουριστικός «υδροκεφαλισμός» που εμφάνισε η ελληνική οικονομία τη δεκαετία που πέρασε, αποδείχθηκαν η μόνη αποτελεσματική άμυνα που κατόρθωσε να επιστρατεύσει για την επιβίωσή της στην εποχή των μνημονίων. Η συνταγή, όμως, που λειτούργησε ως θεραπεία τη δεκαετία 2010-2029 εξελίσσεται σε αχίλλειο πτέρνα στην εποχή της πανδημίας Covid-19.
Μια πανδημία που θα μπορούσε να αποτελεί extreme σενάριο σε sci-fi ταινία αλλά αποκάλυψε σε όλη την ελληνική κοινωνία αυτό που γνώριζαν μόνο οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ του τουρισμού. Ότι, σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (INSETE, στοιχεία 2018) η άμεση συμβολή του τουρισμού στο ΑΕΠ της Ελλάδας έφθανε το 11,7% ενώ η συνολική (άμεση και έμμεση) συμβολή του εκτοξευόταν στο 25,7% έως 30,9% του ΑΕΠ της χώρας.
Οι κοινωνικές επιπτώσεις κατάρρευσης του τουρισμού εξαιτίας της πανδημίας προδιαγράφονται από το γεγονός πως ο τουριστικός τομέας απασχολεί άμεσα το 16,7% των εργαζομένων της χώρας ενώ άμεσα ή έμμεσα συνδέεται με το 36,7% έως 44,2% των συνολικών θέσεων απασχόλησης κατά την καλοκαιρινή περίοδο (γ’ τρίμηνο).
Με τον τουρισμό, ταυτόχρονα, συνδέονται επενδύσεις ύψους 5 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση από τις οποίες το 1,9 δισ. ευρώ αφορά εγχώρια προστιθέμενη αξία. Αποτελεί, επιπλέον, αναντικατάστατο κινητήριο άξονα των εξαγωγών της χώρας καθώς το 90% από τις ταξιδιωτικές εισπράξεις του 2019 (18,2 δισ. ευρώ) προέρχονταν από εισερχόμενους επισκέπτες.
Το τούνελ που έχει μπροστά του ο ελληνικός τουρισμός θεωρείται δεδομένο. Αυτά που δεν είναι δεδομένα είναι το μήκος του και το σκηνικό (επιχειρήσεις και εργαζόμενοι) που θα είναι ορατό μετά την έξοδο από αυτό. Σε έκθεση της EY Ελλάδας η οποία βασίζεται σε στοιχεία και εκτιμήσεις που είχαν δημοσιοποιηθεί από διάφορους φορείς (UNWTO, WTTC, STR, BMI) μέχρι τις 15 Ιουνίου 2020, συμπεριλαμβάνεται μεταξύ άλλων η εκτίμηση, πως οι αφίξεις και οι ταξιδιωτικές εισπράξεις στην Ελλάδα δεν προβλέπεται να επανέλθουν στα προ Covid -19 επίπεδα κατά τη διάρκεια της περιόδου 2021-2024. Τα δεδομένα προέρχονται από την BMI και την EY Analysis.
Σύμφωνα με αυτή την εκτίμηση το 2020 οι διεθνείς αφίξεις στην Ελλάδα θα καταγράψουν μείωση της τάξης του 57,9% και θα διαμορφωθούν στα επίπεδα των 14,5 εκατ. επισκεπτών έναντι 34,4 εκατ. ταξιδιωτών το 2019. Από την επόμενη χρονιά προβλέπεται σταδιακή ανάκαμψη με διψήφια ποσοστά αύξησης κάθε χρόνο.
Με βάση αυτή την πρόβλεψη οι αφίξεις ξένων επισκεπτών στην Ελλάδα εκτιμάται πως θα διαμορφωθούν στα επίπεδα των 17,2 εκατ. ταξιδιωτών το 2021 (+15,1% έναντι του 2020), τα 19,8 εκατ. το 2022 (+12,7% έναντι του 2021), τα 22,3 εκατ. επισκέπτες το 2023 (+11,5%) και θα ανέλθουν σε 24,8 εκατ. ταξιδιώτες το 2024. Με βάση αυτή την εκτίμηση οι διεθνείς αφίξεις θα εξακολουθούν το 2024 να υπολείπονται κατά 10 εκατ. επισκέπτες από τα προ πανδημίας επίπεδα.
Σε ό,τι αφορά τις ταξιδιωτικές εισπράξεις η εκτίμηση των BMI, EY Analysis προβλέπει πως το 2020 αναμένεται να καταγράψουν μείωση 54,1% έναντι του 2019 και θα διαμορφωθούν στα επίπεδα των 8,9 δισ. ευρώ έναντι εισπράξεων 19,4 δισ. ευρώ το 2019 (18,2 δισ. ευρώ οι εισπράξεις σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας).
Σύμφωνα με την ίδια εκτίμηση, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις στην Ελλάδα αναμένεται να υπερβούν οριακά τα 10 δισ. ευρώ το 2021 και εκτιμάται πως θα φθάσουν τα 15,2 δισ. ευρώ το 2024
Πηγή : euro2day.gr