Τα τεχνητά γλυκαντικά και τα υποκατάστατα ζάχαρης χαμηλών ή μηδενικών θερμίδων αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της βιομηχανίας τροφίμων εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα.
Η σακχαρίνη, το πρώτο τεχνητό γλυκαντικό, κυκλοφόρησε στην αγορά στις αρχές του 1900, και από τότε η χρήση τους επεκτάθηκε σε αναψυκτικά, γλυκά, γιαούρτια, τσίχλες, ακόμη και προϊόντα που παρουσιάζονται ως «διαιτητικά».
Από τη δεκαετία του 1970, ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) έχει εγκρίνει έξι τεχνητά γλυκαντικά για χρήση στα τρόφιμα: σακχαρίνη, ασπαρτάμη, σουκραλόζη, ακεσουλφάμη-Κ, νεοτάμη και advantame. Στην ίδια κατηγορία κατατάσσονται οι αλκοόλες σακχάρου (όπως ξυλιτόλη και ερυθριτόλη) αλλά και φυσικά υποκατάστατα φυτικής προέλευσης (στέβια).
Η εικόνα γύρω από τα γλυκαντικές ουσίες παραμένει διφορούμενη: από τη μία πλευρά, οι υποστηρικτές τους τονίζουν τα οφέλη όπως μείωση του γλυκαιμικού φορτίου για τα άτομα με διαβήτη, προστασία από τερηδόνα, περιορισμό της θερμιδικής πρόσληψης. Από την άλλη, σειρά ερευνών έχει καταγράψει πιθανούς κινδύνους, όπως επιβλαβείς επιδράσεις στο μικροβίωμα του εντέρου, αυξημένο κίνδυνο παχυσαρκίας, μεταβολικού συνδρόμου, καρδιαγγειακών παθήσεων, εγκεφαλικού επεισοδίου, ακόμη και καρκίνου.
Η νέα μελέτη στο Neurology
Μια νέα έρευνα, δημοσιευμένη στο ιατρικό περιοδικό Neurology της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας, φέρνει στο προσκήνιο μια ακόμη ανησυχία: τη γνωστική εξασθένηση.
Μεθοδολογία
Δείγμα: 12.000 ενήλικες από τη Βραζιλία
Μέση ηλικία: 52 έτη
Διάρκεια παρακολούθησης: 8 χρόνια
Δεδομένα: ερωτηματολόγια για διατροφικές συνήθειες με εστίαση στην κατανάλωση ποτών και τροφίμων με γλυκαντικά
Οι επιστήμονες εξέτασαν επτά συγκεκριμένα γλυκαντικά: ασπαρτάμη, σακχαρίνη, ακεσουλφάμη-Κ, ερυθριτόλη, ξυλιτόλη, σορβιτόλη και ταγατόζη.
Τα ευρήματα
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα:
Οι συμμετέχοντες με την υψηλότερη κατανάλωση (κατά μέσο όρο 191 mg/ημέρα) εμφάνισαν 62% ταχύτερη μείωση μνήμης και δεξιοτήτων σκέψης, σε σχέση με εκείνους που κατανάλωναν τις μικρότερες ποσότητες (20 mg/ημέρα).
Η ταχύτητα γνωστικής έκπτωσης αντιστοιχούσε σε 1,6 χρόνια πρόωρης εγκεφαλικής γήρανσης.
Τα άτομα κάτω των 60 ετών και οι διαβητικοί παρουσίασαν την πιο απότομη επιδείνωση.
Από τα επτά γλυκαντικά, η ταγατόζη δεν εμφάνισε συσχέτιση με μείωση της γνωστικής λειτουργίας, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα έξι.
Τι λέει η συγγραφέας της μελέτης
Η Claudia Kimie Suemoto, MD, PhD, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο και επικεφαλής της έρευνας, δήλωσε στο MedicalNewsToday: «Προηγούμενες μελέτες είχαν ήδη δείξει σύνδεση των γλυκαντικών με διαβήτη τύπου 2, καρκίνο, καρδιαγγειακά νοσήματα και κατάθλιψη. Η πιθανή επίδραση στη γνωστική λειτουργία, όμως, δεν είχε διερευνηθεί». Και συμπλήρωσε: «Μια μείωση 62% σημαίνει ότι ο εγκέφαλος γερνά ταχύτερα από το αναμενόμενο. Αν και δεν μπορούμε να μιλήσουμε για αιτιότητα, η συσχέτιση είναι αρκετά έντονη ώστε να μας ανησυχήσει».
Η Δρ. Suemoto επεσήμανε ότι τα αποτελέσματα είναι ιδιαιτέρως σημαντικά για τη μέση ηλικία, όταν οι βάσεις της μελλοντικής υγείας του εγκεφάλου διαμορφώνονται: «Η άνοια και η γνωστική παρακμή ξεκινούν να αναπτύσσονται δεκαετίες πριν εκδηλωθούν τα συμπτώματα. Η έκθεση σε γλυκαντικά κατά τη μέση ηλικία μπορεί να επιταχύνει αυτές τις διαδικασίες».
