Ηταν 17 Οκτωβρίου του 2013. Ο καιρός στη Ρόδο ήταν μουντός και βροχερός. Εκείνη την Πέμπτη το πρωί έπρεπε να κατεβάσω με το αυτοκίνητο την κόρη μου στο σχολείο της, στην πόλη της Ρόδου. Επειδή φοβάμαι τη βροχή, είπα στη μικρή να μην κατέβουμε στο σχολείο. Όμως έγραφε διαγώνισμα, ήταν στην τρίτη λυκείου και δεν ήθελε να λείψει. Άλλωστε ήταν μόλις δέκα λεπτά απόσταση.
Την άφησα και επέστρεφα. Η ατμόσφαιρα βάρυνε περισσότερο. Φτάνοντας στην περιοχή της Ιξιάς, συνειδητοποιώ ότι όλα είναι απίστευτα ήσυχα· νεκρική, παγερή σιωπή γύρω μου, ενώ συγχρόνως βλέπω τα φώτα του δρόμου να ανάβουν. Ένιωσα ανησυχία. Κοιτάζω πίσω μου, δεν υπήρχε αμάξι.
Συνέχισα να οδηγώ αλλά μόλις έφτασα μπροστά στο ξενοδοχείο Ródos Palace ξαφνικά μια μαυρίλα απλώνεται παντού και σκόνες μπροστά μου αιωρούνται. Δεν έδωσα σημασία, σκέφτηκα ότι κοντεύω, πως θα την προλάβω τη βροχή. Ενστικτωδώς κοίταξα προς την αριστερή πλευρά και είδα να κατεβαίνει μια δίνη από το βουνό.
Δεν είχα ξαναδεί ποτέ μου κάτι παρόμοιο. Τρόμαξα. Ήξερα όμως ότι πριν από δυο μήνες είχε σηκωθεί ένας μικρός ανεμοστρόβιλος από τη θάλασσα και είχε προκαλέσει καταστροφές σε γνωστό εστιατόριο της Ρόδου.
Πιστεύω ότι αυτό με έσωσε. Σκέφτηκα ότι αυτός είναι πράγματι ανεμοστρόβιλος. Θυμάμαι να λέω στον εαυτό μου «ή γκαζώνεις και φεύγεις ή σταματάς». Σταμάτησα επιτόπου. Από εκείνη τη στιγμή ξεκίνησε η αγωνία μου.
Κατεβαίνει ο ανεμοστρόβιλος από αριστερά, αρχίζει να ξεριζώνει δέντρα, το αυτοκίνητό μου σκεπάστηκε από κλαριά. Ήμουν στην πλευρά της παραλίας. Έπεσα πάνω στο κάθισμα του συνοδηγού, κάλυψα το κεφάλι μου με τα χέρια παρακαλώντας να γίνει κάτι για να σωθώ. Τζάμια έσπαγαν, η πόρτα άνοιξε, το αυτοκίνητο ταρακουνιόταν ολόκληρο.
Σήκωσα το κεφάλι και είδα να πετάει στον αέρα μια μικρή καντίνα που ήταν στην παραλία
Φοβόμουν ότι θα τουμπάρει – ευτυχώς ήταν βαρύ. Ένιωσα τράνταγμα πίσω, ο ανεμοστρόβιλος είχε κυριολεκτικά σπρώξει ένα βανάκι που βρισκόταν σε αρκετή απόσταση από μένα και το είχε ρίξει πάνω στο αυτοκίνητό μου. Η σύγκρουση δεν προκάλεσε ζημιά, τα κλαδιά που είχαν πέσει πάνω του το έσωσαν.
Σήκωσα το κεφάλι για μια στιγμή και είδα να πετάει στον αέρα μια μικρή καντίνα που ήταν στην παραλία. Είχε αρχίσει να βρέχει καταρρακτωδώς και αυτό δεν σταμάτησε για δυόμισι συνεχόμενες ώρες. Δεν ήξερα πια πού ήμουν, βγήκα έξω και περπατούσα μες στην καταιγίδα.
Προφανώς βρισκόμουν σε κατάσταση σοκ. Ο οδηγός από το πίσω αμάξι κατέβηκε και με μάζεψε· είχαν ειδοποιηθεί η πυροσβεστική, ο δήμος. Η κυκλοφορία είχε διακοπεί, είχαν έρθει συνεργεία διάσωσης. Επιτόπου μου τηλεφώνησαν για συνέντευξη από τηλεοπτική εκπομπή.
Είχα μόνο θραύσματα από τα τζάμια και αίματα στο πρόσωπο. Δεν μπορούσα να πιστέψω ούτε η ίδια ότι ήμουν ζωντανή. Φυσικά η κόρη μου δεν είχε μάθει τίποτε, έγραφε το διαγώνισμά της.
Αργότερα κατάλαβα ότι ήμουν πάρα πολύ τυχερή, όπως όλοι μου έλεγαν στο νησί. Μες στην ατυχία κατάφερα να επιβιώσω αλλά ακόμη και σήμερα αποφεύγω να κυκλοφορώ με βροχή και αέρα.
Η Μόρφη Κανάη είναι κάτοικος Ρόδου
Αφήγηση στη
Μαρία Χατζηχριστοδούλου
Πηγή: shortstories.gr