Η Ανοσο-ογκολογία αλλάζει ουσιαστικά τη θεραπεία του καρκίνου

Η ανοσο-ογκολογία χαρακτηρίστηκε το 2013 από το Science ως η σημαντικότερη επιστημονική εξέλιξη της Ιατρικής δεδομένου ότι έχει συμβάλλει ήδη στα λίγα χρόνια που είναι διαθέσιμη στην αύξηση της επιβίωσης ασθενών με δύσκολα διαχειρίσιμους καρκίνους, όπως ο καρκίνος του πνεύμονα.

Το ανοσοποιητικό σύστημα, το φυσικό αμυντικό σύστημα του σώματος, αποτελείται από μια συλλογή από όργανα, κύτταρα και ειδικά μόρια που βοηθούν στην προστασία από ιούς, τον καρκίνο και άλλες νόσους. Όταν ένας διαφορετικός (ξένος) οργανισμός εισέρχεται στο ανθρώπινο σώμα, π.χ. ένα βακτήριο, το ανοσοποιητικό σύστημα το αναγνωρίζει και κατόπιν του επιτίθεται, εμποδίζοντάς να προκαλέσει βλάβη. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται ανοσοποιητική απόκριση.

Καθώς τα καρκινικά κύτταρα είναι πολύ διαφορετικά από τα κανονικά κύτταρα του οργανισμού, το ανοσοποιητικό σύστημα τους επιτίθεται όταν είναι σε θέση να τα αναγνωρίσει. Ωστόσο, τα καρκινικά κύτταρα πολύ συχνά βρίσκουν τρόπους να «μεταμφιέζονται» σε κανονικά κύτταρα, έτσι ώστε το ανοσοποιητικό να μην τα αναγνωρίζει σαν επικίνδυνα. Επιπρόσθετα και ομοίως με την συμπεριφορά των ιών, μπορούν να αλλάζουν με την πάροδο του χρόνου (μετάλλαξη) και έτσι να διαφεύγουν του ανοσοποιητικού. Ταυτόχρονα, η φυσική διαδικασία ανοσολογικής απόκρισης πολύ συχνά δεν είναι αρκετά δυνατή για να καταπολεμήσει τα καρκινικά κύτταρα.

Οι ανοσο-ογκολογικές θεραπείες είναι φάρμακα που «χρησιμοποιούν» το ανοσολογικό σύστημα του σώματος για να καταπολεμήσουν τον καρκίνο. Η διαφορά τους με άλλες αντικαρκινικές θεραπείες είναι ότι στοχεύουν τα ανοσοποιητικό σύστημα του σώματος και όχι τα καρκινικά κύτταρα, επιτρέποντάς του να αναγνωρίζει και να επιτίθεται επιλεκτικά στα καρκινικά κύτταρα, ενώ ταυτόχρονα προσφέρει μακροχρόνια μνήμη στο ανοσοποιητικό, έτσι ώστε να προσαρμόζεται συνεχώς και σε βάθος χρόνου στον καρκίνο, προσφέροντας ανθεκτική και μακροχρόνια θεραπεία στον ασθενή.

Οι ανοσο-ογκολογικές θεραπείες έχουν τις ρίζες τους στις αρχές του 20ου αιώνα. Το 1909 ο Paul Ehrlich παρατήρησε ότι το ανοσοποιητικό σύστημα έχει ρόλο κατά του καρκίνου και στα τέλη της δεκαετίας του 1950 οι Thomas και Burnet ανέπτυξαν τη θεωρία της ανοσοεπιτήρησης, σύμφωνα με την οποία το ανοσοποιητικό σύστημα παρακολουθεί το σώμα για να εντοπίσει και να καταστρέψει εν τη γενέσει καρκινικά κύτταρα. Από τότε μέχρι σήμερα υπήρξαν και άλλοι σταθμοί στην ιστορία της ανοσο-ογκολογίας με σημαντικότερο το 2008 όταν σε κλινική δοκιμή που αφορά σε anti–PD1 θεραπεία, σε 5 από τους 39 εθελοντές οι όγκοι συρρικνώθηκαν.

Έκτοτε, αρχικά ευρήματα μελετών καταδεικνύουν ότι οι ασθενείς που υποβάλλονται σε θεραπεία με ανοσο-ογκολογία μπορούν να βιώσουν μια σημαντική βελτίωση στην επιβίωση σε σύγκριση με τις ισχύουσες θεραπείες, καθώς παρατηρούνται υψηλά ποσοτά ανταπόκρισης μεγάλης διάρκειας. Επιπλέον, αυτές οι μελέτες δείχνουν σταθερό προφίλ ασφάλειας για τα ανοσο-ογκολογικά φάρμακα σε διαφορετικές μορφές καρκίνου.

Πιο εκτενείς μελέτες βρίσκονται σε εξέλιξη στο πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ της φαρμακευτικής βιομηχανίας και των ακαδημαϊκών κέντρων σε όλο τον κόσμο για την κατανόηση αυτού του δυναμικού θεραπείας του καρκίνου σε πολλαπλές ενδείξεις, όπως ο μη μικροκυτταρικός καρκίνος του πνεύμονα (NSCLC), το μελάνωμα, ο καρκίνος της ουροδόχου κύστεως, ο καρκίνος του στομάχου, και ο καρκίνος κεφαλής και τραχήλου .

