Παρά τις αυξημένες προσπάθειες για την προστασία του τροπικού δάσους του Αμαζονίου, νέα έρευνα δείχνει ότι η βιοποικιλότητα της περιοχής απειλείται ακόμη από ανθρώπινες δραστηριότητες, και μάλιστα το δάσος έχει γίνει πιο εύφλεκτο, ακόμα και σε προστατευόμενες περιοχές.
Καθώς τέτοιες δραστηριότητες, όπως η αποψίλωση των δασών και η υλοτομία, συνεχίζονται στην περιοχή, αυξάνονται περαιτέρω οι πιθανότητες δασικών πυρκαγιών, σύμφωνα με τους ερευνητές του Κέντρου Περιβάλλοντος του Λάνκαστερ.
«Τα τροπικά δάση συνήθως δεν καίγονται», δήλωσε ο καθηγητής Τζος Μπάρλοου, επικεφαλής της μελέτης. «Αλλά οι ανθρώπινες δραστηριότητες τα καθιστούν πολύ πιο εύφλεκτα», πρόσθεσε.
Μία νομοθεσία που προστατεύει τα δάση και καθορίζει σαφέστερους κανόνες για τους κτηνοτρόφους και τους καλλιεργητές σόγιας και άλλων προϊόντων ψηφίστηκε στη Βραζιλία το 2012.
Ο νόμος απαιτεί από τους γαιοκτήμονες να διατηρούν τουλάχιστον 80% δασικής κάλυψης τους σε περιοχές του Αμαζονίου, 20% σε άλλες περιοχές της χώρας και 35% στην σαβάνα στο κέντρο της χώρας.
Ωστόσο, όταν μια διεθνής ομάδα επιστημόνων διερεύνησε την αποψίλωση των δασών στην περιοχή Παρά, ανακάλυψε ότι οι περιοχές με την υψηλότερη προστασία στο πλαίσιο του δασικού κώδικα του 2012 εξακολουθούν να σημειώνουν απώλειες περίπου 46% με 61%.
Στην συγκεκριμένη περιοχή, η επίπτωση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια μιας δασικής περιοχής μεγαλύτερης από το μέγεθος της Αυστρίας.
Αν και οι προσπάθειες της κυβέρνησης της Βραζιλίας έχουν δεχθεί διεθνείς επαίνους για την εντατικοποίησή τους, οι συνδυασμένες επιπτώσεις των ανθρώπινων δραστηριοτήτων τις αποδυναμώνουν.
Η επιλεγμένη υλοτομία μπορεί να αφήσει κενά στο δάσος, «ξεραίνοντας» τη βλάστηση. Σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, πρόκειται για την κύρια αιτία πυρκαγιάς.
Επιπλέον, οι επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα των ζώων είναι εμφανείς, με πολλά είδη ενδημικών πουλιών να μην μπορούν να επιβιώσουν στο διαταραγμένο δάσος.