Τρέχαμε στα λιβάδια
Σκαρφαλώναμε σε πλαγιές
Οι ανηφοριές, Ένα παιχνίδι ήταν
σκοντάφταμε πέφταμε
αμέσως σηκωνόμασταν
η γη δεν μας κράταγε
τίποτα δεν μας ένοιαζε
τίποτα δεν μας έσκιαζε
καλά λέγαμε πως ήμασταν
και ας έτρεχε το αίμα απ’ τις πληγές
που και που
το βλέμμα, προς τα πίσω
ρίχναμε
να δούμε ,
όχι τις αυλακιές
ή τη σκιά που αφήναμε
μα τον χρόνο
που ξοπίσω μας
ορθός, ατάραχος,
ήρεμος ακολουθούσε
αυτός
καμιά βιάσει να μας φτάσει
δεν είχε
αυτήν
μόνο εμείς την είχαμε
τρέχαμε για να προλάβουμε
τα ύστερα του κόσμου
έτσι λέγαμε
Τώρα
Την ίδια διαδρομή
Σχεδόν ασθμαίνοντας
Δύσκολα ακολουθούμε
Πίσω το κεφάλι δεν γυρίζουμε
μόνο μπροστά
φοβόμαστε μη δούμε
αυτό που ξέρουμε πως θα δούμε
Ενώ αυτός
που χωρίς βιασύνη, ως τώρα, ακολουθούσε
ούτε που το καταλάβαμε
τρέχοντας, σχεδόν πετώντας
θριαμβευτικά μας προσπερνά
και σαν νικητής, ανίκητος που είναι ,
γυρνώντας
με ένα σαρδόνιο χαμόγελο
μας αποχαιρετά
GsHatzi