Στοιχεία από κλινικές μελέτες που έχουν διεξαχθεί μέχρι στιγμής δηλώνουν ότι η ανοσο-ογκολογία έχει διαφορετικό προφίλ παρενεργειών σε σχέση με τις αντικαρκινικές θεραπείες, όπως η χημειοθεραπεία και οι αναστολείς τυροσινικής κινάσης, ενώ παρέχει νέους τρόπους αντιμετώπισης των όγκων. Δεδομένα από μελέτες αποδεικνύουν ότι αυτές οι νέες θεραπείες είναι γενικά καλά ανεκτές.

«Κάθε οργανισμό ‘γεννά’ εκατομμύρια καρκινικά κύτταρα καθημερινά, αλλά το ανοσοποιητικό σύστημα τα καταπολεμά επιτυχώς. Όμως, υπάρχουν πάντα κάποια καρκινικά κύτταρα που καταφέρνουν να ξεφύγουν από τον έλεγχο του ανοσοποιητικού και να τελικά να πυροδοτήσουν την εκδήλωση κάποια μορφής καρκίνου. Ευτυχώς χάρη στην Ανοσοθεραπεία έχουμε πια στη διάθεσή μας φάρμακα που ενεργοποιούν το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενή ώστε να επιτελέσει τον ρόλο του, δηλαδή την καταπολέμηση του ‘εχθρού’», εξήγησε ο Κωνσταντίνος Συρίγος, αναπληρωτής Παθολογίας-Ογκολογίας ΕΚΠΑ και διευθυντής της Ογκολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου «Σωτηρία», κατά τη διάρκεια εκδήλωσης με αφορμή την καθιέρωση του Νοεμβρίου ως Μήνα Ενημέρωσης για τον Καρκίνο του Πνεύμονα.

Ο καρκίνος του πνεύμονα αποτελεί έναν από τους πιο κοινούς καρκίνους παγκοσμίως, με 2 στους 3 καρκίνους του πνεύμονα να διαγιγνώσκονται σε άτομα ηλικίας ≥ 65 ετών. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο κ. Συρίγος, ο καρκίνος του πνεύμονα είναι ο πιο θανατηφόρος παγκοσμίως, καθώς το 2012 το 19,4% των θανάτων παγκοσμίως από καρκίνο οφειλόταν στον καρκίνο του πνεύμονα, ποσοστό που είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των θανάτων από καρκίνο του παχέος εντέρου, του μαστού και του προστάτη.

Ευτυχώς για τον μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα (ΜΜΚΠ), που αποτελεί την πιο κοινή μορφή καρκίνου του πνεύμονα από το 1986 και εντεύθεν, μέσα στο 2016 εγκρίθηκαν δεύτερης και τρίτης γενιάς στοχευμένες θεραπείες, που έχουν βελτιωσεί τις εκβάσεις των ασθενών. Επιπλέον, η εισαγωγή των αναστολέων των σημείων ελέγχου του ανοσοποιητικού συστήματος στις θεραπευτικές επιλογές έχει δώσει μια επιλογή δεύτερης γραμμής για τους ασθενείς που δεν φέρουν μεταλλάξεις ή για εκείνους με μεταλλάξεις του EGFR ή ανακατατάξεις του ALK που εμφανίζουν πρόοδο της νόσου υπό θεραπεία πρώτης γραμμής.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μελέτης που παρουσιάστηκε στο πρόσφατο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Κλινικής Ογκολογίας (ESMO 2016), το pembrolizumab (το οποίο επανενεργοποιεί τα κυτταροτοξικά Τ-λεμφοκύτταρα στο μικροπεριβάλλον του όγκου, επανεργοποιώντας ουσιαστικά την αντικαρκινική ανοσία) πέτυχε σημαντικά μεγαλύτερη συνολική επιβίωση σε σχέση με τη χημειοθεραπεία, για τους ασθενείς με έκφραση του PD-L1 ≥50% στους όγκους τους, γεγονός που οδήγησε και στην έγκρισή του από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) ως θεραπεία πρώτης γραμμής για τους ασθενείς αυτούς. Αντίστοιχα έχει κατατεθεί στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (EMEA) αίτημα έγκρισης για τον ίδιο πληθυσμό.

Η αξία της θεραπευτικής αυτής εξέλιξης γίνεται καλύτερα κατανοητή αν λάβουμε υπόψη ότι ο καρκίνος, διεθνώς, συνοδεύεται από ένα υψηλό φορτίο νοσηρότητας αλλά και από μια σημαντική δαπάνη, αν και αναλογικά μικρότερη του φορτίου νόσου, για τα συστήματα υγείας διεθνώς.

«Τα προσεχή έτη, η ζήτηση για φροντίδα υγείας στο πεδίο του καρκίνου αναμένεται να αυξηθεί ως αποτέλεσμα των βελτιώσεων στα αποτελέσματα της θεραπευτικής προσέγγισης, της αύξησης της επίπτωσης και της ανάγκης για περαιτέρω χρήση της τεχνολογίας υγείας. Στο πλαίσιο των περιορισμένων πόρων για την υγεία διεθνώς, αλλά και της ανάδειξης νέων θεραπευτικών προσεγγίσεων, η ανακατανομή των πόρων υγείας στη βάση της ιεράρχησης των προτεραιοτήτων, η τεκμηρίωση και χρήση της καινοτομίας και η διασφάλιση της ισότητας στην πρόσβαση των ασθενών με καρκίνο στις υπηρεσίες υγείας και τις καινοτόμες θεραπείες αποτελούν τους μείζονες στόχους ενός αποδοτικού και αποτελεσματικού συστήματος υγείας» επεσήμανε στο πλαίσιο της εκδήλωσης ο επιστημονικός συνεργάτης της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, Oικονομολόγος Κώστας Αθανασάκης.

Μαίρη Μπιμπή

health.in.gr

Pin It on Pinterest