Οι επιστημονικές αντιδράσεις
Ο Kamal Wagle, MD, γεροντολόγος στο Hackensack University Medical Center, χαρακτήρισε τη μελέτη «αξιοσημείωτη», αλλά τόνισε: «Η έρευνα δείχνει συσχέτιση, όχι αιτία. Δεν μπορούμε να πούμε ότι τα γλυκαντικά προκαλούν γνωστική έκπτωση. Ίσως εμπλέκονται και άλλοι παράγοντες, όπως συνολικές διατροφικές συνήθειες ή τρόπος ζωής». Επισήμανε επίσης την ανάγκη για:
πιο ελεγχόμενες μελέτες
διερεύνηση των βιολογικών μηχανισμών
κατανόηση γιατί η επίδραση παρατηρείται κυρίως σε άτομα κάτω των 60 και σε διαβητικούς
μελέτη των διαφορών μεταξύ των γλυκαντικών, καθώς η ταγατόζη δεν εμφάνισε συσχέτιση
Η θέση της βιομηχανίας
Το Calorie Control Council, που εκπροσωπεί εταιρείες τροφίμων και ποτών με χαμηλές θερμίδες, αντέδρασε τονίζοντας τους περιορισμούς της μελέτης. Η πρόεδρος του Συμβουλίου, Carla Saunders, δήλωσε: «Η μελέτη βασίζεται σε αυτοαναφερόμενα διατροφικά δεδομένα που συλλέχθηκαν μόνο στην αρχή. Οι συγγραφείς αναγνωρίζουν ότι δεν αποδεικνύεται αιτιώδης σχέση. Υπάρχει κίνδυνος να παραπλανηθούν εκατομμύρια διαβητικοί που βασίζονται σε γλυκαντικά χαμηλών/μηδενικών θερμίδων, όπως συνιστούν η Αμερικανική Ένωση Διαβήτη και άλλοι οργανισμοί».
Τι μπορούν να κάνουν οι καταναλωτές
Η διαιτολόγος-διατροφολόγος Monique Richard, MS, RDN, LDN προτείνει συγκεκριμένες στρατηγικές:
Έλεγχος ετικετών: Αναζητήστε ουσίες όπως ασπαρτάμη, σουκραλόζη, σακχαρίνη, ακεσουλφάμη-Κ, ερυθριτόλη, ξυλιτόλη.
Σταδιακή μείωση: Μειώστε κατά 25–50% τη χρήση γλυκαντικών σε διάστημα 2–4 εβδομάδων.
Αναπροσαρμογή γεύσης: Δοκιμάστε αν ένα μήλο φαίνεται «πολύ γλυκό» σε κλίμακα 1–10. Αν όχι, πιθανότατα έχετε συνηθίσει τα πολύ γλυκά τρόφιμα.
Χρήση φυσικών αρωμάτων: Προσθέστε βανίλια, κανέλα, κακάο, ξύσμα εσπεριδοειδών ή βότανα αντί για γλυκαντικά.
Επιλογή φυσικών πηγών: Μέλι, σιρόπι σφενδάμου, αγαύη, μπορούν να δώσουν γλυκιά γεύση με πιο ισορροπημένο τρόπο.
Η Δρ. Richard τονίζει: «Τα ευρήματα δεν είναι λόγος πανικού, αλλά υπενθυμίζουν τη σημασία της μετριοπάθειας. Η επιστροφή σε ολόκληρες τροφές και πιο φυσικές μορφές γλυκύτητας μπορεί να είναι το καλύτερο δώρο για το σώμα και τον εγκέφαλο».
Συμπερασματικά
Η νέα μελέτη δεν καταλήγει σε αιτιώδη σχέση, ωστόσο τα ευρήματα για ταχύτερη γνωστική έκπτωση είναι αρκετά ισχυρά ώστε να εγείρουν ανησυχία. Ιδίως για τα άτομα στη μέση ηλικία και για τους διαβητικούς, τα δεδομένα υποδεικνύουν την ανάγκη για προσοχή στη συχνή χρήση τεχνητών γλυκαντικών.
Οι επιστήμονες ζητούν περαιτέρω έρευνα, ενώ οι ειδικοί στη διατροφή συστήνουν μετριοπάθεια και προτίμηση σε πιο φυσικές επιλογές. Μέχρι να υπάρξουν πιο οριστικά συμπεράσματα, η συνειδητή κατανάλωση και η ενημέρωση των πολιτών παραμένουν η πιο ασφαλής στρατηγική.
Πηγή: newsbeast.gr